Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Και στην ανάλυση που κάνει, ο έγκριτος συνάδελφος παρουσιάζει και αναλύει μια σειρά από εκδοχές, που όλες όντως παρουσιάζουν ξεχωριστό ενδιαφέρον. Καταλήγει όμως σ’ ένα συμπέρασμα, το οποίο κατά τη γνώμη μας είναι μέρος της πραγματικότητας.
Πιο αναλυτικά, ο αρθρογράφος γράφει: «Ο Αλέξης Τσίπρας πολεμάει έναν Μητσοτάκη που δεν υπάρχει. Ο πραγματικός Μητστοτάκης αποδεικνύεται ένας μεθοδικός Πρωθυπουργός που, αν μη τι άλλο, εμπνέει εμπιστοσύνη και πολιτεύεται με μετριοπάθεια. Αυτά λένε οι δημοσκοπήσεις.
Ο Τσίπρας αντιθέτως εγκλωβίζεται εκ των πραγμάτων στην υπεράσπιση μιας διακυβέρνησης, που καταγράφεται αρνητικά στη συνείδηση και στα βιώματα της μεγάλης πλειονότητας του ελληνικού λαού. Ο Μητσοτάκης πιστώνεται μια «επιστροφή στην κανονικότητα».
Τη στιγμή που ο αντίπαλός του κάνει σημαία μια ηττημένη κατάσταση που έχει αποδοκιμαστεί και όχι μόνο στην κάλπη. Ο ένας συσσωρεύει προσεκτικά πολιτικό κεφάλαιο. Ο άλλος ξοδεύει άσκοπα το δικό του».
Η τελευταία φράση του Γιάννη Πρετεντέρη, δεν πιστεύω ότι ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.
Ο Αλ. Τσίπρας δεν διαθέτει κάποιο κεφάλαιο, άρα δεν ξοδεύει άσκοπα κάτι δικό του. Ο Σύριζα και ο επικεφαλής του έφθασαν στην εξουσία με το δανεικό κεφάλαιο που τους πρόσφερε το τότε τριτοκοσμικό ΠΑΣΟΚ και η καραμανλική υπό τον Πάνο Καμμένο Ακροδεξιά.
Υπό αυτήν την έννοια, η έκφραση «Πρώτη φορά αριστερά» ήταν παραπλανητική, απατηλή και πρόστυχη για μια κάποια αριστερά. Επρόκειτο για σκέτη απάτη. Και αυτή η τελευταία, μόλις έγινε αντιληπτή μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2015, η ΝΔ με νέο αρχηγό πέρασε σταθερά μπροστά.
Παράλληλα, στον κεντροαριστερό χώρο οικοδομήθηκε αργότερα ένα στέρεο «αντι-ΣΥΡΙΖΑ» μέτωπο, που δεν ήταν παρά το απότοκο του ρήγματος που είχε ήδη προκληθεί στην ελληνική πολιτική σκηνή. Αν λοιπόν ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας βίωσε τραυματικά τη διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, είναι προφανές, έγραψε ο ΓΠ, ότι η πληγή δεν πρόκειται να επουλωθεί απλώς με μια κυβερνητική αλλαγή. «Η απόρριψη ξεπερνιέται μόνο με τον χρόνο και προσπάθεια. Ακόμη περισσότερο που ούτε ο Τσίπρας είναι το πρόσωπο που κάποιοι εμφάνιζαν ότι είναι».
Σήμερα, λοιπόν, ο Αλέξης Τσίπρας ηγείται ενός ετερόκλητου πολιτικού χώρου, αντιδραστικού, αντιευρωπαϊκού και αντιφιλελεύθερου, ο οποίος αργά αλλά σταθερά απομακρύνεται από την πραγματικότητα. Και η απομάκρυνση αυτή, σε περιόδους κρίσεων, δεν ευνοεί τις δυνάμεις της μεταφυσικής, της ουτοπίας και του λαϊκισμού.
Στην Ελλάδα, εξάλλου, τα δέκα τελευταία χρόνια, οι δυνάμεις αυτές έδειξαν τί μπορούν να προσφέρουν και ποιές ζημιές προκαλούν. Κατά συνέπεια υπάρχει κεκτημένη εμπειρία.
Αυτό προκύπτει και από τις διάφορες δημοσκοπήσεις, οι οποίες φέρνουν στην επιφάνεια σοβαρές αλλαγές που γίνονται σε ιδεολογικό και ψυχολογικό επίπεδο και που διαμορφώνουν τις νέες συμπεριφορές της ελληνικής κοινωνίας. Αρκεί να δει κανείς τη δημοτικότητα των λαϊκιστών, της πολιτικής και των απατεώνων της δημοσιογραφίας και τα συμπεράσματα γίνονται εύγλωττα.
Πολύ απλά έτσι, αυτό που τρέχει με τον Σύριζα είναι ότι για την ώρα τουλάχιστον δεν ανταποκρίνεται σε καμιά πολιτική και κοινωνική ζήτηση. Άρα είναι και φορέας καταδικασμένος να μπει οριστικά στο περιθώριο. Η σημερινή ελληνική κοινωνία δεν έχει καμιάν απολύτως ανάγκη, ούτε από ναρκέμπορους της προόδου, ούτε από καταληψίες, ούτε από μετανάστες, ούτε από ληστές τραπεζών, ούτε από δολοφόνους τραπεζοϋπαλλήλων, ούτε από κοινοβουλευτικά ξόανα.
Η χώρα και η κοινωνία της θέλουν ανάπτυξη, ευημερία και λύτες προβλημάτων. Όλα τα άλλα είναι κολοκύθια τούμπανο.