Με ισχυρές βροχοπτώσεις απειλείται φέτος το καλοκαίρι η Ευρώπη. Οι ωκεανοί θεωρούνται ένα σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης για την υπερθέρμανση του πλανήτη.
Ο Ιανουάριος του 2024 ήταν ο θερμότερος μήνας που έχει καταγραφεί ποτέ παγκοσμίως από τότε που άρχισαν τα μετεωρολογικά αρχεία, σύμφωνα με την υπηρεσία Copernicus της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Επίσης, αυτό αντανακλάται στην αυξημένη θερμοκρασία της θάλασσας, η οποία ήταν κατά μέσο όρο στους 20,97 βαθμούς Κελσίου στην επιφάνεια – κατά 0,26 βαθμούς μεγαλύτερη περισσότερο από τον θερμότερο Ιανουάριο του 2016. Στις 9 Φεβρουαρίου σημειώθηκε νέο υψηλό ρεκόρ 21,2 βαθμών Κελσίου.
Μεταξύ 1982 και 2011, η παγκόσμια μέση θερμοκρασία του νερού κοντά στην επιφάνεια αυτή την εποχή του χρόνου ήταν 20,18 βαθμοί.
Η θερμοκρασία του θαλάσσιου νερού κοντά στην επιφάνεια σε όλους τους ωκεανούς είναι υψηλότερη από ποτέ στη σύγχρονη εποχή, όπως προκύπτει από μελέτη που δημοσιεύθηκε τον Ιανουάριο στο περιοδικό Advances in Atmospheric Sciences. Τα ζεστά επιφανειακά νερά επιβαρύνουν τη θαλάσσια ζωή, ενώ ταυτόχρονα αυξάνουν τα ακραία καιρικά φαινόμενα στην ξηρά.
H μετεωρολογική υπηρεσία των ΗΠΑ NOAA κατέγραψε επίσης τον Φεβρουάριο νέες υψηλές θερμοκρασίες πάνω από 21 βαθμούς.
Δεύτερον, μια νέα έρευνα Ολλανδών επιστημόνων καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το λεγόμενο μεσημβρινό ρεύμα ανατροπής του Ατλαντικού (Amoc) – το οποίο περιλαμβάνει και το Ρεύμα του Κόλπου – θα μπορούσε να σταματήσει. Το σύστημα αντιμετωπίζει ένα «καταστροφικό σημείο καμπής», προειδοποιούν οι ερευνητές. Οι συνέπειες για την Ευρώπη θα ήταν μοιραίες.
Οι ερευνητές συμφωνούν ότι όλα αυτά είναι αποτέλεσμα της ανθρωπογενούς Κλιματικής Αλλαγής.
Ο φυσικός Χέλγκε Γκέσλινγκ, από το Ινστιτούτο Alfred Wegener της Βρέμης, θεωρεί σε μεγάλο βαθμό ως αιτία το φαινόμενο Ελ Νίνιο.
Στον ισημερινό Ειρηνικό το φαινόμενο αυτό αλλάζει τους ανέμους και τα ωκεάνια ρεύματα κάθε τέσσερα έως επτά χρόνια, επηρεάζοντας την παγκόσμια θερμοκρασία.
Ασυνήθιστα ζεστός Ατλαντικός
Ο Ατλαντικός συγκεκριμένα είναι σήμερα ασυνήθιστα ζεστός – «ένα μοτίβο που συνήθως δεν συνδέεται με το Ελ Νίνιο», αναφέρει ο Χέλγκε Γκέσλινγκ. Ωστόσο, οι ασθενείς άνεμοι στον υποτροπικό Βόρειο Ατλαντικό την άνοιξη του 2023 οδήγησαν σε λιγότερη ανάμειξη των στρωμάτων του νερού, γεγονός που προκάλεσε μεγαλύτερη θέρμανση της επιφάνειας.
Ο Γκέσλιννκ χρησιμοποιεί κλιματικά μοντέλα για να εξετάσει πώς θα είχαν εκτυλιχθεί συγκεκριμένα καιρικά φαινόμενα σε ένα ψυχρότερο ή θερμότερο κλίμα. «Αυτό που βιώνουμε επί του παρόντος ταιριάζει κατά προσέγγιση στους υπολογισμούς μας, όπου έχουμε μακροπρόθεσμη κλιματική αλλαγή συν το Ελ Νίνιο, καθώς και άλλες φυσικές διακυμάνσεις που προκύπτουν από τυχαία καιρικά φαινόμενα». Μερικοί άλλοι παράγοντες θα μπορούσαν επίσης να συμβάλουν κάπως: μειωμένη ατμοσφαιρική ρύπανση από πλοία, μια υποβρύχια ηφαιστειακή έκρηξη, η ηλιακή δραστηριότητα και η απότομη αύξηση των συγκεντρώσεων μεθανίου.
Ενέργεια για ακραίες καιρικές συνθήκες
Όμως, υπάρχει μεγάλη αβεβαιότητα ως προς το πόσο έντονα θα αντιδράσει το κλιματικό σύστημα στα αυξημένα αέρια του θερμοκηπίου. Η πιο πρόσφατη έκθεση αξιολόγησης από τη Διακυβερνητική Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC) εκτιμά ότι το πιθανό εύρος της θέρμανσης που θα ακολουθήσει θα διπλασιάσει τις συγκεντρώσεις CO2 μεταξύ 2,5 και 4 βαθμών.
Μέχρι στιγμής, οι ωκεανοί έχουν ρυθμίσει την υπερθέρμανση του πλανήτη απορροφώντας περισσότερο από το 90% της πρόσθετης θερμότητας που προκαλείται από τον άνθρωπο που καίει ορυκτά καύσιμα.
Οι θερμότεροι ωκεανοί, από την άλλη πλευρά, θέτουν σε κίνδυνο τα στρώματα πάγου και προκαλούν την άνοδο της παγκόσμιας στάθμης της θάλασσας, καθώς το αλμυρό νερό διαστέλλεται καθώς θερμαίνεται. Παρέχουν επίσης περισσότερη ενέργεια για ακραίες καιρικές συνθήκες. Αυτό ακριβώς θα μπορούσε να συμβεί και φέτος στην Ευρώπη, σύμφωνα με τη γερμανική Taz.