Η απόφαση «να μην ασχοληθεί με ένα περιβάλλον που όζει και που μια κυβερνητική παρέμβαση τίποτε δεν θα προσφέρει πολιτικά και επικοινωνιακά» είναι μια κάποια εξήγηση, συνδέεται και με τη φημολογία πως ανώτερος παράγοντας της UEFA (ναι, ο γνωστός σε όλους) έπεισε τον κ. Μητσοτάκη «να μην χαραμίσει πολιτικό κεφάλαιο στο ποδόσφαιρο και να αφήσει στις διεθνείς ομοσπονδίες να εξορθολογίσουν την κατάσταση».
Σε αυτό το πλαίσιο ο πρωθυπουργός σύρθηκε αιχμάλωτος στην υπογραφή μιας αποικιοκρατικής σύμβασης ( η διαβόητη «Ολιστική Μελέτη»), στην οποία το ελληνικό κράτος εμφανίζεται να «παρακαλάει την ΕΠΟ των καφετζήδων» να εφαρμόσει τις διατάξεις της Μελέτης «εάν και εφόσον η ίδια το επιθυμεί».
Την υπογραφή αυτής της δήθεν συμφωνίας κανείς από τους επαΐοντες δεν κατανόησε, ούτε και την αποθέωσή της ως λύση «δια πάσαν νόσον και πάσαν μαλακίαν». ΟΙ προειδοποιήσεις τους δεν εισακούστηκαν. Αντίθετα η ζωή επιβεβαίωσε πλήρως του φόβους όσων ήξεραν πρόσωπα και πράγματα και οδήγησε την κατάσταση στα άκρα.
Η ΕΠΟ σήμερα, εξαιρετικά ενδυναμωμένη από την πρωθυπουργική υπογραφή σε μία έκθεση ιδεών της κακιάς ώρας, την υλοποίηση (εν μέρει και σε όσα την ΕΠΟ συμφέρουν) της οποίας η ίδια η Ομοσπονδία επιμελείται, έχει εκτροχιαστεί παντελώς, δεν υπολογίζει κανένα, λειτουργεί ως κανονικό παρακράτος και πλευρές της λειτουργίας της συνάδουν ευθέως με δραστηριότητες της νύχτας.
Με την κυβέρνηση συνειδητά να καθεύδει, την ΕΠΟ ενδυναμωμένη από την αοριστολογία της Ολιστικής Μελέτης και την καθημερινά καταγγελλόμενη συμμορία των στοιχηματζήδων επισπεύδουσα υπέρ της σκληρής υπεράσπισης, κυρίως μέσω των ενεργούμενων της ΚΕΔ, των επιχειρηματικών και ποδοσφαιρικών συμφερόντων συγκεκριμένων προσώπων και ομάδων, η εικόνα που προκύπτει είναι η τέλεια καταιγίδα, η επέλευσης της οποίας θα ανατινάξει, σε ένα μεγάλο βαθμό, κάθε κοινωνική και πολιτική συμφωνία, με το Μέγαρο Μαξίμου να είναι ο τελικός αποδέκτης όσων θα προκύψουν.
Κάθε λογικός αρνείται να παραδεχτεί πως η κυβέρνηση αγνοεί την δυναμική των εξελίξεων στο ποδόσφαιρο, ειδικά όταν αυτές συνδέονται με το θυμικό και την κοινωνική επιρροή κυρίως πολύ μεγάλων ομάδων, δηλαδή της μεγαλύτερης τη χώρας, του Ολυμπιακού. Δεν είναι συμβατή με την πρωθυπουργική ευαισθησία η εικόνα των στελεχών του Μεγάρου Μαξίμου να επιχειρούν, με όρους ψιλικατζή, να «ερμηνεύσουν» γεγονότα και εξελίξεις εντός των γηπέδων που αποδεικνύουν κάθε αγωνιστική ημέρα πως «ελέφαντας στο δωμάτιο υπάρχει, ανεξάρτητα από το εάν κάποιοι παριστάνουν πως δεν τον βλέπουν».
Για να κάνουμε ταμείο: Ότι σήμερα στο ποδόσφαιρο συμβαίνει δεν είναι προϊόν παρθενογέννεσης, προκύπτει ως αβίαστη αλήθεια από την περίοδο 2015-2019 και τον «χρυσό αιώνα του Κοντονή» και συνεχίζεται με αμείωτη ένταση σε όλη την διακυβέρνηση της νέας Δημοκρατίας, από την αγωνιστική περίοδο 2022/2023 η κατάσταση έχει παντελώς ξεφύγει.
