Οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής είναι ο πιο στενός σύμμαχος του Ισραήλ. Από την έναρξη του πολέμου στη Λωρίδα της Γάζας η Ουάσιγκτον επαναλαμβάνει ότι η στήριξή της προς το Τελ Αβίβ είναι σιδερένια και ακλόνητη. Η υπομονή όμως της κυβέρνησης Μπάιντεν δοκιμάζεται εδώ και εβδομάδες, αφού ο Ισραηλινός πρωθυπουργός επιλέγει να ακούει μεν αλλά στο τέλος να αγνοεί εκκλήσεις και προειδοποιήσεις των Αμερικανών.
Ήδη η Ουάσιγκτον δοκίμασε να τρίξει τα δόντια στο Τελ Αβίβ είτε επιβάλλοντας κυρώσεις κατά Ισραηλινών εποίκων στη Δυτική Όχθη, είτε μη ασκώντας βέτο σε καταδικαστικά για το Ισραήλ ψηφίσματα στα Ηνωμένα Έθνη.
Τώρα οι Ηνωμένες Πολιτείες επιλέγουν να δυναμώσουν την πίεσή τους.
Η κυβέρνηση Μπάιντεν πήρε την απόφαση να παγώσει την αποστολή φορτίου βομβών προς το Ισραήλ και, στη συνέχεια, αποφάσισε να επανεξετάσει και άλλα πακέτα όπλων.
Ο υπουργός Άμυνας των Ηνωμένων Πολιτειών, Λόιντ Όστιν υπήρξε σαφής. «Θα συνεχίσουμε να κάνουμε ό,τι είναι απαραίτητο για να διασφαλίσουμε ότι το Ισραήλ έχει τα μέσα για να υπερασπιστεί τον εαυτό του», αλλά «επαναξιολογούμε τις αποστολές στρατιωτικής βοήθειας στο πλαίσιο των εξελίξεων στη Ράφα».
Λίγες ώρες αργότερα ο ίδιος ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών έλυσε τη σιωπή του για το θέμα και για πρώτη φορά μιλώντας στο αμερικανικό δίκτυο CNN είπε ότι οι ΗΠΑ θα σταματήσουν την αποστολή όπλων στο Ισραήλ, εάν ο πρωθυπουργός της χώρας ανάψει πράσινο για μία ευρείας κλίμακας επίθεση στη νοτιότερη πόλη της Λωρίδας της Γάζας.
Η τελική απόφαση ακόμη δεν έχει ληφθεί. Η κίνηση όμως ήδη ταράζει τα νερά.
Ο πρεσβευτής του Ισραήλ στον ΟΗΕ, Γκιλάντ Ερντάν, μιλώντας στο ισραηλινό Κανάλι 12 δήλωσε ότι δεν πιστεύει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα σταματήσουν να προμηθεύουν το Ισραήλ με όπλα αλλά χαρακτήρισε «πολύ απογοητευτική» την απόφαση για παύση ενός φορτίου με βόμβες, «ακόμη και εκνευριστική».
Ανεβάζοντας και άλλο τους τόνους ο Γκιλάντ Ερντάν προσέθεσε πως ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, «δεν μπορεί να λέει πως είναι εταίρος μας στον στόχο να καταστρέψουμε τη Χαμάς τη στιγμή που από την άλλη καθυστερεί τα μέσα για να τα καταφέρουμε».
Από την πλευρά της η αμερικανική κυβέρνηση έχει αρνηθεί τα περί «κόκκινων γραμμών» αλλά έχει ξεκαθαρίσει ότι ο Τζο Μπάιντεν δεν αστειευόταν όταν μιλώντας τηλεφωνικά με τον Μπέντζαμιν Νετανιάχου στις 4 Απριλίου είχε τονίσει ότι μία επίθεση του Ισραήλ στη Ράφα θα οδηγούσε σε μία σοβαρή επαναξιολόγηση της σχέσης των δύο συμμάχων.
Αμερικανός αξιωματούχος μιλώντας στην εφημερίδα Washington Post, έκανε λόγο για μία προειδοποιητική βολή της Ουάσιγκτον με σκοπό να γίνει αντιληπτή από το Τελ Αβίβ η σοβαρότητα των ανησυχιών των ΗΠΑ για την ισραηλινή επίθεση στη Ράφα.
Την ίδια στιγμή αναλυτές εκτός από το επιχείρημα της Ράφα στρέφουν το βλέμμα τους και στο γεγονός ότι σε εξέλιξη παραμένουν οι συνομιλίες για συμφωνία κατάπαυσης του πυρός στο Κάιρο.
Εξηγούν λοιπόν πως δεν αποκλείεται η αμερικανική κυβέρνηση να επιλέγει να αυξήσει την πίεσή της προς το Τελ Αβίβ και συγκεκριμένα προς το πολεμικό συμβούλιο της χώρας για να υποστηρίξουν τα μέλη του το σχέδιο – πρόταση.
Ένας ακόμη παράγοντας τον οποίο οι ειδικοί δεν αγνοούν είναι το γεγονός πως η χώρα είναι ήδη σε προεκλογική τροχιά με τον Τζο Μπάιντεν εξαιτίας των φοιτητικών κινητοποιήσεων υπέρ της λήξης του πολέμου, να «χάνει» τους νέους από το πλευρό του.
Η μπάλα παραμένει στο γήπεδο των Αμερικανών, αφού ακόμη δεν έχουν πει την τελευταία τους κουβέντα, ενώ εκκρεμεί και η έκθεση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ σχετικά με το κατά πόσο το Ισραήλ έχει χρησιμοποιήσει τα όπλα, που έχουν προμηθεύσει οι Ηνωμένες Πολιτείες, σύμφωνα με το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο. Εκκρεμεί όμως και η επόμενη κίνηση Νετανιάχου ο οποίος μέχρι στιγμής επιλέγει τη σιωπή.