Το Κρεμλίνο, παρά τα σοβαρά προβλήματα που αντιμετωπίζει σε καμιά περίπτωση δεν θα πέσει αμαχητί.
Με πολύ απλά λόγια, ο Πούτιν, μπουκάροντας στην Ουκρανία, για να δείξει ότι η Ρωσία παραμένει η αυτοκρατορία του Καυκάσου και της Ευρασίας, την πάτησε. Η επίδειξη δύναμης δεν του βγήκε και αυτό πρώτοι το αναγνώρισαν Ρώσοι στρατηγοί τους οποίους έχει ήδη στείλει σπίτια τους. Ακόμα χειρότερα όμως, όπως πολύ εύστοχα αποκαλύπτει το μηνιαίο περιοδικό «Foreign Affairs», οι επιτυχίες της Ουκρανίας στο πεδίο της μάχης αποκάλυψαν την έκταση της σήψης στον στρατό του Πούτιν – πεσμένο ηθικό, τη μείωση του ανθρώπινου δυναμικού, την επιδείνωση της ποιότητας των στρατευμάτων. Ωστόσο, αντί να μελετήσει καλύτερα και πιο διεξοδικά την όλη κατάσταση, ο Πούτιν υιοθέτησε μια πιο επιθετική πολιτική, χωρίς να διαθέτει τα απαραίτητα συμβατικά μέσα.
Από μόνο του το γεγονός αυτό γεννά πλείστα όσα ερωτηματικά. Και τούτο διότι ο Ρώσος πρόεδρος, όπως επισημαίνει και το «Foreign Affairs» απάντησε σε αυτά τα προβλήματα διατάζοντας μια μερική επιστράτευση, καθιερώνοντας αυστηρότερες τιμωρίες για στρατιώτες που λιποτακτούν ή παραδίνονται, και προχωρώντας στην παράνομη προσάρτηση τεσσάρων ουκρανικών περιοχών. Ο Πούτιν αντέδρασε στην κακή μοίρα της Ρωσίας στην Ουκρανία, όπως ακριβώς έκανε και στη συρρίκνωση του ρόλου της στην παγκόσμια σκηνή: έχοντας ένα χαμένο χαρτί, διπλασίασε το ριψοκίνδυνο στοίχημά του.
Προς έκπληξη του Πούτιν, ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει επιταχύνει τις μακροχρόνιες τάσεις που ωθούν τη χώρα του προς την παρακμή. Η Ευρώπη κινείται για να ελαττώσει την ενεργειακή της εξάρτηση από την Ρωσία, μειώνοντας τόσο την μόχλευση της χώρας στην ήπειρο, όσο και τα κρατικά έσοδα που εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τις εξαγωγές ενέργειας.
Οι άνευ προηγουμένου διεθνείς κυρώσεις και οι έλεγχοι επί των εξαγωγών περιορίζουν την πρόσβαση της Ρωσίας σε κεφάλαια και τεχνολογία, γεγονός που θα κάνει τη Μόσχα να μείνει ακόμη πιο πίσω στην καινοτομία. Πριν από ένα χρόνο υποστηρίξαμε ότι οι αναφορές για την παρακμή της Ρωσίας ήταν υπερεκτιμημένες και ότι η Ρωσία ήταν έτοιμη να παραμείνει μια επίμονη δύναμη – μια χώρα που αντιμετωπίζει διαρθρωτικές προκλήσεις αλλά διατηρεί την πρόθεση και τις δυνατότητες να απειλήσει τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους συμμάχους τους.
Η καταστροφική εισβολή του Πούτιν υπογράμμισε τους κινδύνους της απόρριψης της απειλής από την Ρωσία, αλλά έχει επίσης επιταχύνει την παρακμή της χώρας. Σήμερα η μακροπρόθεσμη προοπτική της Ρωσίας είναι σαφώς πιο θολή.
Δεδομένων αυτών των παραγόντων, θα υπάρξει ένας ισχυρός πειρασμός να υποβαθμιστεί η Ρωσία ως απειλή. Αυτό θα ήταν λάθος, και όχι μόνο επειδή ο πόλεμος δεν έχει ακόμη κερδηθεί. Στην Ουκρανία και αλλού, όσο πιο ευάλωτη θεωρεί η Μόσχα ότι είναι, τόσο περισσότερο θα προσπαθήσει να αντισταθμίσει αυτά τα τρωτά σημεία βασιζόμενη σε αντισυμβατικά εργαλεία – συμπεριλαμβανομένων των πυρηνικών όπλων. Με άλλα λόγια, η ρωσική ισχύς και επιρροή ίσως να μειωθεί, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι η Ρωσία θα γίνει δραματικά λιγότερο απειλητική. Αντίθετα, ορισμένες πτυχές της απειλής είναι πιθανό να επιδεινωθούν.
