Όσο η Ελλάδα ενισχύει τη θέση της στην ευρύτερη περιοχή της ανατολική Μεσογείου και στο διεθνές status quo, τόσο η Τουρκία θα αυξάνει την προκλητικότητα και τις απειλές απέναντι στη χώρα.
Αυτό εκτιμούν πολιτικοί αναλυτές και διπλωμάτες αναλύοντας την απρεπή συμπεριφορά της γείτονος η οποία μετά από ένα σύντομο καλοκαιρινό διάλειμμα επέστρεψε στις τακτικές της έντασης και της πόλωσης.
Η αποδυνάμωση της Άγκυρας σε μια κρίσιμη περίοδο σε συνδυασμό με τα έντονα εσωτερικά προβλήματα που αντιμετωπίζει κυρίως σε ότι αφορά στην οικονομία, καθιστούν αναπόφευκτη τη σκλήρυνση της πολιτικής μιας κυβέρνησης που βλέπει τους γείτονες της να κάνουν αποφασιστικά βήματα για την αμυντική ενίσχυση έχοντας εξασφαλίσει ισχυρά ερείσματα και ανοίγματα τόσο στην Ευρώπη, όσο στις ΗΠΑ και στον αραβικό κόσμο.
Η Αθήνα προτάσσει με αυτοπεποίθηση το εθνικό αλλά και το ευρωπαϊκό συμφέρον και αντιμετωπίζει με αποφασιστικότητα τους κινδύνους που προέρχονται από την Ανατολή, έχοντας στείλει σαφή μηνύματα για συνέχιση του διαλόγου υπό προϋποθέσεις χωρίς ωστόσο να κάνει εκπτώσεις στην υπεράσπιση των κυριαρχικών δικαιωμάτων και των συνόρων της.
Την ίδια ώρα, η τουρκική κυβέρνηση έχει το βλέμμα της στη Γερμανία και στις διαπραγματεύσεις για το σχηματισμό Κυβέρνησης μετά την εκλογική επιτυχία Σόλτς. Χωρίς αμφιβολία το Βερολίνο για τους γνωστούς εσωτερικούς λόγους αποτέλεσε έναν από τους βασικούς συμπαραστάτες του κ. Ερντογάν τα περασμένα χρόνια.
Αυτό σημαίνει πως η τουρκική διπλωματία αναμένει ανάλογη στάση από το διάδοχο της Άνγκελα Μέρκελ για να ισορροπήσει την κατάσταση και να βρει ένα στήριγμα τη στιγμή που η Ελλάδα αναπτύσσει έντονη διπλωματική κινητικότητα τους τελευταίους μήνες.
Αυτό το διπλωματικό και πολιτικό μπρά ντε φερ μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας αναμένεται να συνεχιστεί, με τις πιθανότητες για τη διατήρηση ενός κλίματος διαλόγου και ενός πνεύματος συνεργασίας να περιορίζεται, όσο η Άγκυρα συνεχίζει ακάθεκτη τη στρατηγική του ταραξία της περιοχής.