Όταν ξέσπασαν μάχες στην τάξη του δημοτικού σχολείου της Kang Hyeon-joo στη Νότια Κορέα, η καρδιά της χτυπούσε τόσο γρήγορα που δεν μπορούσε να αναπνεύσει και η όρασή της θόλωνε.
«Έριχναν μπουνιές και κλωτσιές, πετούσαν καρέκλες και τραπέζια τριγύρω», θυμάται, προσθέτοντας ότι είχε πληγωθεί προσπαθώντας να παρέμβει.
Επί δύο χρόνια η Kang προσπαθούσε να επιβάλει την πειθαρχία στους μαθητές της και να διαχειριστεί την αντίδραση των γονιών τους. Εξηγεί ότι ο διευθυντής της δεν έκανε τίποτα για να βοηθήσει και θα της έλεγε απλώς να πάρει μια εβδομάδα άδειας.
Η έντονη πίεση που δέχθηκε είχε επικίνδυνο τίμημα. Η Kang λέει πως άρχισε να νιώθει την επιθυμία να την πατήσει λεωφορείο. «Αν απλώς με πατούσε λεωφορείο, θα ένιωθα κάποια ανακούφιση. Αν απλώς πηδούσα από ένα ψηλό κτίριο, αυτό θα μου έδινε τουλάχιστον λίγη γαλήνη», εξομολογείται.
Η Kang βρίσκεται αυτή την περίοδο σε αναρρωτική άδεια, αλλά δεν είναι η μόνη που βίωσε τέτοιες εμπειρίες. Δεκάδες χιλιάδες εκπαιδευτικοί διαδηλώνουν τους τελευταίους μήνες ζητώντας περισσότερη προστασία έναντι μαθητών και γονέων. Σε διαδήλωσή τους τον περασμένο μήνα στη Σεούλ συγκεντρώθηκαν 200.000 άτομα, υποχρεώνοντας την κυβέρνηση να αναλάβει δράση.
Ο καταλύτης
Η ενιαία στάση του διδακτικού προσωπικού της χώρας ήρθε μετά την αυτοκτονία μιας νεαρής δασκάλας τον Ιούλιο, η οποία βρέθηκε νεκρή στην τάξη της στη Σεούλ. Η αστυνομία, ερευνώντας την περίπτωσή της, έκανε λόγο για έντονη πίεση από μαθητή και από γονείς, χωρίς όμως να διακριβώσει τα αίτια της αυτοκτονίας της.
Ωστόσο, αρκετοί είναι οι δάσκαλοι που έχουν αυτοκτονήσει από τον Ιούλιο, με ορισμένες από αυτές τις περιπτώσεις να φέρονται να συνδέονται με το σχολικό άγχος, σύμφωνα με τις οικογένειες των θανόντων και των πενθούντων.
Κυβερνητικά στοιχεία «δείχνουν» ότι 100 δάσκαλοι δημόσιων σχολείων αυτοκτόνησαν από τον Ιανουάριο του 2018 έως τον Ιούνιο του 2023 -11 από αυτούς τους πρώτους έξι μήνες του τρέχοντος έτους-, αλλά δεν διευκρινίζουν ποιοι παράγοντες συνετέλεσαν στον θάνατό τους.
Ο φόβος των δασκάλων
Ο Sung Youl-kwan, καθηγητής Εκπαίδευσης στο Πανεπιστήμιο Kyung Hee, λέει ότι το μέγεθος των διαδηλώσεων εξέπληξε πολλούς. «Νομίζω ότι υπήρχε μια κοινή αίσθηση πως αυτό μπορεί να συμβεί και σε εμένα», ανέφερε.
