Οι άνθρωποι που μιλούν περισσότερες από μία γλώσσα και συγκεκριμένα εκείνοι που χρησιμοποιούν πολύ, για την δουλειά τους μια ξένη γλώσσα και όχι την μητρική τους, συχνά διαπιστώνουν ότι βλέπουν όνειρα σε αυτήν την ξένη γλώσσα.
Το ερώτημα είναι πώς και γιατί ο εγκέφαλός μας φτιάχνει αυτά τα πολύγλωσσα όνειρα και πώς αυτά θα μπορούσαν να επηρεάσουν τις γλωσσικές μας δεξιότητες, στην πραγματική ζωή.
Με μια πρώτη μάτια μπορεί να μην φαίνεται περίεργο το γεγονός ότι οι άνθρωποι που χρησιμοποιούν διάφορες γλώσσες κατά τη διάρκεια της ημέρας, ή και οι άνθρωποι που μόλις αρχίζουν να μαθαίνουν μια ξένη γλώσσα, χρησιμοποιούν τις ξένες γλώσσες και στα όνειρά τους. Η γλώσσα που μιλάμε κατά τη διάρκεια της ημέρας μεταφέρεται γενικά και στις νύχτες μας.
Μια έρευνα σε κωφούς και σε άτομα με απώλεια ακοής διαπίστωσε, για παράδειγμα, ότι επικοινωνούσαν στα όνειρά τους, με τον ίδιο τρόπο που επικοινωνούν και όταν είναι ξύπνιοι, δηλαδή μέσω της νοηματικής γλώσσας.
Τα πράγματα όμως δεν είναι τόσο απλά. Κατ’ αρχάς, ο εγκέφαλος αντί να αναπαράγει τυχαία γλωσσικά αποσπάσματα από την ημέρα μας, φαίνεται ότι τα αναμειγνύει με κάθε είδους ανησυχίες, αναμνήσεις και προβλήματα της ημέρας.
Ακόμη, μπορεί και να δημιουργήσει ολόκληρους διαλόγους σε μια άγνωστη, φανταστική γλώσσα ή σε μια γλώσσα που ο άνθρωπος έχει γνωρίσει στην άγρυπνη ζωή, αλλά δεν τη μιλά. Υπάρχουν άνθρωποι που ονειρεύονται για παράδειγμα στα ιαπωνικά, τα οποία έχουν σπουδάσει, αλλά δεν τα χρησιμοποιούν.
Ακόμα, συχνά οι άνθρωποι κατηγοριοποιούν τις γλώσσες που ονειρεύονται. Για παράδειγμα, οι άνθρωποι στα όνειρά τους μπορεί να μιλούν τις γλώσσες που μιλούσαν καθημερινώς. Όταν όμως ονειρεύονται το πατρικό τους σπίτι, τότε το όνειρο, το βλέπουν στην γλώσσα της παιδικής τους ηλικίας. Επιπλέον, οι γλώσσες των ονείρων μπορεί να συνδέονται με ζητήματα πολιτισμού και ταυτότητας, όπως στην περίπτωση μιας Ταϊλανδοαμερικανίδας που ονειρεύτηκε ότι ψώνιζε ένα φόρεμα για την αδικοχαμένη αδελφή της και συζητούσε την επιλογή με τις ανιψιές της στα ταϊλανδέζικα και στα αγγλικά.
