Η πανδημία και οι μεταλλάξεις της δημιουργούν ανατροπή της «κανονικότητας» που είχε προβλέψει η κυβέρνηση. Άρα τίθεται σοβαρά πλέον θέμα πρόωρων εκλογών…
Από αυτά που εγκύρως γνωρίζουμε, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, τις δύο προσεχείς εκλογικές αναμετρήσεις τις τοποθετούσε στο διάστημα Σεπτέμβριος 2022, Ιούνιος 2023. Μια σειρά όμως από πρόσφατα υγειονομικά γεγονότα, ανατρέπουν το παραπάνω σενάριο και ως εκ τούτου δημιουργούν στο στενό επιτελείο του πρωθυπουργού νέους προβληματισμούς.
Διότι αντί έως το φθινόπωρο να έχουμε μια «κανονικότητα», είναι πολύ πιθανόν να υπάρξουν σοβαρές ανατροπές, με όχι ευχάριστες κοινωνικές επιπτώσεις, ενδεχομένως δε και με γεωπολιτικές προεκτάσεις.
Στην παρούσα φάση της οικονομικής συγκυρίας και κοινωνικής πραγματικότητας, ένα 40% του εγχώριου πληθυσμού ζει με επιδόματα και βοηθήματα, υποφέρει από κατασχέσεις τραπεζικών λογαριασμών και κατοικιών, αδυνατεί να κάνει προβλέψεις για τον προσεχή μήνα και είναι θύμα μιας μαζικής αποπληροφόρησης, η οποία εκπορεύεται από συγκεκριμένα διεθνή κέντρα «φιλελεύθερου αριστεροφασισμού».
Μπορεί, λοιπόν, για την ώρα η παραπληροφόρηση να μην απεικονίζεται δημοσκοπικά, ιδιαίτερα στην Ελλάδα, πλην όμως είναι άγνωστο τι θα συμβεί αν η κατάσταση επιδεινωθεί. Στις γαλλικές δημοτικές και περιφερειακές εκλογές, η αποχή του 67% ήταν ένα σαφές μήνυμα, για όποιον θέλει να καταλάβει. Υπό αυτή την έννοια, στην Ελλάδα, η σημερινή δημοσκοπική κανονικότητα, μπορεί ξαφνικά να ανατραπεί από μη προβλέψιμα γεγονότα, ικανά να προκαλέσουν μείζονα κοινωνική κρίση.
Στο πλαίσιο αυτό, αρκετοί σύμβουλοι του πρωθυπουργού είναι προβληματισμένοι και θεωρούν ότι η όποια ξαφνική έξοδος από την κανονικότητα θα πρέπει να προκαλέσει πλέον άμεση εκλογική αναμέτρηση.
Προς την κατεύθυνση αυτή, είναι πολύ πιθανόν να παίζουν ρόλο και συγκεκριμένα επιχειρηματικά συμφέροντα, τα οποία είναι εχθρικά προς τον σημερινό πρωθυπουργό και όσο δεν γίνονται εκλογές, έχουν την ευκαιρία να τον υπονομεύουν.
Τα συμφέροντα αυτά, είναι φιλικά προς την ύπαρξη συμμαχικών κυβερνήσεων στην Ελλάδα, όχι όμως με πρωθυπουργό τον Κυρ. Μητσοτάκη, που θεωρούν ότι ανατρέπει σταδιακά τα παραδοσιακά δεδομένα του πελατειακού συστήματος της χώρας.
Ένα άλλο σοβαρό πρόβλημα που πιθανώς θα επιδεινωθεί τους μήνες που έρχονται, είναι αυτό της πολυπόθητης ανάπτυξης και της σχετικής φιλολογίας. Αν και προβάλλεται ότι θα ανοίξουν οι κρουνοί από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης, δημιουργώντας και αντίστοιχη δυναμική στην οικονομία, η πραγματικότητα είναι διαφορετική. Οι περίφημοι ευρωπαϊκοί πόροι δεν θα εισρεύσουν άμεσα και σε κάθε περίπτωση δεν θα φτάσουν στα πορτοφόλια των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών, τόσο γρήγορα όσο κάποιοι ευελπιστούν. Αντίθετα, θεωρείται βέβαιο ότι μετά την πανδημία – που επιδείνωσε το οικονομικό και το δημόσιο χρέος συνολικά στην Ευρώπη – το Βερολίνο και οι Βρυξέλλες θα επιβάλουν την επιστροφή σε αυστηρούς δημοσιονομικούς κανόνες και για την χώρα μας.
Εν ολίγοις, μια σοβαρή νέα υγειονομική κρίση, θα μεταβάλλει άρδην το οικονομικό τοπίο και δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι η κυβέρνηση θα μπορέσει να την αντιμετωπίσει όπως τον Μάρτιο 2020. Αν με αφορμή μια νέα υγειονομική κρίση ο ΣΥΡΙΖΑ καταφέρει από το σημερινό δημοσκοπικό ποσοστό του 23% να πάει λίγο παραπάνω από το 30% εις βάρος της ΝΔ, τότε η κατάσταση για τον Κυριάκο Μητσοτάκη δεν θα είναι πολύ ευχάριστη. Ένας Τσίπρας με ποσοστό πάνω από 30%, σε περίπτωση εκλογών με απλή αναλογική, αδίστακτος όπως είναι, θα μπορούσε ενδεχομένως να σχηματίσει πλειοψηφική φαιοκόκκινη κυβέρνηση χωρίς ιδιαίτερες δυσκολίες. Η συμμαχία του με τον Πάνο Καμμένο πριν έξι χρόνια τα λέει όλα.
Στην περίπτωση αυτή, το σημερινό δημοσκοπικό προβάδισμα της ΝΔ όχι μόνο πάει περίπατο, αλλά επιτρέπει στον Α.Τσίπρα να ηγηθεί και της κεντροαριστεράς, σε μια φάση όπου αν η ΝΔ αποχωρήσει από την εξουσία η διάσπασή της πρέπει να θεωρείται βέβαιη. Αυτός είναι και ο λόγος της τελευταίας συριζαϊκής εκλογολογίας.
Καλό θα ήταν από την άποψη αυτή, ο Κυριάκος Μητσοτάκης να προσέξει ιδιαίτερα για ποιους λόγους το πατριωτικό ΠΑΣΟΚ, το οποίον ήδη βρίσκεται εντός ΣΥΡΙΖΑ, συμπλέει με την αντιμητσοτακική ΝΔ, την οποίαν εκλογικά φιλοδοξούν να εκπροσωπήσουν γνωστοί στον πολιτικό και δημοσιογραφικό χώρο αγύρτες.
Μήπως, λοιπόν, τώρα που η μετάλλαξη του κορωνοϊού βρίσκεται ακόμα στο γράμμα Δ, είναι ώρα η χώρα να ξεκαθαρίσει τι θέλει και με ποιους στην ηγεσία της;