Η τουρκική προκλητικότητα και τα σχέδια Ερντογάν για την επανασύσταση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, με αιχμή του δόρατος σε πρώτη φάση τη γαλάζια παρτίδα, που προέκυψε από τα «σύνορα της καρδιάς μας», αποτέλεσαν το πρελούδιο των επιδιώξεων της Άγκυρας.

Του Τάσου Παπαδόπουλου

Οι επιθετικές αυτές κινήσεις έχουν δημιουργήσει στην Ελλάδα πολλές και ποικίλες αντιδράσεις και εκτιμήσεις.

Από τη μία πλευρά έχουμε όσους διακατέχονται από το λεγόμενο φοβικό σύνδρομο, που μεταφράζεται στην πράξη, δώσε για να σώσεις, που πολύ  απλά σημαίνει, υποχώρησε, γιατί διαφορετικά σε περιμένει η λαιμητόμος.

Κακά τα ψέματα με αυτό το φοβικό σύνδρομο κινήθηκε η ελληνική εξωτερική πολιτική μετά την εισβολή του Αττίλα στην Κύπρο, τον Ιούλιο του 1974.

Μέχρι σήμερα έχουμε και λέμε:

Το Πρακτικό της Βέρνης, τον Νοέμβριο του 1976 μεταξύ Κ. Καραμανλή και Σ. Ντεμιρέλ, δεσμεύτηκαν οι δύο χώρες να μην προβούν σε έρευνα και εκμετάλλευση τυχόν κοιτασμάτων πετρελαίου πέρα από τα χωρικά ύδατα των 6 μιλίων, από τις ηπειρωτικές ακτές.

Ακολούθησε η Συμφωνία του Νταβός το Φεβρουάριο του 1988 μεταξύ Α. Παπανδρέου και Τ. Οζάλ, με την οποία οι δύο χώρες συμφωνούν να περιορίσουν την ερευνητική τους δραστηριότητα για ανεύρεση κοιτασμάτων πετρελαίου στην αιγιαλίτιδα ζώνη τους. Δηλαδή, στην ουσία επαναβεβαίωσαν το Πρακτικό της Βέρνης.

Τον ίδιο χρόνο οι υπουργοί Εξωτερικών Κ. Παπούλιας και Μ. Γιλμάζ υπέγραψαν  το Μνημόνιο της Βουλιαγμένης. Σε αυτό προβλεπόταν η μη διεξαγωγή ασκήσεων, πτήσεων και άλλων δραστηριοτήτων στο Αιγαίο κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, των εθνικών και των θρησκευτικών εορτών των δύο χωρών.

Το μνημόνιο αυτό το μοναδικό που δέσμευε  την Τουρκία, το έγραψαν οι γείτονές μας στα παλαιότερα των υποδημάτων τους.  

Στη συνέχεια ήρθε η Συμφωνία της Μαδρίτης, τον Ιούλιο του 1997, μεταξύ Κ. Σημίτη και Σ. Ντεμιρέλ, με την οποία η Ελλάδα αναγνωρίζει «τα ζωτικά συμφέροντα και ενδιαφέροντα» της Τουρκίας στο Αιγαίο και δεσμεύθηκε  να μην προχωρήσει σε μονομερείς ενέργειες, όπως η άσκηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων για έρευνες στην υφαλοκρηπίδα, επέκταση χωρικών υδάτων, κ.λπ.

Στη Σύνοδο Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο Ελσίνκι, το Δεκέμβρη του 1999, η Ελλάδα δέχθηκε στο πλαίσιο της ενεργοποίησης της ενταξιακής διαδικασίας της Τουρκίας, την ύπαρξη προς διευθέτηση «συνοριακών διαφορών».

Μετά από αυτές τις σοβαρές υποχωρήσεις εξημερώθηκε άραγε το θηρίο; Απεναντίας του άνοιξε περισσότερο η όρεξή και  επιδιώκει τώρα χωρίς προφάσεις να αναθεωρήσει τη Συνθήκη της Λωζάννης και ποιος ξέρει τι άλλο θα μας ξεφουρνίσει, στο άμεσο μέλλον.

Οι έχοντες το φοβικό σύνδρομο απέναντι στην Τουρκία, ψελλίζουν τώρα ότι οφείλουμε να κάνουμε περαιτέρω παραχωρήσεις, στο εξαγριωμένο  γείτονά μας, όπως αυτή του να πάμε στη Χάγη ολόκληρο το πακέτο των διεκδικήσεων της Άγκυρας και κάποιοι προχωρούν περισσότερο μιλώντας για συνεκμετάλλευση.