Επίσης, υπάρχουν όνειρα γλωσσικού άγχους, στα οποία ο ομιλητής πασχίζει να γίνει κατανοητός σε μια ξένη γλώσσα, πρέπει να προλάβει ένα τρένο ή ένα αεροπλάνο και για να το πετύχει περνά από ένα γλωσσικό περιβάλλον σε ένα άλλο ή να αναζητά λέξεις σε ένα ονειρικό λεξικό. Μια Πολωνή που συμμετείχε σε σχετική έρευνα ανέφερε ότι ονειρεύτηκε μια αγγλική λέξη που δεν μπορούσε να καταλάβει και στη συνέχεια την έψαξε όταν ξύπνησε. Μια Κροάτισσα ονειρεύτηκε ότι προσπαθούσε (αλλά δεν τα κατάφερνε) να επικοινωνήσει με έναν άγνωστο στα ιταλικά, στα γερμανικά και στα αγγλικά. Και όταν συνειδητοποίησαν ότι μιλούσαν και οι δύο πολωνικά τότε απλώς γέλασαν με ανακούφιση.
Οι επιστήμονες που ερευνούν τον ύπνο, υποστηρίζουν ότι ο μηχανισμός και η λειτουργία των ονείρων είναι αρκετά δύσκολο να καθοριστούν, εν μέρει επειδή τα όνειρα είναι ακόμα ένα αρκετά μυστηριώδες φαινόμενο. Αυτό που είναι πολύ καλύτερα κατανοητό, ωστόσο, είναι το πώς και το γιατί ο εγκέφαλός μας επεξεργάζεται τις γλώσσες και είναι μάλιστα σε θέση να μαθαίνει ακόμη και νέες λέξεις στην διάρκεια του ύπνου.
Μασάμε τα λόγια μας στο ύπνο μας
Οι ειδικοί ισχυρίζονται ότι ακόμα και αν θεωρούμε πως ξέρουμε καλά την μητρική μας γλώσσα, στην πραγματικότητα συνεχίζουμε να την ενημερώνουμε, κάθε μέρα με την χρήση της. Ακόμη και οι ενήλικες εξακολουθούν να μαθαίνουν περίπου μία νέα λέξη κάθε δύο ημέρες στη μητρική τους γλώσσα, σύμφωνα με έρευνα του BBC.
Τα όνειρα REM
Η διαδικασία ενσωμάτωσης και παγίωσης συμβαίνει κατά τη διάρκεια μιας φάσης που είναι γνωστή ως βαθύς ύπνος ή ύπνος αργών κυμάτων. Η φάση αυτή χαρακτηρίζεται από αργά εγκεφαλικά κύματα και σπόνδυλους υψηλότερης συχνότητας. Τα σύνθετα όνειρα τείνουν να συμβαίνουν κατά τη διάρκεια μιας διαφορετικής φάσης, γνωστής ως φάση ταχείας κίνησης των ματιών (REM).
«Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι ο ύπνος REM παίζει κάποιο ρόλο σε όλη αυτή τη διαδικασία παγίωσης και ότι ο ρόλος του είναι να τακτοποιεί τα πράγματα και ίσως να εξομαλύνει τις ακατέργαστες άκρες», λέει ο Γκάσκελ. Αυτό που γνωρίζουμε είναι ότι εκτός από την επεξεργασία πληροφοριών κατά τη διάρκεια της ημέρας, ο εγκέφαλός μας μπορεί επίσης να μάθει νέες λέξεις ενώ κοιμάται. Ωστόσο υπάρχει ένας περιορισμός στην εκμάθησης οποιασδήποτε νέας πληροφορίας όταν κοιμόμαστε: Δεν μπορούμε γενικά να χρησιμοποιήσουμε αυτές τις πληροφορίες με συνειδητό, ρητό τρόπο όταν είμαστε ξύπνιοι.
Ο Ματιέ Κορομά, μεταδιδακτορικός ερευνητής στο Πανεπιστήμιο της Λιέγης, στο Βέλγιο, ο οποίος ειδικεύεται στον ύπνο και τη νόηση, είναι συν-συγγραφέας μιας σειράς μελετών που συμπληρώνουν την εικόνα για το πώς και πότε ασχολούμαστε με τη γλώσσα, στον ύπνο μας. «Βασικά, το μήνυμα είναι ότι είστε σε θέση να μάθετε [λέξεις σε άλλες] γλώσσες κατά τη διάρκεια του ύπνου, ακόμη και νέες γλώσσες που δεν έχετε ξανακούσει, αλλά το κάνετε με πολύ διαφορετικό τρόπο από ό,τι όταν είστε ξύπνιοι», λέει.
