Οι τελευταίες ημέρες στα θέατρα του πολέμου στην Ουκρανία και στον διεθνή περίγυρο, δείχνουν να συνθέτουν το πλαίσιο για την υιοθέτηση αμοιβαίας αποδεκτής λύσης.
Η Ρωσική αποχώρηση από τη Χερσώνα, μια Ρωσική δηλαδή πόλη, όπως με τον πλέον πανηγυρικό τρόπο, έσπευσε προ ολίγων μόλις εβδομάδων με την διακηρυχθείσα προσάρτησή της να τη βαφτίσει ο Ρώσος Πρόεδρος, είναι μια κίνηση μέγιστου συμβολισμού αλλά και ρίσκο πρώτου μεγέθους για τον ίδιο. Δείχνει να δοκιμάζει τις αντοχές της Ρωσικής Κοινής Γνώμης, ως προς το είδος του συμβιβασμού που θα μπορούσε να αποδεχθεί, μετά και τις χιλιάδες των νεκρών Ρώσων, κατά βάση στρατιωτών, από την έναρξη της Ρωσικής εισβολής, τον Φεβρουάριο του 2022, έως και σήμερα.
Αναπόδραστο το μέτρο καμπής και μη επιστροφής για τις εξελίξεις στο εσωτερικό της Ρωσίας, θα είναι η πειστικότητα της απάντησης στο ερώτημα, γιατί τελικά έγινε και συνεχίζεται ο πόλεμος ή κατά τον χαρακτηρισμό του Κρεμλίνου ‘η ειδική στρατιωτική επιχείρηση’.
Τα σύννεφα της αμφισβήτησης από πλευράς της Ρωσικής κοινωνίας ενδέχεται να πυκνώσουν σε συνάρτηση, με το περιεχόμενο της τελικής εδαφικής διευθέτησης. Συγχρόνως η εξαιρετικά προσεχτική από πλευράς της Δύσης, διαχείριση του πλήγματος που υπέστη από πύραυλο η Πολωνία και της απώλειας Πολωνών πολιτών, καταδεικνύουν ένα υψηλότερο διακύβευμα.
Αυτό δηλαδή της ύπαρξης ουσιαστικών διαβουλεύσεων και του προσανατολισμού σε εξεύρεση λύσης. Μια θετική αναμφισβήτητα για την παγκόσμια ειρήνη, ασφάλεια και οικονομία προοπτική.
Την οποία ήρθε να ενισχύσει η γνωστοποίηση διεξαγωγής συνομιλιών μεταξύ των επικεφαλής των υπηρεσιών πληροφοριών των ΗΠΑ και της Ρωσίας. Σημείο που προβληματίζει ως προς την ανάλυση και διαμόρφωση του εθνικού μας σχεδιασμού, αποτελεί το γεγονός ότι οι συνομιλίες αυτές έγιναν στην Τουρκία.
Ο εντοπισμός των παραγόντων ή των στοιχείων, που ακούσια ή κατόπιν ενεργειών και μεθοδευμένων κινήσεων της Τουρκικής πλευράς, συντείνουν στη διαπίστωση περί αναβάθμισης του ρόλου της, όπως και του Τούρκου Προέδρου, δεν είναι ούτε μίζερη εμμονή, ούτε ρηχή ανάγνωση των κατά τα άλλα σπουδαίων και μεγάλων.
Αδιαμφισβήτητα είναι προς το ζωτικό συμφέρον μας η κατάπαυση των εχθροπραξιών στην Ουκρανία, χωρίς όμως αυτό να μας εμποδίζει ή να μας αποτρέπει να αποτιμούμε, οτιδήποτε ενισχύει τον διεθνή ρόλο και θέση της Τουρκίας.
Φροντίζει εξάλλου να μας το υπενθυμίζει με τον πλέον κυνικό, έως και ιταμό τρόπο, ο Τούρκος Πρόεδρος, όταν ευρισκόμενος στη σύνοδο των 20 ισχυρότερων οικονομικά και με διεθνή ρόλο κρατών στο Μπαλί της Ινδονησίας, αντί να επιδείξει φλέγμα και ωριμότητα διεθνούς ηγέτη, έσπευσε να εκτοξεύσει απειλές πολέμου και εισβολής σε βάρος της χώρας μας.
Η αλαζονική συμπεριφορά του Ερντογάν, είναι απότοκος τόσο των διεργασιών, που πραγματοποιούνται από τους πρωταγωνιστές της διεθνούς σκηνής στη χώρα του, με το βλέμμα στραμμένο στην Ουκρανία, όσο και του ρόλου, που ο ίδιος κατάφερε προσώρας να κατοχυρώσει ως αξιόπιστου διαμεσολαβητή. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι πριν ακόμα ανακοινωθεί επίσημα από τους άμεσα ενδιαφερόμενους, Ρωσία και Ουκρανία δηλαδή, η παράταση της μεταξύ τους συμφωνίας για την ασφαλή εξαγωγή των Ουκρανικών σιτηρών, από τρεις λιμένες της Μαύρης Θάλασσας, έσπευσε ο Τούρκος Πρόεδρος να δηλώσει δημόσια τη βεβαιότητά του, για την επίτευξή της.
Ήταν δέκτης εξάλλου των συγχαρητηρίων για τον λόγο αυτό τόσο του Γενικού Γραμματέα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, όσο και της Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ενώ η ώρα του φιλοξενεί το διεθνές συντονιστικό κέντρο για την υλοποίηση της συμφωνίας. Έχει φτάσει να θεωρείται παράγοντας εγγύησης της διεθνούς επισιτιστικής ασφάλειας, ειδικά σε σχέση με τις πλέον φτωχές χώρες του πλανήτη.
Ο αναβαθμισμένος ωστόσο αυτός ρόλος του Ρετζέπ Ερντογάν, δεν μπορεί να εκληφθεί, από τη χώρα μας σε κάθε περίπτωση, ως παραδοχή ασυλίας του. Θα ήταν ασυγχώρητη ολιγωρία και καταφανής ανεπάρκεια κατανόησης των διεθνών σχέσεων, να καθορίσουμε την ένταση της αντίδρασής μας, με βάση τις επιτυχίες που φαίνεται να καταγάγει η Τουρκική εξωτερική πολιτική.
Τώρα όσο ποτέ πρέπει να αναδείξουμε την υπονομευτική δράση της Τουρκίας, στις διμερείς μας σχέσεις και κατ’ επέκταση εις ότι αφορά την Ευρωπαϊκή ασφάλεια.
Η αρχαία εξάλλου γραμματεία μας διδάσκει, πως η αλαζονεία, εξελίσσεται σε ύβρη και προκαλεί τη νέμεση και την τίση. Η Τουρκία δεν μπορεί να αποτελέσει εξαίρεση.
*Ο Πολύκαρπος Αδαμίδης είναι δικηγόρος, αναπληρωτής Καθηγητής Κοινοτικού Δικαίου, Διεθνών Σχέσεων και Προμηθειών στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων