Πολλοί άνθρωποι υπόκεινται σε μία σύγχυση: πιστεύουν ότι η οικονομία μπορεί να οργανωθεί και να λειτουργήσει σύμφωνα με κάποιο σύστημα (π.χ. φιλελεύθερο, σοσιαλιστικό) και η πολιτική μπορεί επίσης να λειτουργήσει σύμφωνα με κάποιο σύστημα (π.χ. δημοκρατικό, δικτατορικό) και ότι είναι δυνατόν οποιαδήποτε επιλογή συστήματος στον οικονομικό τομέα να συνυπάρξει με οποιαδήποτε επιλογή συστήματος στον πολιτικό τομέα. Όμως, τόσο η θεωρητική ανάλυση όσο και η ιστορική παρατήρηση αποδεικνύουν ότι η επιλογή της ελεύθερης οικονομίας,πέραν των καθαρά οικονομικών πλεονεκτημάτων της, αποτελεί προϋπόθεση για την ύπαρξη πολιτικής ελευθερίας σε μία χώρα.
Γράφει ο Κώστας Χριστίδης
Την σύγχυση αυτή δημιουργούν οι λόγω ή έργω εχθροί του φιλελευθερισμού. Πρωταρχική είναι η ευθύνη των πολιτικών, οι οποίοι, ασχέτως των όποιων φραστικών διακηρύξεών τους, όταν αναλαμβάνουν την διακυβέρνηση μίας χώρας συνηθέστατα συμβάλλουν, ενίοτε ραγδαία, στην αύξηση του κρατικού παρεμβατισμού. Πρώτον, γιατί όσο διογκώνεται ο δημόσιος τομέας, τόσο αυξάνεται η επιρροή τους και οι ωφέλειες που οι ίδιοι απολαμβάνουν. Δεύτερον, γιατί λαμβάνουν υπόψη τα βραχυπρόθεσμα πολιτικά οφέλη και τείνουν στη λήψη μέτρων ‘’φιλολαϊκών’’ (διορισμοί, πρόωρες συνταξιοδοτήσεις, έλεγχοι επί ελέγχων) και στην αποφυγή μέτρων αντιδημοτικών (π.χ. αξιολόγηση απόδοσης, περιορισμός συνδικαλιστικών προνομίων, κλείσιμο επιχειρήσεων ‘’ζόμπι’’).
Μετά τους πολιτικούς, ο φιλελευθερισμός δέχεται πολλά πλήγματα από δύο κυρίως κατηγορίες ανθρώπων: τους κρατικοδίαιτους επιχειρηματίες και τους διανοούμενους. Οι πρώτοι ζητούν ελευθερία για όλους τους άλλους, αλλά κρατικό παρεμβατισμό για την επιχείρησή τους, την οποία ταυτίζουν με το εθνικό συμφέρον και η οποία έχει ανάγκη από προστασία, δασμούς, επιχορηγήσεις για να επιβιώσει. Από την άλλη πλευρά, οι διανοούμενοι θέλουν ελευθερία για τον εαυτό τους. Οι ίδιοι δεν χρειάζονται κάποια κρατική υπηρεσία για να τους προστατεύσει ή να τους υποδείξει τι θα γράψουν. Θεωρούν όμως ότι όλη η υπόλοιπη κοινωνία έχει ανάγκη της κρατικής παρουσίας για να προστατευθεί και να καθοδηγηθεί.
Όμως η ελευθερία είναι μία και αδιαίρετη: περιλαμβάνει την ελευθερία παραγωγής και διακίνησης τόσο των αγαθών όσο και των ιδεών.
Μεταξύ των εχθρών του φιλελευθερισμού συγκαταλέγεται σημαντικός αριθμός μελών του ακαδημαϊκού κόσμου που ασχολούνται με τις κοινωνικές επιστήμες και δη τα οικονομικά. Πολλοί από αυτούς προσπαθούν με τη χρήση περίπλοκων μαθηματικών μοντέλων να εξηγήσουν και να προβλέψουν τις οικονομικές εξελίξεις. Αυτό που έχουν επιτύχει είναι να εξασφαλίσουν την αίγλη μίας συχνά ακατανόητης αλλά θεωρούμενης ως αξιοσέβαστης επιστημονικής ελίτ παρά τις κατά κανόνα λανθασμένες προβλέψεις τους.
Άλλες εχθρικές ομάδες είναι η πλειοψηφία των ΜΜΕ που με διάφορες εκπομπές, επιλογή ειδήσεων, σχόλια κλπ., διαμορφώνουν αρνητική εικόνα για την επιχειρηματικότητα και, βεβαίως, οι ασύδοτοι συνδικαλιστές του ευρύτερου δημόσιου τομέα, μοναδικό μέλημα των οποίων είναι η απόσπαση όσο το δυνατόν περισσοτέρων προνομίων για τους ίδιους.
Οι εχθροί της ελευθερίας ανά τον πλανήτη και ιδιαιτέρως στη χώρα μας χαρακτηρίζουν όσους υποστηρίζουν, έστω και σε κάποιο περιορισμένο βαθμό, την οικονομία της αγοράς ως ‘’ανάλγητους νεοφιλελεύθερους’’. Στην κατηγορία αυτή συμπεριλαμβάνουν συχνά όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση, ενίοτε και ολόκληρη την υφήλιο, με την εξαίρεση, ίσως, της Βενεζουέλας, της Κούβας και της Βόρειας Κορέας.
