Σημαντικά και άκρως ενδιαφέροντα είναι τα ευρήματα των δημοσκοπήσεων που βλέπουν τις τελευταίες ημέρες το φως της δημοσιότητας. Όλες δείχνουν μια ανάκαμψη της Νέας Δημοκρατίας ως αποτέλεσμα των εξαγγελιών Μητσοτάκη, αν και η ακρίβεια εξακολουθεί να αποτελεί το μεγάλο βαρίδι για την κυβέρνηση. Ο Μητσοτάκης διατηρεί την ισχύ του έναντι των αντιπάλων του, κάτι που βοηθάει φυσικά τη Νέα Δημοκρατία στην πρόθεση ψήφου.
Γράφει ο Λουκάς Γεωργιάδης
Σύμφωνα με τη χθεσινή δημοσκόπηση της Pulse για τον τηλεοπτικό σταθμό ΣΚΑΪ, το 45% βλέπει θετικά και μάλλον θετικά τα μέτρα που εξήγγειλε ο πρωθυπουργός από τη Θεσσαλονίκη, γεγονός που δίνει βαθιά ανάσα σε δημοσκοπικό επίπεδο, καθώς η Νέα Δημοκρατία καταγράφει ποσοστό 30%. Από κει και πέρα, το ΠΑΣΟΚ «τσιμπάει» και αυτό πιστώνεται στον Νίκο Ανδρουλάκη (16%), ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται στο 12,5%, με τους 2 στους 3 να κρίνουν αρνητικά την πρόταση μομφής που κατέθεσαν κατά του Κασσελάκη τα στελέχη του.
Στην ίδια δημοσκόπηση καταγράφεται προβάδισμα του Νίκου Ανδρουλάκη στις εσωκομματικές εκλογές έναντι του Χάρη Δούκα, αλλά μια βαθύτερη ανάλυση των ποιοτικών χαρακτηριστικών, δείχνει ότι το ΠΑΣΟΚ θα έχει πρόβλημα την επόμενη μέρα. Στην ουσία το ΠΑΣΟΚ είναι τριχοτομημένο. Από τη μία ο Νίκος Ανδρουλάκης θέλει να εκφράσει το παλαιό Παπανδρεϊκό ΠΑΣΟΚ, η Άννα Διαμαντοπούλου κάνει λόγο για τη σοσιαλδημοκρατία, ενώ ο Δούκας κλείνει το μάτι προς τον ΣΥΡΙΖΑ. Αυτά τα τρία μαζί είναι δύσκολο να συνυπάρξουν την επόμενη μέρα, ανεξαρτήτως του προσώπου που θα είναι αρχηγός του κόμματος.
Ο Ανδρουλάκης πιστώνεται τη βελτίωση της δημοσκοπικής εικόνας του ΠΑΣΟΚ, αλλά δεν μπορεί να εμπνεύσει παραπέρα. Δούκας και Διαμαντοπούλου έχουν το μειονέκτημα ότι δεν βρίσκονται εντός Βουλής. Ο δεύτερος γύρος θα είναι ανοικτός με πιθανότερο σενάριο να προκύψει τελικός Ανδρουλάκη-Δούκα, όπου όλα μπορούν να συμβούν.
Κανείς όμως απ΄ όλους τους υποψηφίους δεν αποτελεί απειλή για τον Μητσοτάκη. Αρκεί να σημειωθεί ότι με βάση τις δημοσκοπήσεις, ότι οι εξελίξεις στην Κεντροαριστερά δεν αφορούν κανέναν άλλον, πλην των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχει απήχηση στη συντριπτική πλειονότητα των εκλογικού σώματος.
Με βάση τα παραπάνω, ο Μητσοτάκης αφενός κερδίζει απευθείας κοινό λόγω των εξαγγελιών του και από την άλλη πλευρά, δεν απειλείται από τους πολιτικούς του αντιπάλους, οι οποίοι, δεν μπορούν να απευθυνθούν σε ευρύτερο ακροατήριο. Μοιραία, η εκλογή αρχηγού στο ΠΑΣΟΚ θα προκαλέσει γκρίνιες και εσωκομματικές διενέξεις, ανεξαρτήτως του προσώπου που θα ηγηθεί. Την ίδια στιγμή, ο ημι-διαλυμένος ΣΥΡΙΖΑ, είτε με Κασσελάκη είτε με κάποιον άλλον, θα εισέλθει σε περιδίνηση, με τους... πικραμένους να αναζητούν στέγη στο ΠΑΣΟΚ ή σε άλλα αριστερά κόμματα ή και αυτόνομα.
Πάντως, το μόνο σίγουρο είναι ότι η κινητικότητα στην Κεντροαριστερά ακόμη και αν φέρει το ΠΑΣΟΚ στη δεύτερη θέση με διαφορά από τον ΣΥΡΙΖΑ, εντούτοις δεν θα δημιουργήσει προοπτική για τη διαμόρφωση ενός κυβερνητικού αφηγήματος με εξόχως αντι-μητσοτακικά χαρακτηριστικά. Το πρόβλημα σε ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ είναι πολύ βαθύτερο και έχει να κάνει με την αδυναμία άρθρωσης σύγχρονου πειστικού κυβερνητικού λόγου, που θα ξεφεύγει από την εύκολη επιλογή του λαϊκισμού. Το τελευταίο είναι και το μεγάλο πρόβλημα που δεν πρόκειται να ξεπεράσουν πρώτα απ΄ όλα ο ΣΥΡΙΖΑ και δευτερευόντως το ΠΑΣΟΚ.