Οι δάσκαλοι θεωρούν έναν νόμο του 2014 σχετικά με την κακοποίηση παιδιών -με σκοπό την προστασία των παιδιών- ως έναν από τους κύριους λόγους για τους οποίους κωλύονται να πειθαρχήσουν τους μαθητές. Λένε ότι φοβούνται ότι ένα μικρό ποσοστό γονέων θα τους μηνύσει για πρόκληση συναισθηματικής δυσφορίας στο παιδί τους και θα τους σύρει στα δικαστήρια.
«Δεν μπορούσαμε να κάνουμε τίποτα. Αν διδάσκαμε τα παιδιά, υπήρχε περίπτωση να κατηγορηθούμε», ισχυρίζεται η Ahn Ji-hye, δασκάλα δημοτικού σχολείου που μετείχε στη διοργάνωση των διαδηλώσεων των εκπαιδευτικών.
Η Ahn διηγείται ότι γονείς την έχουν καλέσει στο κινητό της τηλέφωνο, μερικές μέρες από τις 6 το πρωί έως τις 11 το βράδυ, θέλοντας να μιλήσουν για το παιδί τους ή να παραπονεθούν.
Είναι αυτή η λύση;
Ο υπουργός Παιδείας της Νότιας Κορέας Lee Ju-ho προειδοποίησε αρχικά τους δασκάλους ότι μια μαζική απεργία θα ήταν παράνομη. Αυτή η θέση αντιστράφηκε γρήγορα και μια σειρά νομικών αναθεωρήσεων θεσπίστηκαν στις 21 Σεπτεμβρίου, με ένα fast track νομοσχέδιο.
Μία από τις βασικές αλλαγές είναι η παροχή στους εκπαιδευτικούς κάποιας προστασίας έναντι μηνύσεων για κακοποίηση παιδιών εάν η παρέμβασή τους θεωρείται θεμιτή εκπαιδευτική δραστηριότητα. Επίσης, η ευθύνη για τη διεκπεραίωση σχολικών καταγγελιών και μηνύσεων από γονείς βαρύνει πλέον τον διευθυντή. «Μέχρι τώρα ο διευθυντής του σχολείου έτεινε να μεταβιβάζει αυτές τις ευθύνες στους δασκάλους», υποστηρίζει ο καθηγητής Sung.
Ο νέος νόμος θα προστατεύει, επίσης, τα προσωπικά στοιχεία των εκπαιδευτικών, όπως τους αριθμούς κινητών τηλεφώνων τους, και θα απαιτεί από τους γονείς, αν έχουν ανησυχίες ή παράπονα, να επικοινωνούν με το σχολείο, όχι απευθείας με τον δάσκαλο.
Στο παρελθόν η Ahn είχε πει: «Αν δεν μπορούσα να τους δώσω τον αριθμό του προσωπικού μου τηλεφώνου, κάποιες φορές μερικοί γονείς έρχονταν στο πάρκινγκ για να τον δουν και να τον σημειώσουν από το αυτοκίνητό μου, και μετά μου έστελναν μήνυμα» (σ.σ.: είναι σύνηθες οι Νοτιοκορεάτες να αναγράφουν τον αριθμό του τηλεφώνου τους στην κάτω γωνία του παρμπρίζ του αυτοκινήτου τους).
Η Ahn χαιρετίζει τις αλλαγές αυτές ως «σημαντικές», αλλά επιμένει ότι νόμοι όπως αυτός για την παιδική πρόνοια και την τιμωρία της κακοποίησης παιδιών πρέπει επίσης να αναθεωρηθούν. «Είναι επίσης δυνατόν να καταγγέλλονται οι εκπαιδευτικοί με βάση την υποψία και μόνο, σύμφωνα με αυτούς τους νόμους», είπε. Υποστηρίζει ότι, προς το παρόν τουλάχιστον, οι διαμαρτυρίες θα συνεχιστούν.