Πρώτον, αυτός και η ομάδα του ανακάλυψαν ότι όταν κοιμόμαστε, μπορούμε ακόμα να ξεχωρίσουμε την ψεύτικη από την πραγματική γλώσσα. Στους κοιμώμενους συμμετέχοντες έπαιζαν ταυτόχρονα στο ένα αυτί μια ηχογράφηση πραγματικής ομιλίας στη μητρική τους γλώσσα και στο άλλο αυτί ανούσια ψευδο-ομιλία. Οι ερευνητές κατέγραφαν την εγκεφαλική τους δραστηριότητα, χρησιμοποιώντας ηλεκτροεγκεφαλογράφημα (ΗΕΓ), ενώ συνέβαινε αυτό. Τα αποτελέσματα του ΗΕΓ έδειξαν ότι ο εγκέφαλος των κοιμισμένων συμμετεχόντων εστίαζε στην πραγματική ομιλία, αλλά όχι στην ψεύτικη. Ωστόσο, κατά τη διάρκεια της έντονης, στα όνειρα, φάσης REM, οι συμμετέχοντες είχαν την τάση να αποκλείουν ή να καταστέλλουν την εισερχόμενη ομιλία.
Ο Κορομά, υποδεικνύει ότι αυτό μπορεί να συνέβαινε επειδή ο εγκέφαλος εστίαζε σε εσωτερικές διεργασίες: «Όταν είμαστε βαθιά βυθισμένοι στα όνειρα, κλείνουμε τα μάτια μας (απορρίπτουμε) τα πράγματα που μπορούν να διαταράξουν τα όνειρά μας», λέει.
Σε μια ξεχωριστή μελέτη της ομάδας, οι ερευνητές έπαιζαν ιαπωνικές λέξεις σε αυτούς που κοιμούνταν, μαζί με ήχους που υπαινίσσονταν το νόημά τους. Για παράδειγμα, η λέξη “inu” (σκύλος) αναπαράχθηκε μαζί με έναν ήχο γαυγίσματος και η λέξη «kane» (καμπάνα) αναπαράχθηκε μαζί με τον ήχο από κουδούνια.
Διαφορετικές λέξεις αναπαράγονταν κατά τη διάρκεια δύο διαφορετικών φάσεων του ύπνου: του ελαφρού ύπνου και της φάσης REM με έντονα όνειρα. Και πάλι, οι ερευνητές κατέγραψαν την εγκεφαλική δραστηριότητα των συμμετεχόντων με τη χρήση ΗΕΓ.
Όταν ξύπνησαν, οι συμμετέχοντες ήταν σε θέση να συσχετίσουν σωστά τις λέξεις που ακούστηκαν κατά τη φάση του ελαφρού ύπνου με τις σχετικές εικόνες, συνδυάζοντας, για παράδειγμα, τη λέξη «inu» με την εικόνα ενός σκύλου. Ωστόσο, όταν επρόκειτο για τις λέξεις που ακούγονταν κατά τη φάση REM, το αποτέλεσμα των συνδυασμών ήταν τυχαίο.
«Κάθε φορά που ερευνούσαμε τον ύπνο REM, δηλαδή τη φάση όπου έχουμε την πιο έντονη ονειρική δραστηριότητα, δεν μπορούσαμε να βρούμε αδιάσειστα στοιχεία ότι υπάρχει μάθηση», αναφέρει ο Κορομά.
Πάντως, προσθέτει ότι αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μπορούμε να μάθουμε κατά τη διάρκεια αυτής της φάσης, απλώς χρειάζεται περισσότερη έρευνα για να καταλάβουμε αν είναι δυνατόν.