Ένα βιβλίο του έγκριτου δημοσιογράφου Παντελή Καψή έρχεται να ταράξει τα νερά στην τελική ευθεία προς τις κάλπες.
Αναφερόμαστε στο βιβλίο «Η Πτώση – 2011: Το έτος μηδέν της Κεντροαριστεράς» μέσα από το οποίο ο πρώην διευθυντής των «Νέων» αποκαλύπτει, μεταξύ άλλων, τον τρόπο με τον οποίο ο Ευάγγελος Βενιζέλος, έχοντας την στήριξη των δύο κορυφαίων εκδοτών εκείνης της περιόδου, του Χρήστου Λαμπράκη και του Γιώργου Μπόμπολα , επιχείρησε να ΑΡΠΑΞΕΙ την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ από τον Γιώργο Παπανδρέου, οργανώνοντας ένα ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑ.
Θεωρούμε πως αξίζει να διαβάσετε το παρακάτω κομμάτι του βιβλίου, που προδημοσιεύθηκε στην χθεσινή «Καθημερινή»:
Γράφει ο Παντελής Καψής:
«Από το γραφείο μου στην εφημερίδα έφευγα συνήθως μετά τις 11. Εκείνο το βράδυ ωστόσο έφυγα αρκετά νωρίτερα. Ήταν ημέρα Champions League για τον Παναθηναϊκό και μια παρέα με γονείς φίλων του γιου μου, μαζί με τα παιδιά μας, θα πηγαίναμε μετά το γήπεδο για φαγητό γνωστό μακαρονάδικο του Ψυχικού.
Στην παρέα ήταν δύο δημοσιογράφοι από το επιτελείο του Μέγκα και του Βήματος κι ένας στενός συνεργάτης του Βαγγέλη Βενιζέλου, όλοι καλοί φίλοι. Ήμασταν λίγες εβδομάδες πριν από τις εκλογές του 2007, και η επανεκλογή του Καραμανλή θεωρείτο σίγουρη. Περίμενα μια ζωηρή πολιτική συζήτηση αλλά αυτό που ακολούθησε με έκανε να πέσω από τα σύννεφα.
Μου ανέπτυξαν με λεπτομέρειες , οι οποίες αργότερα αποδείχθηκαν απόλυτα ακριβείς, ένα καλά οργανωμένο πραξικόπημα, για να αναλάβει αρχηγός του ΠΑΣΟΚ ο Βενιζέλος. Όλα θα γίνονταν το ίδιο το βράδυ των εκλογών, ώστε να μην προλάβει να αντιδράσει ο Γιώργος. Προεξοφλούσαν την επιτυχία, καθώς, όπως υποστήριζαν, ο Βενιζέλος είχε εξασφαλίσει τη στήριξη του καναλιού, των εκδοτών, του Χρήστου Λαμπράκη και του Γιώργου Μπόμπολα, ενώ στο εγχείρημα ήταν μέσα και ο Κώστας Σημίτης.
Πρέπει να ομολογήσω ότι αισθάνθηκα πολύ άσχημα. Σαν να μην εξυφαινόταν μια συνωμοσία που με αφορούσε άμεσα, ως διευθυντή των Νέων, καθώς προεξοφλούσε και την στάση της εφημερίδας μου, πίσω από την πλάτη μου. Όσο είχα ζήσει την εφημερίδα ως αρχισυντάκτης του πολιτικού τμήματος με διευθυντή τον Λέοντα Καραπαναγιώτη κι αργότερα ως διευθυντής, ποτέ δεν είχα αντιμετωπίσει μια τέτοια κατάσταση.
Το ‘’Συγκρότημα’’ είχε την φήμη ότι ανέβαζε και κατέβαζε κυβερνήσεις, η πραγματικότητα ωστόσο, με βάση την δική μου εμπειρία, ήταν πολύ διαφορετική. Είχαμε συνείδηση της πολιτικής δύναμης και της βαρύτητας που είχαν ένας πρωτοσέλιδος τίτλος, ένα επικριτικό άρθρο ή ένα ρεπορτάζ. Δεν θεωρούσαμε ωστόσο ότι ήταν δική μας δουλειά να υπαγορεύουμε τις εξελίξεις… η πρώτη μου αντίδραση ήταν να αρχίσω να σκέφτομαι τρόπους να κρατήσω έξω από αυτή την ιστορία τα ΝΕΑ. Δευτέρα πρωί, αμέσως μετά τις εκλογές κι αφού ο Βενιζέλος είχε εμφανιστεί στο Ζάππειο ζητώντας παραίτηση Γιώργου, ζήτησα να δω τον Λαμπράκη.