Μία από αυτές πραγματοποιήθηκε στις 28 Οκτωβρίου. Η Ahn αναφέρει ότι θα ήθελε να είναι εφικτό να επιβάλλονται κυρώσεις στους γονείς που προβαίνουν σε αβάσιμες κατηγορίες εναντίον δασκάλων, αλλά και να ληφθούν πρακτικά μέτρα ώστε να μπορούν να υιοθετηθούν μέτρα στις σχολικές τάξεις, όπως η απομάκρυνση ενός μαθητή η συμπεριφορά του οποίου εμποδίζει την ομαλή διεξαγωγή της διδασκαλίας.
Ο καθηγητής Sung πιστεύει ότι οι αναθεωρήσεις θα βοηθήσουν βραχυπρόθεσμα, αλλά προειδοποιεί πως ο νόμος πρέπει να θεωρείται δίχτυ ασφαλείας και όχι λύση.
Πρόβλημα δικαίου ή κουλτούρας;
Οι επικριτές λένε ότι η νοτιοκορεατική κοινωνία δίνει δυσανάλογη σημασία στην ακαδημαϊκή επιτυχία, επομένως δεν πρέπει να προκαλεί έκπληξη το ότι οι γονείς ασκούν τόσο μεγάλη πίεση στους δασκάλους - και στο ευρύτερο εκπαιδευτικό σύστημα.
Είναι ο κανόνας για τους μαθητές να φοιτούν και σε ιδωτικό σχολείο -που ονομάζεται hagwon-, μετά το δημόσιο, όχι ως επιπλέον αλλά ως βασική και δαπανηρή προϋπόθεση για να πετύχουν.
Την ημέρα των εθνικών εισαγωγικών εξετάσεων, που είναι γνωστή ως Suneung στα κορεάτικα, τα αεροπλάνα είναι ακινητοποιημένα και οι ώρες μετακίνησης προσαρμόζονται, για να διασφαλιστεί ότι οι μαθητές που συμμετέχουν στις εξετάσεις δεν ενοχλούνται.
«Έχουμε μια κουλτούρα στην οποία οι γονείς έχουν συνήθως ένα παιδί και είναι έτοιμοι να του διαθέσουν κάθε οικονομικό τους πόρο και ευκαιρία», περιγράφει ο Sung.
«Αυτή η πίεση ή η εμμονή με την εκπαίδευση, την υψηλή βαθμολογία και τις υψηλές επιδόσεις δεν χτίζει ένα καλό περιβάλλον για τους δασκάλους, επειδή δέχονται πίεση από τους γονείς», εξηγεί.
Ο Sung επισημαίνει ότι οι εποχές κατά τις οποίες ο σεβασμός απέναντι στους δασκάλους ήταν αυτονόητος έχουν περάσει ανεπιστρεπτί, όχι μόνο στη Νότια Κορέα αλλά κι αλλού, και οι σχέσεις μεταξύ δασκάλου-γονέα είναι αγνώριστες συγκριτικά με μόλις πριν από μια δεκαετία.
«Στις εκπαιδευτικές πολιτικές, οι γονείς θεωρούνται σαν καταναλωτές, και το σχολείο και οι δάσκαλοι θεωρούνται πάροχοι υπηρεσιών», είπε, προσθέτοντας ότι οι γονείς πιστεύουν ότι «έχουν το δικαίωμα να απαιτούν πολλά πράγματα από τα σχολεία».
Σε μια χώρα όπου η εκπαίδευση θεωρείται καθοριστική για την επιτυχία, η ικανοποίηση των εκπαιδευτικών είναι χαμηλή. Μια έρευνα της Ομοσπονδίας Εκπαιδευτικών τον Απρίλιο διαπίστωσε ότι το 26,5% των εκπαιδευτικών που ρωτήθηκαν δήλωσαν ότι είχαν λάβει υπηρεσίες συμβουλευτικής υποστήριξης ή ψυχοθεραπείας εξαιτίας της δουλειάς τους. Τον περασμένο χρόνο, περίπου το 87% δήλωσαν ότι σκέφτηκαν να μετακομίσουν από τη δουλειά ή να παραιτηθούν.