Στην υποστήριξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορεί να υπολογίζει η Ουκρανία μετά τις «φρικτές» επιθέσεις που εξαπέλυσε η Ρωσία εναντίον του ενεργειακού δικτύου της, στις οποίες έχασαν τη ζωή τους πάνω από δέκα άνθρωποι.

Τα παραπάνω διεμήνυσε η Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν. «Είδαμε αυτές τις φρικτές επιθέσεις, φρικτές, που εξαπέλυσε τη νύχτα η Ρωσία εναντίον της Ουκρανίας. Θα σταθούμε στο πλευρό της Ουκρανίας για όσο χρειαστεί», ανέφερε από το Ρίο ντε Ζανέιρο, την παραμονή της συνόδου της G20. «Η Ουκρανία μπορεί να υπολογίζει σ’ εμάς», τόνισε η Πρόεδρος της Κομισιόν.

«Θα τηρήσουμε τις δεσμεύσεις μας έναντι των Ουκρανών, δηλαδή θα τους επιτρέψουμε να διεξάγουν αυτόν τον πόλεμο αντίστασης, παραδίδοντας όπλα, εξοπλισμούς», είπε από την πλευρά του ο Πρόεδρος της Γαλλία, Εμανουέλ Μακρόν, στον Τύπο στο Μπουένος Άιρες, προτού αναχωρήσει από την Αργεντινή για τη Βραζιλία, όπου θα συμμετάσχει επίσης στη σύνοδο της G20. Ο Μακρόν έκρινε ότι ο Πρόεδρος της Ρωσίας, Βλαντίμιρ Πούτιν, «δεν θέλει ειρήνη» με το Κίεβο και «δεν είναι έτοιμος να διαπραγματευτεί».

Έπειτα από την επίθεση, τις πρώτες πρωινές ώρες της Κυριακής (17/11), «μιας από τις πιο σφοδρές από την έναρξη της σύρραξης», ο Μακρόν δήλωσε πως «πιστεύω πως είναι σαφές ότι η πρόθεση του προέδρου Πούτιν είναι να κλιμακώσει» τον πόλεμο.

«Η Ουκρανία έχει ανάγκη περισσότερη αντιαεροπορική άμυνα - άμεσα», ανέφερε ο απερχόμενος επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας, Zoζέπ Μπορέλ. Πρόκειται για «προτεραιότητα που θα παρουσιάσω στους υπουργούς» Εξωτερικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά το σημερινό συμβούλιό τους στις Βρυξέλλες, πρόσθεσε μέσω της πλατφόρμας X.

Με την «μαζική» επίθεσή της με πυραύλους και drones η Ρωσία ήθελε «να τρομοκρατήσει τους πολίτες σε όλη την Ουκρανία» και να πλήξει «συγκεκριμένα τις ενεργειακές υποδομές, συμπεριλαμβανομένων των πυρηνικών, καθώς πλησιάζει ο χειμώνας», ανέφερε ακόμη.

Το ουκρανικό δίκτυο παραγωγής και διανομής ενέργειας, ήδη εύθραυστο, υπέστη την Κυριακή μια από τις μεγαλύτερες ρωσικές επιθέσεις των τελευταίων μηνών. Οι βομβαρδισμοί έγιναν σε μία περίοδο κατά την οποία η Ουκρανία φοβάται πως θα χάσει την υποστήριξη των ΗΠΑ όταν επιστρέψει ο Ρεπουμπλικάνος, Ντόναλντ Τραμπ, στον Λευκό Οίκο, την 20ή Ιανουαρίου 2025. Στο μεταξύ όμως, ο απερχόμενος πρόεδρος Τζο Μπάιντεν ήρε τους περιορισμούς στη χρήση αμερικανικών όπλων στη ρωσική επικράτεια, δίνοντας στις ουκρανικές ένοπλες δυνάμεις την ευχέρεια να πλήξουν στόχους βαθιά στη Ρωσία.

Επίσης, η επιδρομή έγινε δυο μέρες μετά τη συνδιάλεξη του Γερμανού καγκελάριου, Όλαφ Σολτς, με τον Ρώσο πρόεδρο, Βλαντίμιρ Πούτιν, που καταδίκασε το Κίεβο, χαρακτηρίζοντας επικίνδυνη την επανέναρξη ακόμη και απλών επαφών.