Η 113χρονη Σαρλότε Κρέτσμαν προσέχει και την εμφάνισή της, ακόμη και σε αυτήν την ηλικία. Πηγαίνει στο κομμωτήριο κάθε δύο εβδομάδες, όπως λέει. Βάφει τα νύχια της και φοράει άρωμα. «Έχω κρατήσει τη ματαιοδοξία μου», λέει. Όχι μόνο περνάει την καθημερινότητα με τα εγγόνια και τους μακρινούς συγγενείς της, αλλά αφήνει και τον κόσμο να συμμετέχει στη ζωή της, μέσω των social media, όπου έχει σχεδόν 5.000 followers.

Η γηραιότερη γυναίκα στη Γερμανία μίλησε στην Deutsche Welle, μεταξύ άλλων, για τον ρόλο που παίζει η τεχνολογία στην καθημερινότητά της, τις αναμνήσεις της και τα μυστικά της μακροζωίας της.

«Ακόμη και η ανιψιά μου στην Αμερική μπορεί να με δει», λέει υπερήφανα. Ο εγγονός της Πέτερ τη βοηθά σε αυτό. «Έχω την αίσθηση ότι η γιαγιά μου είναι μικρότερη από μένα», λέει ο ίδιος. Και αν συνεχίσει έτσι, η Σαρλότε Κρέτσμαν έχει κάποια χρόνια ακόμα μπροστά της. Όμως δεν σπαταλά σκέψεις για τον θάνατο. «Δεν ωφελεί σε τίποτα, κάποια στιγμή θα έρθει και εγώ θα ευθύνομαι λιγότερο από όλους γι αυτό...», λέει.

Στη μακρά ζωή της η Σαρλότε Κρέτσμαν έχει βιώσει πολλά περισσότερα από όσα χωράει σε ένα από τα πολλά ημερολόγια που κρέμονται στο δωμάτιό της. Κάθε τόσο παίρνει ένα αντίγραφο από τον τοίχο στον οίκο ευγηρίας και το ξεφυλλίζει. Κάποια έχουν συνταγές για κάθε μήνα, άλλα δείχνουν τον βραχώδη κόσμο των Δολομιτών.

 

«Θέλω να είναι τα πάντα όμορφα και λίγο πολύχρωμα. Έτσι έχω πάντα κάτι να δω», λέει η γυναίκα που θεωρείται σήμερα η γηραιότερη Γερμανίδα. «1-1-3». Μεγάλα και μωβ, τα νούμερα κρέμονται στον τοίχο της, θυμίζοντας την ηλικία της που έσπασε ρεκόρ.

Η Σαρλότε Κρέτσμαν άφησε τους πάντες πίσω στο δρόμο της ζωής και διαμένει σήμερα σε οίκο ευγηρίας στο Κιρχάιμ ούντερ Τεκ, νοτιοανατολικά της Στουτγάρδης. Όπως κάποτε στο αθλητικό της σωματείο, όταν ήταν η ταχύτερη στα 200, 400 και 800 μέτρα. Σήμερα κανείς στη Γερμανία δεν είναι γηραιότερος από αυτήν.

Η ίδια το βλέπει χαλαρά: «Ξέρεις, δεν το επέλεξα. Δεν είναι δικό μου λάθος. Ο καθένας μπορεί να βιώσει την επόμενη μέρα, δεν χρειάζεται να κάνει τίποτα για αυτό», λέει. Στην ηλικία της εξακολουθεί να διαβάζει την εφημερίδα της, της αρέσει να πίνει ένα ποτήρι κόκκινο κρασί με το γεύμα της και λατρεύει τη σοκολάτα. «Το μυαλό μου λειτουργεί 150%», λέει υπερήφανα. Το μόνο που την ενοχλεί είναι το αναπηρικό καροτσάκι, θέλει να μπορέσει να χρησιμοποιήσει ξανά τον περιπατητή της και γι' αυτό προπονείται τακτικά με τον φυσιοθεραπευτή.

Έζησε πολλά θλιβερά, αλλά και πολλά ωραία πράγματα, θυμάται η «Λότε». Υπέφερε από παγκόσμιους πολέμους και υπέμεινε οικονομικές κρίσεις, δάκρυσε για τη διχοτόμηση της Γερμανίας και γιόρτασε την επανένωση, είδε χρήματα να έρχονται και να φεύγουν, ακόμη και ο κορωνοϊός δεν την κατέβαλε το περασμένο καλοκαίρι. «Απλώς δεν είδα κανέναν, δεν άκουσα κανέναν, ούτε μίλησα σε κανέναν. Ήμουν επί 14 μέρες στο παράθυρό μου, παρατηρώντας τα δέντρα. Δεν θέλω να το ξαναζήσω αυτό...».

Και φυσικά τίθεται το ερώτημα ποιο είναι το μυστικό της μακροημέρευσης. «Ήταν ο αθλητισμός, η άσκηση ακόμη και το χειμώνα», λέει η Κρέτσμαν. «Αλλά σίγουρα και τα ευτυχισμένα παιδικά μου χρόνια». Γεννημένη στο Μπρέσλαου στη σημερινή Πολωνία το 1909, πήρε όλα όσα ήθελε από τους γονείς της. «Τα πιο όμορφα φορέματα, καλή διατροφή, στοργική φροντίδα», θυμάται. Γνώρισε τον σύζυγό της Βέρνερ κάνοντας αθλήματα, χόρευαν συχνά μαζί, ήταν «έρωτας με την πρώτη ματιά», όπως λέει.

Κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, η ευτυχία των δύο χωρίζεται. Ο Βέρνερ καλείται ως στρατιώτης στη Γαλλία και στη συνέχεια στην Ανατολή, η Κρέτσμαν καταφεύγει στη Δύση με την κόρη τους. Μετά τον πόλεμο το ζευγάρι βρέθηκε μέσω του Ερυθρού Σταυρού και εγκαταστάθηκε στη Στουτγάρδη. Η Σαρλότε Κρέτσμαν επέζησε του συζύγου, αλλά και της κόρης της και ζούσε μόνη της μέχρι πριν από λίγα χρόνια, όταν υπέστη εγκεφαλική αιμορραγία και έτσι αποφάσισε να μετακομίσει σε οίκο ευγηρίας.

«Κάθε γενιά επιβιώνει όπως μπορεί», λέει. «Και αυτό το καταφέραμε μετά τον Πρώτο και μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο». Όμως ονειρεύεται συχνά και σε πολύ απτές εικόνες τις περασμένες δεκαετίες, που συμπληρώνουν πάνω από έναν αιώνα. Ονειρεύεται τους γονείς και τα παιδικά της χρόνια, την κόρη της και τον άντρα της. Μετά ξυπνάει, συνειδητοποιώντας ότι όλα αυτά ήταν ένα όνειρο. Και μετά; «Συχνά είμαι πολύ δυστυχισμένη και κλαίω».

Πηγή: Deutsche Welle