Το τελευταίο πράγμα που χρειάζονταν ο Νίκος Μανιός μετά τα όσα υπέστη στην πύλη του Πολυτεχνείου ήταν να τον συνδράμει, με δημόσια ανακοίνωση μάλιστα, ο Νίκος Παππάς, ο πλέον απαξιωμένος ηθικά και πολιτικά εγκάθετος της ομάδας Τσίπρα στον ΣΥΡΙΖΑ (προηγείται και του … διαβόητου Παπασπιτούλη).

Το «έπαθε» όμως κι αυτό τώρα στα γεράματα, επειδή «βρέθηκε στη λάθος πλευρά την ώρα που έπεφταν, όχι οι μολότοφ, αλλά οι μπουνιές και οι κλωτσιές», άλλωστε το είχε πει ξεκάθαρα ο πρόεδρος του, ο Αλέξης Τσίπρας, όταν καθαγίαζε από του βήματος της Βουλής τις «μολότοφ» και όσους τις χρησιμοποιούσαν.

Γνωστά αυτά και χιλιοειπωμένα, απλώς κανένας δεν περίμενε πως θα συμβούν σε βάρος ενός πραγματικού αγωνιστή κατά της χούντας, το τομάρι του οποίου άργασε από το ξύλο, τις εξορίες και τις κακουχίες σε όλη την περίοδο της δικτατορίας, όχι μόνο στις μέρες του Πολυτεχνείου.

Η τραγικότητα του περιστατικού με τον Νίκο Μανιό δεν είναι το τραυματισμένο χέρι του, ούτε κάποιες άλλες μικρές και ήδη ξεχασμένες αμυχές που του επιδαψίλευσε ο καθημερινός φασισμός του αριστερού εκτσογλανισμού. Αυτές οι επιπτώσεις βολεύονται, άλλωστε ο γιατρός είναι συνηθισμένος από τα χιόνια, πολύ εύκολα θα ξεπεράσει τα τραύματα του.

Αυτό που ούτε καν ο Μανιός, με μια ζωή μέσα στο κίνημα «και στο χώρο» δεν θα ξεπεράσει ποτέ είναι ότι, σήμερα ή αύριο, όλοι αυτοί, οι «δικοί του» που βρέθηκαν από ανάγκη να τον στηρίζουν στην τελευταία περιπέτεια του, θα είναι αγκαλιά με τους σημερινούς «βασανιστές του», θα χασκογελάνε με όσα συνέβησαν, θα διαμαρτύρονται «για τη χουντακούλη» που τσαλαπατάει τις λαϊκές ελευθερίες, θα οργανώνουν κινητοποιήσεις υπέρ του Κουφοντίνα, θα καταγγέλλουν την αστική δημοκρατία και τη φασιστική αστυνομία.

Όλοι αυτοί, μηδενός εξαιρουμένου, θα σχεδιάζουν «νέα πολυτεχνεία», θα προσβλέπουν στην ανατροπή του αστικού καθεστώτος, θα ζητάνε παραιτήσεις υπουργών και θα διαδηλώνουν στους δρόμους «για τη χούντα που δεν έπεσε το 73», αλλά, σύμφωνα με τους ίδιους, συνεχίζεται και σήμερα, άρα δικαιολογείται κάθε αντίσταση και κάθε αντίδραση.

Δεν είναι τυχαίο πως ακόμη και αυτός ο απολύτως απαξιωμένος πολιτικά ΣΥΡΙΖΑ δεν βρήκε λέξη να πει για την επίθεση σε βάρος της αντιπροσωπείας της Βουλής στην ίδια είσοδο στην οποία «μαρτύρησε» ο Νίκος Μανιός, δεν έκανε την παραμικρή αναφορά στο στεφάνι του κοινοβουλίου που πετάχτηκε στο δρόμο, ούτε αισθάνθηκε την ανάγκη να υπερασπιστεί δημοσίως το κοινοβουλευτικό καθεστώς.

Ο ΣΥΡΙΖΑ πολιτεύεται σε καθεστώς ακραίας ψύχωσης απέναντι στην αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία, συνεγείρεται από την ανατροπή της πάση θυσία, δεν αισθάνεται καθόλου άνετα στο κτίριο της πλατείας Συντάγματος, το κουστούμι τον στενεύει και το δείχνει.

Η επίθεση των εν τοις πράγμασι συμμάχων του στον Νίκο Μανιό τον ανάγκασε σε μια δημόσια καταδίκη περισσότερο για τα μάτια του κόσμου.

Αν αυτό το γεγονός έλειπε από την ημέρα δεν επρόκειτο ποτέ να βρει ούτε ένα λόγο υπεράσπισης του κοινοβουλίου και της αντιπροσωπείας του, θα ήταν εξαιρετικά χαρούμενος με τους προπηλακισμούς των βουλευτών, θα υπενθύμιζε τη «λάθος πλευρά με τις μολότοφ» και θα ικανοποιούσε απόλυτα ένα ακροατήριο που το θέλει και το χρειάζεται, αυτόν τον εσμό των αριστεροφασιστών και των αριστεροτσογλανιών κάθε λογής.

Ο Μανιός «χάλασε τη σούπα» με την επίθεση σε βάρος του, δεν ήταν στο πρόγραμμα να συμβεί, κάπου ο έλεγχος χάθηκε και «τα παιδιά» ξέφυγαν και μαζί τους ξέφυγε και η πραγματική φύση του μορφώματος της πλατείας Κουμουνδούρου να επιχαίρει για όσα παθαίνουν, «επειδή αυτή είναι η μοίρα τους», οι εκπρόσωποι του αστικού κοινοβουλίου, για όλους αυτούς καμία λύπη και καμία συμπόνια δεν πρέπει.

Είκοσι μέρες απομένουν μέχρι την «ημέρα μνήμης του Γρηγορόπουλου» κι εκεί θα ξεδιπλωθεί και πάλι η υπέροχη συνεργασία του Τσίπρα με όλα αυτά τα αποβράσματα που δεν είχαν κανένα πρόβλημα, ως κανονικοί μπράβοι επί πληρωμή, να επιτεθούν στον Νίκο Μανιό απέναντι στη «χουντακούλη» και στο αστυνομικό κράτος του Θεοδωρικάκου.

Είναι στη φύση του ΣΥΡΙΖΑ να δαγκώνει τον εαυτό του, όταν δεν έχει κανένα άλλο εύκαιρο να διαχύσει το δηλητήριο του…