Πήγαινε στο γραφείο του πολύ νωρίς, πριν φτάσουν τα υπόλοιπα στελέχη του Βήματος, φρόντισα λοιπόν να ανέβω όταν ήξερα ότι θα είμαι μόνος. Άρχισα να κάνω μια πολιτική εισήγηση και να επιχειρηματολογώ γιατί τα ΝΕΑ, ως ‘’εφημερίδα όλης της παράταξης’’, θα έπρεπε να μείνουν έξω από την αντιπαράθεση και να μην πάρουν μέρος κανενός υποψηφίου. ‘’Πολύ καλά, κύριε Καψή’’ με διέκοψε σε μάλλον ψυχρό τόνο. ‘’Τα Νέα μπορεί να κρατήσουν αυτή τη στάση, το Βήμα είναι άλλο θέμα’’. Έτσι κι έγινε, τα Νέα κράτησαν πολιτική ίσων αποστάσεων, αν και τελικά δεν ξέρω πως αποφύγαμε την κριτική. Με την υπερέκθεση του Βήματος, μας πήρε και εμάς η μπάλα…
Σημίτης, Βενιζέλος, Λαμπράκης, Μπόμπολα, η συνύπαρξη τους στην ίδια πλευρά της εσωκομματικής αντιπαράθεσης θέλει προφανώς μια εξήγηση.
Ο καθένας πάντως είχε και τους δικούς του ξεχωριστούς λόγους. Για τον Γιώργο Μπόμπολα η ήττα του Καραμανλή είχε κατά κάποιο τρόπο υπαρξιακό χαρακτήρα. Δεν είχε λησμονήσει την αποτυχημένη τελικά προσπάθεια να τον εκπαραθυρώσει από τα μέσα ενημέρωσης. Δεν ίσχυε το ίδιο για τον Χρήστο Λαμπράκη. Δεν είχε κάποιο ανάλογο κίνητρο. Παρά τις αρχικές απειλές, η κυβέρνηση Καραμανλή δεν είχε τολμήσει να συγκρουστεί ανοιχτά μαζί του, ιδίως σε σχέση με το έργο της ζωής του, το Μέγαρο Μουσικής.
Οι σχέσεις θα μπορούσαν να περιγραφούν με τη φράση ‘’μακριά κι αγαπημένοι’’. Όσο για τον Σημίτη, ήδη από την προεκλογική περίοδο του 2004, είχε ενοχληθεί που ο Γιώργος είχε αποστασιοποιηθεί και δεν είχε υπερασπιστεί το έργο της κυβέρνησής του. Ο Βενιζέλος, τέλος, είχε πάντα τη φιλοδοξία να γίνει αρχηγός, πίστευε μάλιστα ότι το δικαιούται, ποτέ δεν έδειξε να τρέφει ιδιαίτερη εκτίμηση στις ικανότητες του Γιώργου. Αυτή η οιονεί συμμαχία των τεσσάρων αποτελούσε από μόνη της ένα σοβαρό πρόβλημα για την υποψηφιότητα Βενιζέλου. Σε αυτό το πρόβλημα προστέθηκαν κι άλλα λάθη τακτικής.
Η ανακοίνωση της υποψηφιότητας του Βενιζέλου το ίδιο το βράδυ της ήττας ήταν μια αψυχολόγητη πράξη. Ακόμα χειρότερα όμως, το Βήμα κυκλοφόρησε την επόμενη ημέρα με τον τίτλο ‘’Παραιτηθείτε, κύριε Πρόεδρε’’. Ήταν μια επίδειξη αλαζονείας αλλά και μια πρωτοφανής παρέμβαση στα εσωτερικά ενός κόμματος, η οποία είχε βέβαια τα αντίθετα αποτελέσματα. Αποδείχθηκε οριστική.
Μέχρι εκείνη την στιγμή η πιθανότητα παραίτησης του Γιώργου ήταν υπαρκτή. Αποτελούσε αντικείμενο συζήτησης στον στενό κύκλο των δικών του ανθρώπων. Μετά την επίθεση του Βήματος, όμως, η παραίτηση του θα ισοδυναμούσε με εξευτελισμό. Άλλωστε το Βήμα του επέτρεπε να χτίσει την προεκλογική του εκστρατεία γύρω από αυτήν την επίθεση. Θα έδινε την μάχη ενάντια σε όσους ήθελαν να αλώσουν το κόμμα. Η υποψηφιότητα του απέκτησε νόημα και μάλιστα τέτοιο που άγγιζε τις ευαισθησίες της βάσης. Η αλλαγή τόνου στην καμπάνια του Γιώργου αλλά και στην προσωπική του εικόνα γίνεται εμφανής σχεδόν αμέσως. Λίγες ημέρες μετά το πρωτοσέλιδο του Βήματος, είχα την ευκαιρία να διαπιστώσω τον βαθμό εμπλοκής του στην διαδικασία.
Με πήρε τηλέφωνο θορυβημένη η Άννα Διαμαντοπούλου, η οποία σκεφτόταν να θέσει και αυτή υποψηφιότητα. Μου είπε πως ένα διευθυντικό στέλεχος του Βήματος ούτε λίγο ούτε πολύ την είχε απειλήσει ότι αν το έκανε, ο ΔΟΛ θα την κατέστρεφε.