Πράγμα που σημαίνει ότι η Ελλάδα πρόκειται να δεχθεί στην ουσία συζήτηση για θέματα εθνικής κυριαρχίας.

Δηλαδή απλά να απεμπολήσει  το δικαίωμα της επέκτασης των χωρικών των υδάτων και του εναερίου χώρου στα 12 ν. μίλια, κάτι που μπορεί να κάνει μονομερώς με βάση το Διεθνές Δίκαιο ανά πάσα στιγμή και να δεχθεί να συζητήσει τις αξιώσεις της Τουρκίας σε νησιά, κατοικημένα και μη του Ανατολικού Αιγαίου, να διαπραγματευθεί επίσης την αποστρατικοποίηση των νησιών, τα όρια του FIR  Αθηνών καθώς και την ζώνη έρευνας και διάσωσης.  

Πέρα από τους φοβικούς, στην αντίπερα όχθη βρίσκονται οι λεγόμενοι Ελληναράδες. Οι τελευταίοι μιλούν για δυναμική αναμέτρηση με την Τουρκία και όποιον πάρει ο χάρος.

Όμως, πέραν από τους μεν και τους δε, υπάρχει και η άποψη, που δεν πιστεύει ότι οι υποχωρήσεις, που επανειλημμένα έκανε η Ελλάδα χωρίς κανένα αποτέλεσμα, μια και οι ατέρμονες συνομιλίες των δύο πλευρών εδώ και σαράντα και πλέον χρόνια, ουδέν απέδωσαν, και υποστηρίζει ότι εδώ και τώρα πρέπει να πάρουν τέλος.

Η Ελλάδα, θέση που υποστηρίζουν σοβαροί καθηγητές όπως οι Θ. Καρυώτης, Γ. Μάζης, Α. Συρίγος  και πολλοί άλλοι, πρέπει να επεκτείνει την αιγιαλίτιδα της ζώνη στα 12 μίλια, όπως έχει αναφαίρετο δικαίωμα και να ανακηρύξει την ΑΟΖ της σε όλη την επικράτεια, συνεχίζοντας παράλληλα τις προσπάθειες οριοθέτησης της, με όμορες χώρες Ιταλία Αίγυπτο κ.λπ.

Έτσι και όχι με την υπογραφή της συμφωνίας για τον East Med, που έγινε το στις 2 Ιανουαρίου στην Αθήνα, θα διασφαλίσει τα δικαιώματα της. Γιατί οι εκτός Διεθνούς Δικαίου ενέργειες της Άγκυρας, όπως έχει διαπιστωθεί, αντιμετωπίζονται χαλαρά από την Διεθνή Κοινότητα.

Αυτές επιτρέπουν στην Τουρκία να επιτύχει, μέσω της χρησικτησίας του διαδρόμου, που έφτιαξε σε συμφωνία με τον Φαγιέζ αλ Σαράτζ, να παγίωση την παράνομη κατοχή και στην συνέχεια κερδίσει την κυριότητα του θαλασσίου χώρου, νομιμοποιώντας τα τετελεσμένα.

Τα ίδια ακούγαμε από το πολιτικό σύστημα και πριν 45 και πλέον χρόνια, με την εισβολή της Τουρκίας στην Κύπρο και την κατοχή του 36% ενός ανεξάρτητου κράτους μέλους του ΟΗΕ. Όχι μόνο δεν έγινε κάτι, όλα αυτά τα χρόνια.

Αντίθετα η Τουρκία παγίωσε τα τετελεσμένα, το 1983 ανακήρυξε το ψευδοκράτος στα κατεχόμενα και σήμερα μιλάει ισότιμα ο Πρόεδρος της Κύπρου με τον κατοχικό εκπρόσωπο της Άγκυρας, που τον χρησιμοποιεί ο Ερντογάν σαν μαριονέτα, στις άνευ αποτελέσματος ατέρμονες συνομιλίες.

Αν το φοβικό σύνδρομο δεν ξεπεραστεί, τα νέα τετελεσμένα στην Ανατολική Μεσόγειο θα γίνουν πραγματικό γεγονός, όπως συνέβη στην Αλεξανδρέττα, στην Ίμβρο, στην Τένεδο, στην Κωνσταντινούπολη, στην Κύπρο, στην Συρία, τότε η Τουρκία θα έχει κάνει ένα ακόμη βήμα προς την Φιλανδοποίηση της Ελλάδας…