Εν προκειμένω έχουμε μία κλασική περίπτωση του ‘’επιχειρήματος του σκιάχτρου’’: όταν δεν μπορώ να αντιμετωπίσω ένα επιχείρημα Α, κατασκευάζω ένα επιχείρημα Β και απαντώ σε αυτό. Το επιχείρημα Β είναι μία καρικατούρα του Α και εγώ παριστάνω ότι απαντώ στο ισχυρό επιχείρημα Α ενώ παλεύω με το ψευδο-επιχείρημα Β, το οποίο κατασκεύασα λόγω αδυναμίας, άγνοιας ή κακοπιστίας.
Η πραγματικότητα, βεβαίως, είναι εντελώς διαφορετική. Ο κλασικός φιλελευθερισμός, όπως διαμορφώθηκε κυρίως αλλά όχι αποκλειστικώς από Άγγλους και Σκώτους φιλοσόφους κατά τον 17ο και τον 18ο αιώνα και εκφράσθηκε πολιτικά στην Βρετανία από το κόμμα των Ουΐγων κατά το ίδιο διάστημα, εξελίχθηκε σε ένα κίνημα ελευθερίας, πολιτικής, ατομικής και οικονομικής, που αναπτύχθηκε σταδιακά στην Ευρώπη και την Βόρεια Αμερική. Το κίνημα αυτό ουδέποτε υπήρξε ενιαίο και μονοδιάστατο αλλά εξελίχθηκε με διάφορα ρεύματα, ονομασίες και προτεραιότητες. Ωστόσο, κατά τον 20ο αιώνα υπήρξε δραματική οπισθοδρόμηση. Υπό την επίδραση μαρξιστικών, σοσιαλιστικών και κρατικιστικών αντιλήψεων δημιουργήθηκαν ολοκληρωτικά καθεστώτα που προκάλεσαν αιματηρές πολεμικές συγκρούσεις, καταστροφές, φτώχεια και ανείπωτη δυστυχία.
Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο εκδηλώθηκε αντίδραση, αρχικά σε θεωρητικό επίπεδο από πολιτικούς φιλοσόφους, οικονομολόγους και διανοητές (όπως οι Χάγιεκ, Φρίντμαν, Πόππερ) και ακολούθησαν οι πολιτικές εξελίξεις. Στο πρώτο επίπεδο, το θεωρητικό, έγινε δεκτό ότι, πέραν από τις αρμοδιότητες που ο κλασικός φιλελευθερισμός προέβλεπε για το κράτος, το τελευταίο θα πρέπει να φροντίζει και για την τόνωση του ανταγωνισμού μεταξύ των επιχειρήσεων καθώς και για τη δημιουργία ενός διχτυού ασφαλείας, για όσους το έχουν ανάγκη, κυρίως υπό τη μορφή ενός ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος. Το ρεύμα αυτό, σαφώς ηπιότερο από τον κλασικό φιλελευθερισμό και σε αντιδιαστολή με αυτόν, ονομάσθηκε κάποια στιγμή, από τον Χάγιεκ κ.α., ‘’νεοφιλελευθερισμός’’. Σε πολιτικό επίπεδο οι αντιλήψεις αυτές επικράτησαν στο Ηνωμένο Βασίλειο και τις ΗΠΑ από τις αρχές της δεκαετίας του 1980, και έκτοτε εφαρμόσθηκαν σε αυξανόμενη κλίμακα, σε χώρες όπως η Κίνα, η Ινδία, το Βιετνάμ και αλλού, με αποτέλεσμα μέσα σε δύο δεκαετίες περίπου, να μειωθεί σημαντικά η ακραία φτώχεια σε πλανητικό επίπεδο.
Στη χώρα μας το οικονομικό μοντέλο, το οποίο επικράτησε επί πολλές δεκαετίες - και σε σημαντικό βαθμό συνεχίζει να επικρατεί – είναι αυτό του αυξημένου κρατικού παρεμβατισμού με επίκεντρο ένα μεγάλο, παναρμόδιο, πελατειακό κράτος, γύρω από το οποίο έχει αναπτυχθεί μία κοινωνία με συντεχνιακή δομή και μία οικονομία εν πολλοίς κρατικοδίαιτη, η οποία ουδεμία σχέση έχει με αυτό που το αριστερό Newspeak αποκαλεί ‘’νεοφιλελευθερισμό’’.
Ενδεχομένως η κεντροδεξιά κυβέρνηση Μητσοτάκη, η οποία στην πράξη εφαρμόζει ένα μείγμα φιλελευθερισμού, συντηρητισμού και σοσιαλδημοκρατίας (και το οποίο πολιτικά έχει στεφθεί από μεγάλη επιτυχία σε όλες τις μέχρι στιγμής εκλογικές αναμετρήσεις), θα μπορούσε να κατηγορηθεί για μεγαλύτερο του δέοντος παρεμβατισμό στην οικονομία.
Παρ’ όλα αυτά, οι λαϊκιστές όλων των παρατάξεων, και ιδίως της Αριστεράς, της αποδίδουν την … βαριά, κατά την εσφαλμένη αντίληψή τους, κατηγορία του ‘’νεοφιλελευθερισμού’’. Πρόσφατα, για παράδειγμα, ο επί του παρόντος Πρόεδρος της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ (ο γνωστός και ως ‘’13 – 0’’) κατηγόρησε την κυβέρνηση Μητσοτάκη ότι ‘’μετέτρεψε τη Θεσσαλονίκη σε νεοφιλελεύθερο πείραμα’’ (!)
Είναι σαφές ότι κάποιοι για να επιβιώσουν πολιτικά έχουν ανάγκη σκιάχτρων.