Ότι αυτή η τάξη πραγμάτων συνεχίζει να κυριαρχεί ανεξάρτητα από τις εναλλαγές των κυβερνήσεων αποδεικνύει πως παράλληλα με την κανονική κυβέρνηση στη χώρα υπάρχει και λειτουργεί, όπως καταγγέλλεται, ένα κανονικό ποδοσφαιρικό παρακράτος με ισχυρές ( και πασίγνωστες) διεθνείς διασυνδέσεις, η εξουσία του οποίου εμφανίζεται ανεξέλεγκτη, απέναντι στο οποίο ακόμη και το «επιτελικό κράτος» του Μεγάρου Μαξίμου δηλώνει αδύναμο και ανίσχυρο και καταναλώνεται να συνδέει την προφανή αδυναμία του να αποκαταστήσει την διαταραγμένη νομιμότητα με δήθεν διαιτητικά σφυρίγματα «για τα οποία δεν φέρει ευθύνη ο πρωθυπουργός και η κυβέρνηση».
Η σημερινή (και σίγουρα και η αυριανή) ΕΠΟ είναι ο ελέφαντας στο δωμάτιο κι εκεί στο Μαξίμου βρίσκονται ένα βήμα πριν ένα πολύ μεγάλο μέρος της κοινωνίας των πολιτών ξεκινήσει να τους αντιμετωπίζει από γραφικούς έως συνένοχους σε όσα συμβαίνουν και να καταλογίζει ευθύνες επί δικαίων και αδίκων, επί παρόντων και «απόντων», επί «ευαίσθητων» (όπως ο κ. Γεραπετρίτης στην υπόθεση της πολυιδιοκτησίας του ΠΑΟΚ που «εξαφάνισε» νύχτα τον αρμόδιο υφυπουργό και «ψήφισε», πάλι νύχτα, νόμο στη Βουλή για να μην τιμωρηθεί, όπως έπρεπε, ο δεδομένος παραβάτης) και «αναίσθητων».
Η κυβέρνηση χρειάζεται, αν συνεχιστεί το σημερινό λακρεντί, να σκεφθεί δυο και τρεις φορές την απόφαση της να ανοίξουν τα γήπεδα στις 12 Φεβρουαρίου. Η ποδοσφαιρική, δηλαδή κοινωνική και πολιτική, οργή που συσσωρεύεται κάθε αγωνιστική συγκεντρώνει μια απίστευτη δυναμική που κάθε μέρα ενισχύεται και αυξάνεται, όταν (και εάν) εκδηλωθεί τίποτε δεν θα μοιάζει όπως πριν ακόμη και τους «περιούσιους» του Μαξίμου. Κάμερες και λοιπές τεχνολογικές παρεμβάσεις αντιλαμβάνονται ακόμη και αυτοί πως δεν πρόκειται να τους γλιτώσουν από μια οργή που θα ξεχυθεί στο δρόμο (και παντού) και δεν θα ελέγχεται, ακριβώς επειδή θα είναι προϊόν του βαρύτατα τραυματισμένου θυμικού. Να συλλάβει όλους τους Ολυμπιακούς μάλλον δεν είναι εύκολο!
Εκτός εάν έχει η κυβέρνηση αποφασίσει (σήμερα αυτό δείχνει) πως η μετάβαση της ελληνικής ποδοσφαιρικής (και κοινωνικής και πολιτικής) πραγματικότητας σε ένα νέο επίπεδο, στον δήθεν επιδιωκόμενο εκσυγχρονισμό της, προϋποθέτει και «την καταστροφή του Ολυμπιακού», η παρουσία του οποίου δυσκολεύει τους σχεδιασμούς των «δικών της», όσο και αν αρνείται την ύπαρξη τους αυτοί «οι δικοί της» υπάρχουν, την ελέγχουν και την χρησιμοποιούν συστηματικά για δικό τους όφελος.
Αν αυτό συμβαίνει οφείλει να βγει και να το ανακοινώσει «εν πάση ειλικρινεία» και να ζητήσει να στηριχτεί σε αυτή την επιλογή της από την υπόλοιπη, πλην των Ολυμπιακών, Ελλάδα.
Υ.Γ. Τα παραμύθια περί του «ποδοσφαιρικού αυτοδιοίκητου» είναι για μικρά παιδιά και για μερικούς πρόθυμους ηλίθιους. Η κυβερνητική παρέμβαση σε θέματα δήθεν αντιμετώπισης της βίας (άλλη καταπληκτική ανακάλυψη) απέδειξε ξεκάθαρα πως όταν το κυρίαρχο κράτος αποφασίσει να ασκήσει την νόμιμη εξουσία του, καμία συμμορία λευκών κολλάρων δεν μπορεί να σταθεί απέναντι του!
Όσο δεν αποφασίζει αυτή την παρέμβαση απλώς νομιμοποιεί, όσο κι αν δεν αρέσει να του το λένε, την σημερινή κατάσταση.