Οι άνθρωποι με τρία ή περισσότερα παιδιά εμφανίζουν μεγαλύτερη γνωστική επιβάρυνση και ταχύτερη γήρανση εγκεφάλου. Σε αυτό το συμπέρασμα καταλήγει μία διεθνής μελέτη που συμπεριέλαβε και την Ελλάδα.
Πρόκειται για την πρώτη έρευνα που συσχετίζει τη γέννηση πολλών παιδιών και τη δημιουργία πολύτεκνης οικογένειας, με τη χειρότερη υγεία του εγκεφάλου των γονέων αργότερα στη ζωή.
Οι ερευνητές από τις ΗΠΑ (Σχολή Δημόσιας Υγείας και Κέντρο Γήρανσης Πανεπιστημίου Κολούμπια Νέας Υόρκης) και τη Γαλλία (Πανεπιστήμιο Paris-Dauphine - PSL του Παρισιού), οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό δημογραφίας «Demography», ανέλυσαν στοιχεία της Έρευνας Υγείας, Γήρανσης και Συνταξιοδότησης στην Ευρώπη (SHARE) για 20 ευρωπαϊκές χώρες και το Ισραήλ, τα οποία αφορούσαν άτομα άνω των 65 ετών που είχαν τουλάχιστον δύο βιολογικά παιδιά.
Διαπιστώθηκε ότι από τα τρία παιδιά και πάνω υπάρχει μια αυξημένη πιθανότητα για χειρότερη γνωστική λειτουργία κατά την τρίτη ηλικία, κάτι που αφορά εξίσου τους άνδρες και τις γυναίκες. Η συσχέτιση φαίνεται πιο αισθητή στη βόρεια Ευρώπη από ό,τι στη νότια.
«Η αρνητική επίπτωση της απόκτησης τριών ή περισσότερων παιδιών πάνω στη γνωστική λειτουργία δεν είναι αμελητέα, αλλά ισοδύναμη με 6,2 χρόνια γήρανσης», ανέφερε ο ερευνητής Ερίκ Μπονσάνγκ και εκτίμησε ότι αυτό σημαίνει ότι καθώς μειώνεται το ποσοστό των πολύτεκνων Ευρωπαίων στο σύνολο του ευρωπαϊκού πληθυσμού, θα υπάρξει θετική επίπτωση στη γνωστική-νοητική υγεία των ηλικιωμένων στην Ευρώπη.
«Δεδομένου του μεγέθους της επίπτωσης», δήλωσε ο ερευνητής Βέγκαρντ Σκίρμπεκ, «οι μελλοντικές μελέτες πάνω στη γνωστική υγεία κατά το ύστερο στάδιο της ζωής θα πρέπει να εξετάσουν επίσης τη γονιμότητα ως προγνωστικό δείκτη μαζί με άλλους πιο καθιερωμένους παράγοντες, όπως η μόρφωση, οι επαγγελματικές εμπειρίες, η σωματική άσκηση και η σωματική και ψυχική υγεία. Επιπροσθέτως, μελλοντικές έρευνες θα πρέπει να εξετάσουν τις δυνητικές επιπτώσεις της ατεκνίας ή της απόκτησης μόνο ενός παιδιού πάνω στη μελλοντική υγεία του εγκεφάλου».
Μέχρι σήμερα η γονιμότητα δεν είχε τραβήξει ιδιαίτερα την προσοχή ως πιθανός προγνωστικός δείκτης της γνωστικής κατάστασης των ηλικιωμένων. Οι ερευνητές ανέφεραν ότι η γονιμότητα μπορεί να επηρεάσει την γνωστική λειτουργία στο ύστερο στάδιο της ζωής μέσω διαφόρων τρόπων. Μια πιθανή εξήγηση είναι ότι κάθε επιπρόσθετο παιδί συχνά σημαίνει έξτρα οικονομική επιβάρυνση, μείωση του οικογενειακού εισοδήματος και αυξημένη πιθανότητα της οικογένειας να βρεθεί κάτω από το όριο φτώχειας, άρα μειωμένη ποιότητα ζωής για όλα τα μέλη της οικογένειας, με συνέπεια την αβεβαιότητα και το άγχος, που επιδρούν αρνητικά στον εγκέφαλο.
Επίσης η ανατροφή πολλών παιδιών μπορεί να αποδειχθεί αφ' εαυτής πολύ στρεσογόνα, αυξάνοντας έτσι τους κινδύνους για τη σωματική και νοητική υγεία. Οι άνθρωποι με πολλά παιδιά έχουν λιγότερο χρόνο να χαλαρώσουν και να επενδύσουν σε δραστηριότητες αναψυχής που τονώνουν την γνωστική λειτουργία.
Από την άλλη όμως, οι πολύτεκνοι γονείς έχουν μικρότερο κίνδυνο κοινωνικής απομόνωσης και μοναξιάς, που αποτελούν γνωστούς παράγοντες κινδύνου για γνωστική εξασθένηση και άνοια. Οι τελευταίες γίνονται ολοένα συχνότερες όσο οι πληθυσμοί γερνάνε (δηλαδή αυξάνει η αναλογία των ηλικιωμένων).