Ο χρόνος μετρά αντίστροφα για την κρίσιμη κάλπη της 21ης Μαΐου. Το αποτέλεσμα της πρώτης εκλογικής αναμέτρησης αναμένεται να επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό το χαρακτήρα της επόμενης Κυβέρνησης, αν δηλαδή θα είναι μονοκομματική ή αν θα είναι αναπόφευκτη μια Κυβέρνηση συνεργασίας, όπως συνέβη από το 2012 έως το 2019.
Η Νέα Δημοκρατία παίζει σκληρά το χαρτί της αυτοδυναμίας για να πετύχει τη μεγαλύτερη δυνατή συσπείρωση και ένα ποσοστό που θα της επιτρέψει στη δεύτερη κάλπη να αγγίξει το βασικό εκλογικό της στόχο.
Στο εσωτερικό της κυβερνητικής παράταξης ακολουθούν μία συγκεκριμένη στρατηγική, δίνοντας έμφαση στους παράγοντες που μπορεί να επηρεάσουν τις εκλογικές εξελίξεις. Το πρώτο στοιχείο που θα παίξει σημαντικό ρόλο είναι ο αριθμός των κομμάτων που θα μπουν στη Βουλή.
Τα σημερινά ποιοτικά στοιχεία των μετρήσεων δείχνουν ότι τόσο η Ελληνική Λύση, όσο και το κόμμα του κ. Βαρουφάκη θα συμμετέχουν-εκτός συγκλονιστικού απροόπτου- στην επόμενη κοινοβουλευτική περίοδο.
Το ζητούμενο πλέον μετά και από την απαγόρευση καθόδου του κόμματος Κασιδιάρη είναι αν το ΕΑΝ του κ. Κανελλόπουλου καταφέρει να συσπειρώσει και να διεκδικήσει με αξιώσεις το εκλογικό όριο του 3%.
Σ’ αυτή την περίπτωση τα πράγματα για το κυβερνών κόμμα θα γίνουν πιο δύσκολα. Το δεύτερο στοιχείο που πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη είναι η εκλογική συμπεριφορά των αναποφάσιστων. Εκτός από το ύψος του ποσοστού που θα κερδίσει το πρώτο κόμμα σημασία έχει και η διαφορά κυρίως σε ψυχολογικό επίπεδο.
Δηλαδή, μια στροφή της πλειοψηφίας από τη δεξαμενή της αδιευκρίνιστης ψήφου προς το Σύριζα θα μειώσει την ψαλίδα, ενώ ενδέχεται να τον φέρει κοντά στο αποτέλεσμα που κατέγραψε στις προηγούμενες εθνικές εκλογές. Αστάθμητος παράγοντας είναι και η στάση των νέων απέναντι στο πολιτικό σύστημα και κυρίως σε ότι αφορά στην κυβερνητική παράταξη.
Οι νέοι ψηφοφόροι αποτελούν το μήλον της έριδος μεταξύ Νέας Δημοκρατίας και ΣΥΡΙΖΑ, ενώ δυνατά παίζουν τόσο τα μικρότερα κόμματα στα Αριστερά, όσο και το ΠΑΣΟΚ. Τελευταίο κρίσιμο στοιχείο στην εξίσωση των εκλογών είναι η αποχή. Ο αριθμός των πολιτών που θα αποφασίσουν να μην προσέλθουν στις κάλπες θα διαδραματίσει το δικό του ρόλο στη διαμόρφωση του εκλογικού χάρτη. Η παραπάνω ανάλυση σχετίζεται πρωτίστως με την πρώτη εκλογική διαδικασία.
Αλλά από τη στιγμή που η μία επηρεάζει τη δεύτερη όλα τα προαναφερθέντα στοιχεία δίνουν ένα σαφές στίγμα γύρω από την εκλογική μάχη. Αυτά βέβαια σε επίπεδο θεωρίας, γιατί στην πράξη η κάλπη μπορεί να κρύβει και εκπλήξεις.