Αντιμέτωπος με τις συνέπειες των λανθασμένων επιλογών και της αδιέξοδης στρατηγικής του βρίσκεται ο Αλέξης Τσίπρας.

Δεν είναι μόνο η δημοσκοπική καθίζηση του κόμματος που κάνει δυσοίωνες τις προβλέψεις για τη νέα χρονιά, αλλά η διαρκής άρνηση της ηγεσίας της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης να λάβει τα μηνύματα της κοινωνίας, να προσαρμόσει το πολιτικό της αφήγημα στη σύγχρονη εποχή και να αφήσει πίσω τις λογικές και τακτικές μιας χρεοκοπημένης περιόδου και του παλιού διχασμού που κρατούσε τη χώρα κολλημένη στο χθες.

Η απουσία γρήγορων ανακλαστικών, οι ιδεοληψίες πάνω σε θέματα αιχμής, σε συνδυασμό με την εμμονή στην καταστροφολογία και την εκμετάλλευση του ανθρώπινου πόνου στο μέτωπο της πανδημίας αποτελούν μερικές από τις βασικές αιτίες που ένα σημαντικό ποσοστό των ψηφοφόρων έχει γυρίσει την πλάτη στα διχαστικά κελεύσματα της Κουμουνδούρου.

Το 2022 ενδέχεται να εξελιχθεί σε χρονιά καθοριστικής σημασίας για το πολιτικό μέλλον του κ. Τσίπρα, ο οποίος έχει να αντιμετωπίσει ταυτόχρονα τις παθογένειες της παράταξης του και τα εσωκομματικά μέτωπα, το ισχυρό προβάδισμα του Κυριάκου Μητσοτάκη, αλλά και την επέλαση του ΚΙΝΑΛ υπό τον Νίκο Ανδρουλάκη στον ευρύτερο χώρο της Κεντροαριστεράς.

Παράλληλα, τα κόμματα που βρίσκονται στα Αριστερά του (ΚΚΕ και Μέρα25) καραδοκούν για να υφαρπάξουν τις ψήφους απογοητευμένων ψηφοφόρων και όλη αυτή η κατάσταση δημιουργεί ένα εκρηκτικό μείγμα που δεν αφήνει περιθώρια για αισιοδοξία όσον αφορά το μέλλον και την επόμενη εκλογική αναμέτρηση.

Ο κ. Τσίπρας πληρώνει σε μεγάλο βαθμό δύο πράγματα: αφενός την ατολμία του να σπάσει αυγά στο εσωτερικό αμέσως μετά την εκλογική συντριβή του 2019, αφετέρου να αλλάξει τη φυσιογνωμία της παράταξης του, δίνοντας ένα περισσότερο σοσιαλδημοκρατικό στίγμα. Πέρα από κάθε αμφιβολία τα δύσκολα είναι μπροστά και η κλεψύδρα της περιόδου Τσίπρα στο ΣΥΡΙΖΑ αδειάζει επικίνδυνα.