Ευθύνες στις διαδοχικές κυβερνήσεις που αγνόησαν για δεκαετίες τις προειδοποιήσεις για τον κίνδυνο πυρκαγιών επιρρίπτει Η τελική έκθεση της έρευνας για την τραγική πυρκαγιά στον πύργο Grenfell στο Λονδίνο, που στοίχισε τη ζωή σε 72 ανθρώπους το 2017.
Η φωτιά ξέσπασε μόλις έναν χρόνο μετά την ανακαίνιση του 24ώροφου κτιρίου. Στην επταετή δημόσια έρευνα, ο επικεφαλής, Sir Martin Moore-Bick, δήλωσε ότι οι ρυθμιστικές Αρχές έθεσαν τα «εμπορικά συμφέροντα» πάνω από την ασφάλεια των κτιρίων και ότι ήταν «συνένοχοι» στην παραποίηση δεδομένων των δοκιμών πυρασφάλειας από τους κατασκευαστές.
«Οι κίνδυνοι από εύφλεκτα πάνελ και μονώσεις είχαν αναγνωριστεί ήδη από το 1991», αναφέρεται στην έκθεση, ενώ τονίζεται η «σοβαρή αποτυχία του συστήματος ρύθμισης των κατασκευών και ανακαινίσεων κτιρίων», που ήταν εμφανής κατά την ανακαίνιση του Πύργου Grenfell τη δεκαετία του 2010.
Η Πυροσβεστική Υπηρεσία του Λονδίνου (LFB) δέχθηκε έντονη κριτική στην έκθεση, καθώς, όπως σημειώθηκε, υπήρχε μια «χρόνια έλλειψη αποτελεσματικής ηγεσίας» στην υπηρεσία, σε συνδυασμό με υπερβολική έμφαση στις διαδικασίες και «μια στάση εφησυχασμού».
Ακόμα, η κριτική επεκτάθηκε στους αρχιτέκτονες της ανακαίνισης, καθώς και στην τοπική Αρχή, που θεωρούνται συνυπεύθυνοι για τις σοβαρές ελλείψεις που παρατηρήθηκαν. Σύμφωνα με την έκθεση, η υπόθεση θα εξεταστεί από την αστυνομία και την Εισαγγελία, με τις οικογένειες των θυμάτων και τους επιζώντες να ζητούν επίμονα την ποινική δίωξη των υπευθύνων.
Η φονική φωτιά του 2017
Η τραγωδία του πύργου Grenfell παραμένει ένα από τα πιο φρικτά περιστατικά στη σύγχρονη ιστορία της Βρετανίας, προκαλώντας έντονες αντιδράσεις και βαθιές ανησυχίες για την ασφάλεια των κτιρίων και την ευημερία των ενοίκων τους. Την ημέρα της φωτιάς, στις 14 Ιουνίου 2017, η φωτιά ξεκίνησε λίγο πριν τη 01:00 σε ένα διαμέρισμα στον τέταρτο όροφο, πιθανότατα λόγω βλάβης σε ψυγείο-καταψύκτη.
Μέσα σε λίγα λεπτά, η φωτιά εξαπλώθηκε ταχύτατα κατά μήκος της εξωτερικής επιφάνειας του κτιρίου, επιδεινούμενη από την πρόσφατα εγκατεστημένη επένδυση από αλουμίνιο, η οποία ήταν εξαιρετικά εύφλεκτη.
Η επένδυση δημιούργησε ένα φαινόμενο «καμινάδας», επιτρέποντας στις φλόγες να «ταξιδεύουν» κάθετα και οριζόντια στην επιφάνεια του κτιρίου. Οι υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης έλαβαν την πρώτη κλήση στις 00:54 και οι πρώτες πυροσβεστικές δυνάμεις έφθασαν λίγα λεπτά αργότερα. Ωστόσο, μέχρι τις 03:00, η φωτιά είχε εξαπλωθεί στους παραπάνω ορόφους του κτιρίου. Η Πυροσβεστική Υπηρεσία του Λονδίνου αναγκάστηκε να το κηρύξει μείζον περιστατικό, αναπτύσσοντας περισσότερα από 40 πυροσβεστικά οχήματα και εκατοντάδες πυροσβέστες για να καταπολεμήσουν τις φλόγες.
Παρά τις υπεράνθρωπες προσπάθειες των πυροσβεστών, η πυρκαγιά συνέχισε να εξαπλώνεται ανεξέλεγκτα, οδηγώντας σε μια μεγάλη τραγωδία.