Ως «τη σημαντικότερη απειλή για την πρωτοκαθεδρία του Αλέξη Τσίπρα στη σύγχρονη κεντροαριστερά» αντιμετωπίζεται από τον ΣΥΡΙΖΑ η υποψηφιότητα του Γιώργου Παπανδρέου για την προεδρία του ΚΙΝΑΛ.
Του Χρήστου Υφαντή
Στην προβληματική της αξιωματικής αντιπολίτευσης για την πεπερασμένη διεισδυτικότητα του κ. Τσίπρα στον πέραν του ΣΥΡΙΖΑ χώρο, με τις δημοσκοπήσεις όλες να αποτυπώνουν ότι υπολείπεται και του «κανένα» στην κυβερνησιμότητα, η προοπτική να προκύψει στο ΚΙΝΑΛ ο Γιώργος Παπανδρέου και να αναβιώσει (την επομένη) το βασικό εκλογικό δίλημμα της ύστερης περιόδου της μεταπολίτευσης «Παπανδρέου Vs Μητσοτάκης» είναι κάτι σαν τον «θάνατο του εμποράκου», δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί.
Η υποψηφιότητα (αν κατατεθεί) του κ. Παπανδρέου, ανεξαρτήτως της τελικής έκβασης, διεμβολίζει ήδη το πολιτικό σκηνικό, ειδικά τους δύο βασικούς πολιτικούς σχηματισμούς (ΝΔ – ΣΥΡΙΖΑ), δημιουργεί νέα δεδομένα στην κεντροαριστερά και «απειλεί» να επανατοποθετήσει τα βασικά εκλογικά διλήμματα, να επανακαθορίσει τα όρια της ορατής κυβερνησιμότητας.
Ο Γιώργος Παπανδρέου μπορεί (οι λόγοι ελάχιστη σχέση έχουν, είναι ψυχοπαθολογία περισσότερο) να προσφέρει στον πέραν της Νέας Δημοκρατίας πολιτικό χώρο αυτό που όλοι οι σημερινοί «ηγέτες» (του κ. Τσίπρα περιλαμβανομένου) του αδυνατούν να του δώσουν, δηλαδή να διαχειριστούν κυβερνητικά την δεδομένη κεντροαριστερή παράδοση της ελληνικής κοινωνίας, με αποτέλεσμα να κυριαρχεί στις εξελίξεις άνευ αντιπάλου ο Κυριάκος Μητσοτάκης και να διαμορφώνει τις ισορροπίες κατά πως τον συμφέρουν.
Η πραγματική απήχηση του κ. Τσίπρα έχει καταμετρηθεί, έχει «ταβανιάσει», δεν συνιστά απειλή για κανένα, πόσο μάλλον για τον Μητσοτάκη. Το αφήγημα του «Αλέξη» είναι για περιορισμένο ακροατήριο, η ανάγκη να διαμορφωθούν νέες συνθήκες και στην πολιτική έκφραση της κεντροαριστεράς είναι ολοφάνερη, όσοι (κι είναι αρκετοί) αναζητούν ένα εναλλακτικό πόλο δεν βολεύονται πλέον μαζί του.
Στην ίδια, ακριβώς, κατάσταση βρίσκονται και όλοι οι υπόλοιποι υποψήφιοι του ΚΙΝΑΛ: για μερικές εξαιρετικά απλές και αντικειμενικές προϋποθέσεις αδυνατούν να αποτελέσουν το αντίπαλο δέος στον πρωθυπουργό και στη Νέα Δημοκρατία, μερικών το αφήγημα είναι εξαιρετικά δυσδιάκριτο και οι προοπτικές όσων ψαρεύουν στα θολά νερά του πρώιμου παπανδρεϊσμού απελπιστικά αδύναμες.
Εννοείται, πως στον πέραν του ΣΥΡΙΖΑ και του ΚΙΝΑΛ χώρο η κατάσταση εμφανίζεται ως φαρσοκωμωδία, εκεί επιπλέουν τα απομεινάρια της σταλινοκρατίας και μερικές γραφικές περιπτώσεις ψεκασμένων (κανονικών και φαντασιακών).
Η σημερινή τάξη πραγμάτων δυσκολεύει σημαντικά έναν από τους βασικούς πόλους του ελληνικού επιχειρείν: οι παλιοί «καπεταναίοι» του νεοελληνικού βαθέως κρατικού καπιταλισμού ολοφύρονται στην προοπτική «να φάνε στη μάπα» (αυτή είναι η έκφραση) τον Κυριάκο ακόμη πέντε – έξι χρόνια, αναζητούν (εδώ και καιρό) διέξοδο, η είσοδος νέων νταραβεριτζήδων στο προσκήνιο τους τρομάζει, οι τομείς που προσανατολίζεται να κατευθυνθεί «η νέα ελληνική οικονομία με τους Μπουρλάδες και τους Έλον Μασκ» είναι γι’ αυτούς tabula rasa.
Σε αυτό το σκληρό, το ανελέητο παιχνίδι του επανακαθορισμού των ισορροπιών στο εγχώριο επιχειρείν (στην προοπτική των δισεκατομμυρίων του Ταμείου Ανάκαμψης και όσων ακόμη αναμένονται στο επόμενο χρονικό διάστημα) οι παλιοί σερίφηδες αναζητούν μανιωδώς πολιτική έκφραση και εκλογική επικράτηση, η Περιστέρα ότι μπορούσε έκανε, άλλο δεν είναι σε θέση να προσφέρει.
Ένα νέο/παλιό όνομα με ισχυρές αναφορές στην «παλιά καλή Ελλάδα των επιδομάτων», που ακόμη γοητεύει την λαϊκίστικη ψυχή του νεοέλληνα, είναι η καλύτερη επιλογή.
Ο Γιώργος Παπανδρέου συγκεντρώνει όλα αυτά τα στοιχεία. Κουβαλάει ένα βαρύ όνομα «σαν ιστορία», έχει πέρασμα στην ανερχόμενη εκσυγχρονιστική τάξη, (μπορεί να) είναι συνομιλητής κυβερνήσεων και θεσμών στο εξωτερικό, είναι όσο χρειάζεται Αμερικανός και Ευρωπαίος, έχει αποκαθαρθεί από το μνημόνιο, όλοι αναγνώρισαν την αναγκαιότητα του, κουβαλάει το φωτοστέφανο εκείνου που δεν του επέτρεψαν να κάνει δημοψήφισμα και τον «καθάρισαν στεγνά τα συμφέροντα των Γαλλογερμανών της Μέρκελ και του Σαρκοζί».
Την ίδια ώρα κάνει «κλικ» στη βασανισμένη καρδιά του τίμιου πασόκου, του μη προνομιούχου που ταλαιπωρήθηκε από τα μνημόνια, ακούγεται ευχάριστα και στα αυτιά των απανταχού συριζαίων, από την ώρα μάλιστα που ο δικός τους (ο Αλέξης) ότι είχε να δώσει το έδωκε…, είναι ένα πακέτο που αν δεν τα έχει όλα, έχει τα περισσότερα, αυτά που μπορούν, με την κατάλληλη βοήθεια, να κάνουν κάποιον πρωθυπουργό.
Αν, μάλιστα, έχει και συναίσθηση των «δικών του ανθρώπων», αυτών που τον βοήθησαν και τον στήριξαν είναι ταμάμ για υποψήφιος, τα υπόλοιπα (ψήφους κ.λ.π.) θα τα βρει η υπηρεσία και με το παραπάνω.
Γίνεται μετά από όλα αυτά να αισθάνεται καλά ο Αλέξης στην πλατεία Κουμουνδούρου;