Μετά την εμφάνιση του κορωνοϊού και την πανδημία που προκάλεσε διαπιστώθηκε ότι σε διαφόρων κατηγοριών ανθρώπους που νοσούν υπάρχουν μακροχρόνιες επιπτώσεις που πρέπει να διαπιστωθούν και να αντιμετωπιστούν έγκαιρα γιατί σε διαφορετική περίπτωση οι ασθενείς μπορεί να αντιμετωπίσουν πολύ σοβαρά προβλήματα υγείας.
Οι ασθενείς με μακροχρόνια Covid (long Covid) έχουν σαφείς διαφορές στην ανοσολογική και ορμονική λειτουργία από τους ασθενείς χωρίς την πάθηση, σύμφωνα με νέα μελέτη με επικεφαλής την Ιατρική Σχολή Icahn και την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Γέιλ στις ΗΠΑ. Οι ερευνητές εντόπισαν συγκεκριμένους βιοδείκτες αίματος που μπορούν να προσδιορίσουν με ακρίβεια τους ασθενείς με long Covid.
Οι γιατροί από το Mount Sinai εντόπισαν για πρώτη φορά συμπτώματα long Covid το 2020 όταν οι ασθενείς ανέφεραν επίμονα προβλήματα έπειτα από μια αρχική, διαγνωσμένη ασθένεια Covid-19. Τα συμπτώματα αυτά περιλάμβαναν γνωστική εξασθένηση ή «εγκεφαλική ομίχλη», ακραία κόπωση, δύσπνοια και χρόνιο πόνο.
Τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων στις ΗΠΑ αναφέρουν ότι ένας στους 13 ενήλικες (ή το 7,5%) στις Ηνωμένες Πολιτείες έχει συμπτώματα long Covid που διαρκούν περισσότερο από τρεις μήνες μετά τη νόσησή τους. Πολλοί από αυτούς τους ασθενείς δεν έχουν σαφή αιτία για τα συμπτώματά τους και αυτή η μελέτη, που δημοσιεύεται στο περιοδικό Nature, παρέχει νέα στοιχεία για τις αιτίες τους.
Οι ερευνητές μελέτησαν 271 ασθενείς μεταξύ Ιανουαρίου 2021 και Ιουνίου 2022. Τους χώρισαν σε τρεις ομάδες, εκείνους που δεν είχαν προηγούμενη λοίμωξη από SARS-CoV-2, εκείνους που είχαν αναρρώσει πλήρως από ένα κλινικά επιβεβαιωμένο κρούσμα Covid-19 και όσους είχαν ενεργά συμπτώματα long Covid για τουλάχιστον τέσσερις μήνες ή περισσότερο μετά την επιβεβαιωμένη λοίμωξη. Ο μέσος χρόνος μακροχρόνιων συμπτωμάτων ήταν δώδεκα μήνες από την οξεία λοίμωξη.
Οι ερευνητές έλαβαν δείγματα αίματος από όλους τους ασθενείς, εντόπισαν διαφορές και ομοιότητες βιοδεικτών μεταξύ των τριών ομάδων και στη συνέχεια εφάρμοσαν αναλύσεις μηχανικής μάθησης για να κατανοήσουν καλύτερα ποιοι βιοδείκτες ήταν πιο αποτελεσματικοί στο να επιτρέπουν στον αλγόριθμο να εντοπίζει ασθενείς με long Covid. Ο αλγόριθμος μπόρεσε να διακρίνει μεταξύ των ατόμων με και χωρίς long Covid με ακρίβεια 96% και να ανιχνεύσει την πάθηση με βάση διακριτικά χαρακτηριστικά που εντοπίστηκαν στο αίμα των συμμετεχόντων στην ομάδα με long Covid.
Ορισμένες από τις πιο έντονες διαφορές της ομάδας με long Covid σε σχέση με τις άλλες δύο ομάδες σχετίζονταν με την ανοσολογική και ορμονική δυσλειτουργία. Αυτή χαρακτηρίστηκε από βιοδείκτες που υποδείκνυαν μη φυσιολογική δραστηριότητα των Τ κυττάρων, επανενεργοποίηση πολλαπλών λανθανόντων ιών (συμπεριλαμβανομένου του ιού Epstein-Barr και άλλων ερπητοϊών) και σημαντικές μειώσεις στα επίπεδα κορτιζόλης.
«Τα ευρήματα αυτά δείχνουν ότι οι άνθρωποι με long Covid ζουν με μια νόσο που είναι παρατηρήσιμη με τη χρήση των πρωτοκόλλων εξέτασης αίματος που ορίζονται στη μελέτη, αλλά επίσης διαφέρει από ασθενή σε ασθενή ανάλογα με το συγκεκριμένο ιατρικό ιστορικό τους», επισημαίνει ο κύριος ερευνητής και καθηγητής Αποκατάστασης και Ανθρώπινης Απόδοσης στην Ιατρική Σχολή Icahn Mount Sinai, Ντέιβιντ Πουτρίνο. Ο ίδιος υπενθυμίζει ότι πρόκειται για μια ασθένεια «που διεισδύει σε πολύπλοκα συστήματα, όπως το ανοσοποιητικό και η ορμονική ρύθμιση.
Οι σύνθετες ασθένειες απαιτούν σύνθετες θεραπευτικές λύσεις και χρειαζόμαστε ταχύτερη έρευνα για την καλύτερη κατανόηση της long Covid και την ανακάλυψη νέων και πολλά υποσχόμενων θεραπειών».