Η Δημοκρατία στηρίζεται στο ελεύθερο δικαίωμα του εκλέγειν, όπου οι πολίτες επιλέγουν τα πρόσωπα που εμπιστεύονται και τους αναθέτουν τη διακυβέρνηση της Χώρας αλλά επίσης, επιλέγουν και συνολικά τους Βουλευτές του Κοινοβουλίου.
Μέχρι εδώ, οι ρόλοι είναι διακριτοί και τα πρόσωπα που έχουν εκλεγεί, γνωστά. Ο εκάστοτε Πρωθυπουργός, από την επομένη των εκλογών, αναθέτει τα Υπουργικά χαρτοφυλάκια και το Κράτος λειτουργεί.
Τα σοβαρά θέματα προκύπτουν την μεθ’ επομένη των εκλογών, όπου πλέον απαιτείται να επανδρωθεί ο Κρατικός μηχανισμός στο σύνολό του και εκεί πλέον, κάνουν την εμφάνισή τους χιλιάδες μή εκλεγμένα πρόσωπα, τα οποία διαθέτουν το «βασικό» προσόν της κομματικής ταύτισης με την Κυβέρνηση και τα τελευταία χρόνια προς ωραιοποίηση αυτής της έκφρασης, της «πολιτικής συμπόρευσης» χωρίς κομματική ιδιότητα.
Τι σημαίνει στην πράξη «πολιτική συμπόρευση»; Απλά, ότι εκμεταλλεύομαι σήμερα την κατάσταση απολαμβάνοντας όλα τα προνόμια της θέσης που μου ανατέθηκε και αύριο, που ίσως αλλάξουν πολιτικά τα πράγματα, θα μπορώ να διεκδικήσω κάποια άλλη θέση, αφού δεν θα είμαι κομματικό στέλεχος της προηγούμενης Κυβέρνησης.
Ο πολίτης κατά πλειοψηφία στην καθημερινότητά του έρχεται σε επαφή με Οργανισμούς ή υπηρεσίες, στους οποίους προΐστανται ή συμβουλευτικά συνδιοικούν αυτά τα μή εκλεγμένα στελέχη και εκεί, κυριολεκτικά, αρχίζουν οι δύσκολες καταστάσεις.
Δύσκολες για πολλούς λόγους, εκ των οποίων καμία δεν είναι κατ’ ουσία σοβαρή αλλά απλά αποτελεί προϊόν νοοτροπίας.
Υποθέτουμε σαν πολίτες, ότι τα στοιχειώδη προσόντα για την ανάληψη μίας τέτοιας θέσης θα πληρούνται. Ήτοι, το απαιτούμενο μορφωτικό επίπεδο και η πετυχημένη επαγγελματική εμπειρία επί του αντικειμένου του διορισμού. Υποθέτουμε όμως.
Γιατί η πράξη πολλές φορές μας έχει διαψεύσει με τον πιο παταγώδη τρόπο, δεδομένου ότι εμφανίζονται πρόσωπα άσχετα με το αντικείμενο που διοικούν και εν τέλει, έχουμε τραγικά αποτελέσματα.
Επίσης, υποθέτουμε σαν πολίτες, ότι τα πρόσωπα αυτά διαθέτουν την απαραίτητη παιδεία για την καλή επικοινωνία τους με την κοινωνία.
Ένα βασικό προσόν της παιδείας αυτής είναι και η ευγένεια. Στην προσωπική τους ζωή οι μή εκλεγμένοι μπορούν να κάνουν ό,τι θέλουν και να συμπεριφέρονται όπως θέλουν.
Όταν όμως αναλαμβάνουν τις πολιτικές θέσεις, απαιτείται να είναι ευγενείς και, τουλάχιστον, κόσμιοι στη συμπεριφορά τους. Είναι απλά μή αποδεκτό, να είναι αγενείς, να είναι «μάγκες», να μιλούν στον ενικό λες και γνωριζόμαστε χρόνια και τους έχουμε χορηγήσει τέτοιο δικαίωμα, να μην απαντούν στις τηλεφωνικές κλήσεις και γενικά, να πράττουν κατά το δοκούν.
Αυτοί οι μή εκλεγμένοι προϊστάμενοι και σύμβουλοι Κρατικών Οργανισμών είναι οι πραγματικοί νομείς της εξουσίας, αφού άτυπα έχουν μάθει μόνο να απολαμβάνουν και δεν λογοδοτούν σε κανέναν, παρά μόνο, θεωρητικά, στον Υπουργό που υπάγονται.
Και επειδή ο κάθε Υπουργός δεν έχει την εικόνα της πραγματικότητας του πολίτη, τα πρόσωπα αυτά συνεχίζουν να απολαμβάνουν, να έχουν τη δύναμη της Κρατικής θέσης και να κοροϊδεύουν τους πάντες.
Ίσως, θα πρέπει προεκλογικά οι υποψήφιοι Πρωθυπουργοί να μας γνωστοποιούν και τα πρόσωπα, τα οποία θα αμείβονται με δημόσιο χρήμα και με τα οποία σκοπεύουν να επανδρώσουν όλες τις χιλιάδες Κρατικές θέσεις που έχουν δημιουργήσει και υφίστανται επί δεκαετίες.
Γιατί τον Υπουργό και τον Βουλευτή τους γνωρίζουμε, τους εκλέγουμε και τους ελέγχουμε δημόσια για ό,τι πράττουν αλλά όλους τους υπόλοιπους δεν τους γνωρίζουμε, δεν τους εκλέγουμε και είναι δύσκολο να ελεγχθούν δημόσια. Γι’ αυτό και είναι οι μόνοι «νομείς της εξουσίας»!
1