Η ένταση μεταξύ Ισραήλ και Ιράν βρίσκεται στο προσκήνιο της διεθνούς σκηνής, μετά την επίθεση του Ιράν με 180 βαλλιστικούς πυραύλους, γεγονός που προκάλεσε μεγάλη ανησυχία για τις εξελίξεις στην περιοχή. Το Ισραήλ έχει δηλώσει ότι θα επιλέξει τον «κατάλληλο χρόνο και τρόπο» για να απαντήσει σε αυτή την επίθεση, εντείνοντας τις ανησυχίες για ενδεχόμενη κλιμάκωση.

Παράλληλα, ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν, όταν ερωτήθηκε στις 2 Οκτωβρίου για το αν θα υποστηρίξει μια ισραηλινή επίθεση στις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν, απάντησε κατηγορηματικά «όχι». Αυτή η τοποθέτηση υποδηλώνει την απροθυμία της Ουάσινγκτον να υποστηρίξει μια άμεση στρατιωτική δράση κατά των ιρανικών πυρηνικών εγκαταστάσεων, παρά τις μακροχρόνιες εντάσεις σχετικά με το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν.

Το Ισραήλ, το οποίο εδώ και καιρό παρακολουθεί στενά το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, έχει δηλώσει ότι ένα αποφασιστικό πλήγμα στις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν θα αποτελούσε σοβαρό πλήγμα για την Τεχεράνη. Ωστόσο, η απάντηση του Ισραήλ φαίνεται να εξαρτάται από τη διεθνή στήριξη και τον στρατηγικό υπολογισμό, με την κατάσταση να παραμένει ιδιαίτερα ρευστή και επικίνδυνη.

Σύμφωνα με τους Financial Times, κάποιοι υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι στο Τελ Αβίβ εξετάζουν το ενδεχόμενο ισραηλινής αεροπορικής επιδρομής στις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν, ακόμα και χωρίς την υποστήριξη των ΗΠΑ. Ωστόσο, μια τέτοια επιχείρηση θα ήταν εξαιρετικά επικίνδυνη και, στην καλύτερη περίπτωση, θα καθυστερούσε προσωρινά το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, χωρίς να επιφέρει αποφασιστικό πλήγμα, σύμφωνα με αναλυτές.

Τα κύρια προβλήματα που αντιμετωπίζει το Ισραήλ σε μια τέτοια επιχείρηση, όπως αναφέρουν οι FT, είναι τρία:

Απόσταση: Οι βασικές πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν βρίσκονται πάνω από 1.500 χιλιόμετρα μακριά από το Ισραήλ. Για να φτάσουν εκεί, τα ισραηλινά αεροπλάνα θα πρέπει να διασχίσουν τον εναέριο χώρο πολλών χωρών, όπως η Σαουδική Αραβία, η Ιορδανία, το Ιράκ, η Συρία και πιθανώς η Τουρκία.

Καύσιμα: Η απόσταση είναι τέτοια που η πτήση προς και από τους στόχους θα εξαντλούσε την ικανότητα εναέριου ανεφοδιασμού του Ισραήλ. Αυτό θα άφηνε ελάχιστα ή καθόλου περιθώρια λάθους, καθιστώντας την αποστολή ακόμη πιο επικίνδυνη.

Ιρανική αεράμυνα: Οι πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν προστατεύονται από ισχυρές αεροπορικές άμυνες, και τα ισραηλινά αεροσκάφη θα χρειάζονταν υποστήριξη από μαχητικά αεροσκάφη για την προστασία τους. Η όλη επιχείρηση θα απαιτούσε μια δύναμη περίπου 100 αεροσκαφών, σύμφωνα με την έκθεση της Υπηρεσίας Ερευνών του Κογκρέσου των ΗΠΑ (CRS), ποσότητα που αντιπροσωπεύει σχεδόν το ένα τρίτο των αξιόμαχων αεροσκαφών της ισραηλινής αεροπορίας.

Αυτοί οι παράγοντες καθιστούν την επιχείρηση ιδιαίτερα δύσκολη και γεμάτη κινδύνους, ειδικά χωρίς την υποστήριξη των ΗΠΑ.

Η καταστροφή των βασικών πυρηνικών εγκαταστάσεων του Ιράν, όπως το εργοστάσιο στο Νατάνζ και το Φορντόου, αποτελεί τεράστια πρόκληση για το Ισραήλ, κυρίως λόγω της τοποθεσίας τους. Το εργοστάσιο στο Νατάνζ βρίσκεται βαθιά στο υπέδαφος, ενώ το Φορντόου είναι σκαμμένο μέσα σε βουνό, γεγονός που καθιστά εξαιρετικά δύσκολη την καταστροφή τους με συμβατικά όπλα. Παρόλο που το Ισραήλ διαθέτει ισχυρές βόμβες όπως οι GBU-31, αυτές ίσως δεν είναι αρκετές για να διαπεράσουν τις προστατευμένες εγκαταστάσεις.

Οι GBU-57A/B Massive Ordnance Penetrators (MOP), οι οποίες είναι σχεδιασμένες να διαπερνούν 60 μέτρα γης πριν εκραγούν, θα μπορούσαν θεωρητικά να κάνουν τη δουλειά. Ωστόσο, το Ισραήλ δεν διαθέτει τα απαραίτητα βομβαρδιστικά, όπως το αμερικανικό B-2 Spirit, για να μεταφέρουν αυτές τις τεράστιες βόμβες. Ακόμα και αν αποκτούσε αυτές τις βόμβες, τα ισραηλινά μαχητικά F-15, F-16 και F-35 δεν μπορούν να τις μεταφέρουν.

Μια εναλλακτική επιλογή θα ήταν να χρησιμοποιηθούν μεταγωγικά αεροπλάνα, όπως τα C-130J Hercules, αλλά αυτό θα ήταν τεχνικά δύσκολο, αφού οι MOP δεν είναι σχεδιασμένες για ρίψη από αυτά τα αεροσκάφη. Επιπλέον, ακόμη και αν οι πυρηνικές εγκαταστάσεις επλήττονταν με κάποιον τρόπο, πιθανότατα η καταστροφή θα ήταν μερική, αφού τέτοιες επιθέσεις θα μπορούσαν να διαταράξουν τη λειτουργία των εγκαταστάσεων χωρίς να τις καταστρέψουν πλήρως.

Προηγούμενες επιθέσεις σαμποτάζ, όπως η διακοπή ρεύματος στο Νατάνζ το 2021 και η χρήση του ιού Stuxnet το 2010, κατάφεραν να επιβραδύνουν το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, αλλά όχι να το σταματήσουν εντελώς.

Συμπερασματικά, όπως καταλήγουν οι Financial Times, η πλήρης καταστροφή των ιρανικών πυρηνικών εγκαταστάσεων θα απαιτούσε εκτεταμένη αμερικανική υποστήριξη, αν όχι άμεση εμπλοκή των ΗΠΑ, κάτι που δεν είναι εγγυημένο ότι θα συμβεί καθώς ακόμη και με αμερικανική υποστήριξη, η πλήρης εξουδετέρωση των εγκαταστάσεων παραμένει αμφίβολη.