Αποτίμηση των όσων έζησε από τη στιγμή που έγινε γνωστό το σκάνδαλο Qatargate, τις σκέψεις της μέσα στις φυλακές του Χααρεν όπου κρατήθηκε για τέσσερις μήνες και τις δύσκολες στιγμές περιγράφει στο «Βήμα της Κυριακής» η Εύα Καϊλή η οποία τονίζει πως αν δεν καταφέρει να πείσει για την αθωότητα της δεν θα επιστρέψει ποτέ στην Ελλάδα.
Όπως λέει χαρακτηριστικά: «Δεν θα υποκύψω, αν αποτύχω να πείσω την βελγική Δικαιοσύνη ότι είμαι αθώα, δεν θα επιστρέψω ποτέ στην πατρίδα μου, θα ντρεπόμουν να κοιτάξω στα μάτια τους ανθρώπους που έχω συμπορευθεί από μαθήτρια του λυκείου μαζί τους. Η ντροπή είναι ένα συναίσθημα που δεν μπορώ να το μεταβολίσω, με συγκλονίζει».
Τέσσερις μήνες μετά και κατόπιν τριών τετ α τετ με τις βελγικές δικαστικές αρχές, που κατέληξαν σε ισάριθμες απορρίψεις αιτήσεων αποφυλάκισης, και λίγο πριν περάσει το κατώφλι των φυλακών του Χάρεν, η Εύα Καϊλή καταθέτει στο «Βήμα» τις πρώτες σκέψεις της και κάνει τον απολογισμό της δυσκολότερης περιόδου της ζωής της.
«Τον Δεκέμβριο του 2022, όταν πληροφορήθηκα από τα μέσα ενημέρωσης σε τι κατηγορίες εφέρετο ότι συμμετείχε ο σύντροφός μου και πατέρας της κόρης μου, κατέρρευσε όλη μου η ύπαρξη, χάθηκε ξαφνικά ο κόσμος όλος, έγινα χίλια κομμάτια» αναφέρει χαρακτηριστικά για εκείνες τις ώρες που «ξεκίνησαν όλα», ενώ ανατρέχει και στην αντιμετώπιση που έτυχε από συντρόφους, συναδέλφους, συνεργάτες, ακόμα και φίλους.
«Μετά ήλθε η απόλυτη απομόνωση και απόρριψη απο τους πάντες, τους συναδέλφους μου στην Ευρωβουλή, τον πολιτικό κόσμο στην πατρίδα μου, τους φίλους, τους γνωστούς. Ήταν σαν να μην υπήρξα. Βρέθηκα στη φυλακή, μακριά από την κόρη μου, με μόνη συντροφιά την ελπίδα ότι αυτό που ζω είναι ψευδαίσθηση. Παραμιλούσα, φώναζα ‘είμαι αθώα’, αλλά οι τοίχοι και τα κάγκελα δεν ακούν», λέει χαρακτηριστικά.
Δεν έκρυψε μάλιστα πως μέσα στην φυλακή σκέφτηκε να βάλει τέλος στην ζωή της. «Είναι αλήθεια μπορώ να το πω, πέρασαν στιγμές που σκέφτηκα να τελειώσω μόνη μου το μαρτύριο της εκκωφαντικής μοναξιάς. Δείλιασα δεν το έκανα, η σκέψη της κορούλας μου δεν με άφηνε, με στήριζε, μου έδωσε νόημα να σηκωθώ, να πολεμήσω για να αποδείξω ότι είμαι αθώα, για να μην ντρέπεται η κόρη μου για εμένα».
Με υποτίμησαν, με προσέβαλαν ως γυναίκα, με απαξίωσαν είπε αλλά θα συνεχίσει τον αγώνα όπως τον χαρακτηρίζει για την αθώωσή της.
Μάλιστα οι δικηγόροι της Εύας Καϊλή σχεδιάζουν να ζητήσουν άρση του κατ` οίκον περιορισμού αλλά και να της αφαιρεθεί το βραχιολάκι, των δυο περιοριστικών όρων δηλαδή που της επιβληθηκαν προκειμένου να αποφυλακιστεί.
«Μετά από ένα άλφα χρονικό διάστημα να ζητήσουμε να αρθεί ο κατ’ οίκον περιορισμός, να βγει το βραχιολάκι. Δεν είναι ύποπτη φυγής, δεν είναι ύποπτη τελέσεως άλλων αδικημάτων. Θα ζητήσει επίσης όσος χρόνος μένει πολιτικός, να ασκεί τα δικαιώματά της και τα καθήκοντά της στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, να συμμετέχει δηλαδή στις συνεδριάσεις και να ψηφίζει κατά συνείδηση όπως πάντα», δήλωσε ο δικηγόρος της, Μιχάλης Δημητρακόπουλος. «Η μεγάλη αγωνία της κ. Καϊλή είναι να μπορέσει πάλι να επιστρέψει, αφού πρώτα αθωωθεί, στην πατρίδα της, και να ξέρει ότι οι ψηφοφόροι της που τόσα χρόνια την τιμούν με την ψήφο τους δεν τους πρόδωσε», συμπλήρωσε ο κ. Δημητρακόπουλος.
Σημειώνεται ότι η Ελληνίδα Ευρωβουλευτής και πρώην Αντιπρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου αποφυλακίστηκε την Μεγάλη Παρασκευή (14/4), καθώς κρίθηκε ελεύθερη με περιοριστικούς όρους για το σκάνδαλο Qatargate.
Όπως δήλωσε ο συνήγορός της δεν βρέθηκαν δακτυλικά της αποτυπώματα στα χρήματα που φαίνεται να πέρασαν από τα χέρια του Αντόνιο Παντσέρι και του Φραντσέσκο Τζόρτζι το διάστημα 2018 – 2022, κυρίως σε μετρητά και προέρχονταν από το Κατάρ, από το Μαρόκο και από την Μαυριτανία.
Η 44χρονη πολιτικός ήταν η τελευταία από τους κατηγορούμενους του σκανδάλου διαφθοράς που παρέμενε, εδώ και τέσσερις περίπου μήνες, στις φυλακές του Χάρεν.
Μετά τον Φραντσέσκο Τζόρτζι, ελεύθερος υπό ηλεκτρονική επιτήρηση αφέθηκε ο Ιταλός πρώην ευρωβουλευτής Αντόνιο Παντσέρι, ο θεωρούμενος «εγκέφαλος» του Qatargate που συνεργάστηκε με τις Αρχές, ενώ ακολούθησε και η αποφυλάκιση με ηλεκτρονικό βραχιολάκι του Βέλγου ευρωβουλευτή Μαρκ Ταραμπέλα.