Την άκουσα εμβρόντητος και τη διαβεβαίωσα πως ούτε ο ΔΟΛ λειτουργούσε έτσι, ούτε υπήρχε τέτοια ‘’οδηγία’’ ούτε φυσικά τα Νέα επρόκειτο ποτέ να της επιτεθούν για έναν τέτοιο λόγο. Δεν γνωρίζω αν το τηλεφώνημα έγινε με εξουσιοδότηση Λαμπράκη ή ήταν πρωτοβουλία του στελέχους. Προσωπικά πιστεύω το δεύτερο, δεν ταιριάζει στην εικόνα που έχω για τον Λαμπράκη. Στην διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας συναντήθηκα, μετά από τηλεφώνημά του, και με τον Βαγγέλη Βενιζέλο. Βρεθήκαμε στο καφενείο του Χίλτον στο ισόγειο και μου ζήτησε να στηρίξουμε την υποψηφιότητα του. Εγώ δεν ξεχνάω του φίλους μου, ήταν το νόημα των λόγων του.
Εξήγησα ότι τα Νέα θα παρέμεναν ουδέτερα σε αυτή την αντιπαράθεση. Το ίδιο είπα και στον Κώστα Σημίτη που με πήρε τηλέφωνο. Η δική του προσέγγιση ήταν διαφορετική. Το ένα άλογο είναι κουτσό, μου είπε, ίσως όχι με αυτά ακριβώς τα λόγια, το άλλο στραβό, σημασία έχει ποιο θα μας πάει στην βρύση. Δεν είχα την παραμικρή επικοινωνία με τον Παπανδρέου. Γενικά δεν μου άρεσε να τηλεφωνώ σε πολιτικούς πάρα μόνο όταν ήταν απόλυτη ανάγκη. Ήταν πρωί της 20ης Σεπτεμβρίου 2007 και ο Βαγγέλης Βενιζέλος έφτασε στα γραφεία του ΠΑΣΟΚ για να πάρει μέρος στην συνεδρίαση του Εκτελεστικού Γραφείου.
Στον δρόμο ήταν συγκεντρωμένοι δημοσιογράφοι., τηλεοπτικά συνεργεία, μέλη του κόμματος, αλλά και περίεργοι, όταν ξαφνικά ένας άνδρας πετάχτηκε από το πλήθος και έχυσε ένα ποτήρι καφέ πάνω στον υποψήφιο. Ήταν ένα άτομο με διαταραγμένη προσωπικότητα, γνωστός στην αστυνομία, καθώς στο παρελθόν είχε πετάξει μπογιές εναντίον του προέδρου Κωστή Στεφανόπουλου αλλά και αυγά σε μνημόσυνο του Ανδρέα Παπανδρέου. Αυτό φυσικά δεν ήταν γνωστό εκείνη την στιγμή κι ο Βενιζέλος έκανε μια σκληρή δήλωση για κάποιους οι οποίοι ήθελαν να επιστρέψουν τον πολιτικό πολιτισμό ‘’στον μεσαίωνα’’. Πρόσθεσε ωστόσο ότι ‘’ως μελλοντικός ηγέτης όλης της παράταξης συγχωρώ ‘’ όσους γίνονται ‘’καθοδηγούμενα όργανα σε μια αθλιότητα’’.
Η δήλωση έπαιξε στα κανάλια κι ερμηνεύτηκε ως αλαζονική, ιδίως από το φως όσων έγιναν αργότερα γνωστά για το ποιόν του δράστη. Ήταν ένα τυχαίο γεγονός, το οποίο ωστόσο από μια ειρωνεία της τύχης συμπύκνωνε την καρδιά ίσως του προβλήματος της προεκλογικής εκστρατείας του Βενιζέλου. Την εντύπωση δηλαδή πίστευε πως είχε ήδη κερδίσει την αρχηγία.
Είχε συμβάλει σε αυτό το γεγονός ότι έσπευσε το ίδιο το βράδυ των εκλογών να ανακοινώσει από το Ζάππειο την υποψηφιότητά του. Την ώρα που οι οπαδοί του ΠΑΣΟΚ πενθούσαν, αυτός έμοιαζε να περίμενε και να επιθυμούσε την ήττα του για να ικανοποιήσει τις φιλοδοξίες του. Η ιδιαιτερότητα της εκλογικής αναμέτρησης στο ΠΑΣΟΚ φάνηκε στις δημοσκοπήσεις. Οι πρώτες που είδαν το φως λίγες ημέρες μετά την εκλογική ήττα στις εθνικές εκλογές, έδιναν συντριπτικό προβάδισμα στον Βενιζέλο.
Η εικόνα όμως όσο περνούσε ο χρόνος άλλαζε υπέρ του Παπανδρέου. Σε δημοσκόπηση της MRB τον Οκτώβριο, προηγείτο με 42,6% έναντι 31,5% του Γιώργου. Όταν όμως το ερώτημα απευθυνόταν σε αυτούς που θα πήγαιναν να ψηφίσουν, τότε ο Γιώργος προηγείτο με 50,5% έναντι 43,7% του Βενιζέλου. Ανάλογα αποτελέσματα είχαν και άλλες δημοσκοπήσεις. Τελικά ο Γιώργος επικράτησε με ακόμα μεγαλύτερη διαφορά, παίρνοντας το 55,5% των ψήφων έναντι του 38,5% του Βενιζέλου…»