Οι έγκυες που προσβάλλονται από τον κορωνοϊό έχουν αυξημένο κίνδυνο για επιπλοκές, εισαγωγή στη μονάδα εντατικής θεραπείας και διασωλήνωση, σε σύγκριση με γυναίκες αντίστοιχης ηλικίας που δεν είναι έγκυες.
Αυτό αναφέρει με νέα διεθνή μελέτη, στην οποία συμμετείχε το Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο (ΕΚΠΑ).
Η πολυκεντρική διεθνής προοπτική μελέτη με συμμετοχή δέκα κέντρων εμβρυομητρικής ιατρικής από Ελλάδα, Βρετανία, Τουρκἰα και Αυστρία, πραγματοποιήθηκε με αλγόριθμο πρόβλεψης εγκύων με συμπτωματική λοίμωξη COVID-19 για σοβαρή νόσο και εισαγωγή στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ).
Η έρευνα έδειξε ότι χρησιμοποιώντας ορισμένα χαρακτηριστικά, όπως η ηλικία της μητέρας, ο δείκτης μάζας σώματος και το τρίμηνο της κύησης μπορεί να γίνει πρόβλεψη του κινδύνου για σοβαρή μορφή της λοίμωξης COVID-19 (miniCOMIT), ενώ προσθέτοντας και κάποια κλινικά χαρακτηριστικά, όπως είναι οι δείκτες φλεγμονής, μπορεί να γίνει πρόβλεψη για εμφάνιση προεκλαμψίας, σοβαρή επιδείνωση ή και θάνατο (fullCOMIT).
Στη μελέτη συμμετείχαν 793 έγκυες/λεχωϊδες με συμπτωματική λοίμωξη COVID-19, από τις οποίες οι 44 (5.5%) έκαναν εισαγωγή στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας και οι 10 (1.3%) κατέληξαν.
Χρησιμοποιώντας τους δύο αλγορίθμους μπορεί αφενός να γίνει σωστή συμβουλευτική σε έγκυες που διστάζουν να εμβολιαστούν και οι οποίες παρουσιάζουν επιβαρυντικούς παράγοντες για σοβαρή νόσο (π.χ. μεγάλη ηλικία, παχυσαρκία, κάπνισμα), προκειμένου να έχουν τη δυνατότητα να αποφασίσουν εγκαίρως για τον εμβολιασμό τους (miniCOMIT) και αφετέρου να μπορεί να γίνει έγκαιρα η εισαγωγή των συμπτωματικών εγκύων, οι οποίες παρουσιάζουν μεγάλο κίνδυνο για επικείμενη επιδείνωση της κατάστασής τους (fullCOMIT).
Οι περισσότερες μελέτες που έχουν δημοσιευτεί μέχρι σήμερα με προβλεπτικά μοντέλα επιδείνωσης της νόσου σε ασθενείς με λοίμωξη COVID-19 δεν περιλαμβάνουν έγκυες γυναίκες.
Έτσι, η μελέτη αυτή, που αφορά μόνο έγκυες, δίνει τη δυνατότητα να γίνει σωστή ενημέρωση όσον αφορά τον εμβολιασμό και επιτρέπει στα συστήματα υγείας και τους ιατρούς να κάνουν σωστή επιλογή των εγκύων που πρέπει να εισαχθούν στα νοσοκομεία πριν επιδεινωθεί η κατάστασή τους και κινδυνεύσει τόσο η υγεία τους όσο και η υγεία του μωρού τους.
Από την Ελλάδα συμμετείχε η Γ’ Μαιευτική και Γυναικολογική Κλινική του Πανεπιστημίου Αθηνών, στο Αττικό Νοσοκομείο, με την Καθηγήτρια Σοφία Καλανταρίδου, τον Ακαδημαϊκό Υπότροφο Γεώργιο Παπαϊωάννου και τον ιατρό Παναγιώτη Κρόκο, από τη Βρετανία συμμετείχαν τρία νοσοκομεία από το Λονδίνο, το St George’s Hospital, St George’s University of London, το University College London Hospital και το King’s College London, από την Αυστρία συμμετείχε, από τη Βιέννη, το Medical University of Vienna, και από την Τουρκία συμμετείχαν πέντε νοσοκομεία, από την Άγκυρα το Middle East Technical University και από την Κωνσταντινούπολη το American Hospital, το Koc University, το Sancaktepe Sehit Prof Dr Ilhan Varank Training and Research Hospital και το Prof Dr Cemil Tascioglu City Hospital.