Μία, ακόμη, δημοσκόπηση, αυτή της Metron Analysis, ίσως της εγκυρότερης εταιρείας του χώρου, ήρθε να αποτυπώσει στα ευρήματα της την κοινή πεποίθηση για τα βασικό δομικό πρόβλημα που ταλαιπωρεί τον ΣΥΡΙΖΑ και δεν είναι άλλο από την κάκιστη, πολιτική και προσωπική, εικόνα του προέδρου του, του κ. Αλέξη Τσίπρα.
Χρειάζονταν μια, ακόμη, έρευνα της κοινής γνώμης να αποτυπώσει σε αριθμούς και παραστάσεις την κοινή περί τις ικανότητες και τη δυναμική του κ. Τσίπρα πεποίθηση, μπας και πειστούν οι «σύντροφοι του» κι αρχίσουν να ψάχνονται για την επόμενη μέρα;
Για τους νουνεχείς (υπάρχουν και τέτοιοι) της Κουμουνδούρου, όχι δεν χρειάζονταν. Μια ματιά να ρίξει κάποιος στην κοινωνία, ένα αφτί να στήσει στις συζητήσεις καταλαβαίνει, ακόμη και ηλίθιος να είναι, ποιο είναι το δομικό πρόβλημα της αξιωματικής αντιπολίτευσης και που την οδηγεί η αυταρέσκεια της να μην το αναγνωρίζει καν, πόσο μάλλον να μην το αντιμετωπίζει όσο είναι καιρός.
Οι χαώδεις διαφορές στην αποδοχή και στην κυβερνησιμότητα από τον Κυριάκο Μητσοτάκη θα έπρεπε να σημάνουν συναγερμό στην Κουμουνδούρου και να κανοναρχούν ήδη τις επιλογές του ΣΥΡΙΖΑ στο διάστημα έως τις επόμενες εκλογές, αντ' αυτού όλες οι τάσεις στον ΣΥΡΙΖΑ και όλα τα πρόσωπα (πλην μερικών, ελάχιστων δυστυχώς, ανησυχούντων) καθεύδουν, σφυρίζουν αδιάφορα και προσπαθούν καθημερινά να μην δουν, επειδή θα χρειαστεί να αποφασίσουν για τη ζωή τους, ότι ο βασιλιάς είναι γυμνός.
Το κενό μεταξύ Μητσοτάκη και Τσίπρα είναι τεράστιο, δεν πρόκειται ποτέ και για κανένα λόγο να καλυφθεί, προκύπτει μια συγκλονιστική ποιοτική διαφορά μεταξύ τους, είναι ένα κενό που αντανακλάει την ανάγκη της κοινωνίας για ένα νέο πρόσωπο με συγκεκριμένα πολιτικά και προσωπικά χαρακτηριστικά κι εδώ μπαίνει στην εξίσωση η διαδικασία για τη ανάδειξη νέου προέδρου στο ΚΙΝΑΛ, δηλαδή στο νέο ΠΑΣΟΚ.
Η στροφή (υπαρκτή και καταγεγραμμένη) ενός μέρους του εκλογικού σώματος στο ΚΙΝΑΛ (το ποσοστό του καταγράφεται διψήφιο) δεν έχει σχέση, ούτε με τον αδόκητο θάνατο της Φώφης Γεννηματά, ούτε με τη συγκίνηση που προκάλεσε, άλλωστε ο θάνατος της, ως γεγονός, έχει ήδη καταναλωθεί, συνεπώς η επίδραση του στις πολιτικές εξελίξεις είναι περιορισμένη.
Η αποδεδειγμένη στροφή προς την κυοφορούμενη νέα εκδοχή του παλαιού ΠΑΣΟΚ έχει άμεση σχέση με το κενό μεταξύ Μητσοτάκη και Τσίπρα και με την ανάγκη της κοινωνίας να το καλύψει με ένα τρίτο πρόσωπο που θα έρθει να διεκδικήσει δυναμικά το χώρο που δημιουργείται, να αγκυρωθεί πολιτικά και στο κοντινό μέλλον να απειλήσει αυτό την απόλυτη – και βαρετή από ένα σημείο και πέρα- κυριαρχία του Κυριάκου Μητσοτάκη με μια πολιτική πρόταση ενδεικτική της παλιάς καλής σοσιαλδημοκρατικής σχολής.
Αυτό το πρόσωπο η κοινωνία το αναγνωρίζει στους υποψήφιους που διεκδικούν την προεδρία στο ΚΙΝΑΛ, όχι σε όλους βεβαίως, αλλά στους τρεις που προηγούνται σε όλες τις δημοσκοπήσεις.
Σε έναν από αυτούς προσβλέπει για να αντικαταστήσουν τον κ. Τσίπρα στη θέση του άμεσου αντιπάλου του πρωθυπουργού, σε κάποιον από τους τρεις θα προσφέρει, αμέσως μετά την εκλογή του, τη σκυτάλη σε αυτή την ιδιότυπη πολιτική σκυταλοδρομία, ο κ. Τσίπρας έκανε πια τη διαδρομή του, οδεύει προς τα αποδυτήρια, ούτε η κοινωνία, ούτε ο ίδιος ελπίζουν σε κάτι από την παρουσία του. Όπως έλεγε και ο μεγάλος Μιχάλης Κατσαρός «θυμίζει πλέον ένδοξους καταρράκτες…»
Ποιος από τους τρεις θα πάρει, στο τέλος τη σκυτάλη, και θα ξεκινήσει να διεκδικεί την πολιτική ηγεμονία από τον κ. Μητσοτάκη δεν είναι ακόμη γνωστό, μένει να καταγραφεί εκλογικά, αυτό δεν θα συμβεί, λογικά, πριν τις 12 Δεκεμβρίου.
Σε αυτή την μάχη που εξελίσσεται σύμφωνα με τους κανόνες η ίδια η κοινωνία χρειάζεται να πάρει μέρος, όχι αναγκαστικά υπέρ κάποιου υποψηφίου, αλλά υπέρ όλων των υποψηφίων με την αυξημένη συμμετοχή της σε επίπεδα που δεν έχουν καταγραφεί ποτέ στο παρελθόν.
Σκεφθείτε την απήχηση που θα έχει στα πολιτικά πράγματα μια συμμετοχή 300.000 plus ψηφοφόρων στη διαδικασία των εκλογών, τι σκληρή και δυναμική νομιμοποίηση θα προσφέρει στο αποτέλεσμα και στον νικητή, πόσες ελπίδες, βεβαιότητες ίσως, θα δημιουργήσει και ποια νέα εικόνα θα γεννηθεί στο πολιτικό σκηνικό.
Στον στόχο αυτό χρειάζεται να συσπειρωθούν όλοι οι υποψήφιοι, βασικά οι τρεις πρώτοι στις προτιμήσεις, η μεγιστοποίηση της συμμετοχής στην εκλογική διαδικασία είναι που θα αλλάξει τους όρους του παιχνιδιού κι όχι ένας νέος πρόεδρος εκλεγμένος από μια κακομοίρικη πλειοψηφία, με αριθμούς που θα κλωθογυρίζουν τη γνωστή στασιμότητα και τον παραδοσιακό πολιτικό απομονωτισμό.
Ένας πρόεδρος γέννημα των μηχανισμών θα είναι ένας αναλώσιμος πρόεδρος, που θα κληθεί να δώσει μια μάχη χαμένη από πριν, θα καταλήξει να στριφογυρίζει στην καρέκλα του και να περπατάει τοίχο-τοίχο για να αποφεύγει τα συντροφικά μαχαιρώματα.