Για τη Δύση, η αναγνώριση αυτής της πραγματικότητας σημαίνει την εγκατάλειψη οποιωνδήποτε βραχυπρόθεσμων ελπίδων για μια τιμωρημένη Ρωσία και τη διατήρηση της υποστήριξης σε αυτούς που στοχεύει η Ρωσία. Αυτή η προσπάθεια θα πρέπει να ξεκινήσει από την Ουκρανία: οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους πρέπει να παρέχουν σταθερή υποστήριξη στο Κίεβο για να διασφαλίσουν ότι η Ρωσία θα υποστεί ήττα. Αλλά ακόμη και αν ο Πούτιν χάσει, το πρόβλημα που θέτει η Ρωσία δεν θα λυθεί. Από πολλές απόψεις, θα αυξηθεί σε ένταση. Το ίδιο θα πρέπει να γίνει και με την αντίδραση σε αυτό.
Είναι σαφές ότι ο φιλελεύθερος κόσμος έχει απέναντί του μια απειλή, η οποία είναι πολύ πιο σύνθετη από τα όσα διαχρονικά διαδίδονται και μεταφέρουν οι άνθρωποι της εκτεταμένης ρωσικής παραπληροφόρησης.
Σε κάθε περίπτωση έτσι, η Ρωσία μπορεί να αντιμετωπίσει αυξανόμενες προκλήσεις. Το Κρεμλίνο θα προσπαθήσει να προσαρμοστεί. Συγκεκριμένα, όσο πιο ευάλωτος αισθάνεται ο Πούτιν δεδομένης της υποβάθμισης των συμβατικών δυνάμεων της Ρωσίας στην Ουκρανία, τόσο πιο πιθανό είναι να βασιστεί σε μη συμβατικές μεθόδους για να επιτύχει τους στόχους του. Με την πλάτη του στον τοίχο, το Κρεμλίνο θα έχει επίσης λιγότερους ενδοιασμούς να προσπαθήσει να αποσταθεροποιήσει τους εχθρούς του μέσω μερικές φορές εξωτικών και δύσκολων μεθόδων στους τομείς της βιολογίας, της χημείας, του κυβερνοχώρου ή της τεχνητής νοημοσύνης.
Αρχικά, το Κρεμλίνο είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα εντείνει τις εκστρατείες παραπληροφόρησης. Η Ρωσία έχει δει πόσο αποτελεσματικές μπορεί να είναι τέτοιες εκστρατείες: η παραπληροφόρηση και η προπαγάνδα συνέβαλαν στις αποφάσεις ηγετών στην Αφρική, τη Λατινική Αμερική και τη Μέση Ανατολή να παραμείνουν ουδέτεροι ή προσεκτικοί στον απόηχο της εισβολής της Μόσχας στην Ουκρανία. Κατηγορώντας την Ουκρανία ότι διεξήγαγε φρικαλεότητας που διέπραξαν Ρώσοι στρατιώτες στον πόλεμο, χαρακτηρίζοντας τις Δυτικές κυρώσεις παρά την ίδια την εισβολή της Ρωσίας, ως υπεύθυνες για τις υψηλές τιμές των τροφίμων και της ενέργειας, και πείθοντας πολλούς ότι διεξάγει έναν αμυντικό πόλεμο ενάντια σε ένα επεκτεινόμενο ΝΑΤΟ, η Ρωσία έχει αποδυναμώσει την κριτική για τη στρατιωτική της επιθετικότητα.
Οι κυβερνοεπιθέσεις θα γίνουν επίσης ένα ολοένα πιο σημαντικό και ανατρεπτικό εργαλείο, όπως δείχνουν πρόσφατα περιστατικά στην Εσθονία και την Λιθουανία.
Καθώς οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους αντιμετωπίζουν το σημερινό καθεστώς Πούτιν και σκέφτονται τι θα μπορούσε τελικά να ακολουθήσει μετά από αυτό, θα κάνουν καλά να θυμούνται την παλιά παροιμία ότι η Ρωσία δεν είναι ποτέ τόσο ισχυρή όσο φαίνεται ή τόσο αδύναμη όσο φαίνεται. Η χώρα περνά συχνά από κύκλους ανάκαμψης, στασιμότητας και παρακμής. Ακόμη και με τις ικανότητες και την παγκόσμια θέση της μειωμένες από τον πόλεμο στην Ουκρανία, η Ρωσία θα συνεχίσει να καθοδηγείται από τις μνησικακίες της, την αναζήτηση ενός γεωπολιτικού χώρου έξω από τα σύνορά της και την επιθυμία για κύρος.