Τις συνθήκες που επικρατούν στη Σανγκάη μετά το αυστηρό lockdown περιέγραψε ο γενικός πρόξενος της Ελλάδας στη Σανγκάη, Βασίλης Κονιάκος.
Μιλώντας στην τηλεόραση του ΣΚΑΪ, o κ. Κονιάκος τόνισε ότι «κανείς δεν μπορεί να κυκλοφορήσει στον δρόμο», ενώ μίλησε για τη μεταφορά ακόμα και των ασυμπτωματικών ασθενών σε κέντρα απομόνωσης, αλλά και τον βίαιο αποχωρισμό παιδιών από τους γονείς τους.
Περιγράφοντας την καθημερινότητα στην πόλη, ο κ. Κονιάκος εξηγεί ότι τα τεστ, είτε σελφ είτε PCR, είναι γίνονται υποχρεωτικά κάθε μέρα και τα οργανώνουν οι επιιτροπές στις συνοικίες.
«Αν κάποιος έχει συμπτώματα, διακομίζεται σε νοσοκομείο. Οι ασυμπτωματικοί μεταφέρονται στα πρόχειρα κέντρα υγειονομικού αποκλεισμού. Στα κέντρα αυτά μένεις τουλάχιστον 14 μέρες ή μέχρι να βγάλεις δύο αρνητικά συνεχόμενα τεστ», επισημαίνει.
Ωστόσο, ιδιαίτερα αυστηρό είναι το πρωτόκολλο για τις στενές επαφές των κρουσμάτων, οι οποίες επίσης μεταφέρονται για 14 μέρες σε κέντρα απομόνωσης και στη συνέχεια μπαίνουν για επτά ακόμα ημέρες σε κατ' οίκον περιορισμούς.
Όπως εξηγεί, η Κίνα έχει διαλέξει μια δυναμική πολιτική μηδενικών κρουσμάτων και η νομιμοποίηση αυτής της πολιτικής είναι ότι έχει πολύ μικρούς αριθμούς θανάτων από Covid. «Με τα 300.000 κρούσματα στα 26 εκατ. πληθυσμού δεν έχει καταγραφεί ούτε ένας θάνατος», τονίζει.
Σχετικά με τις περιπτώσεις παιδιών που αναγκάζονται να αποχωριστούν τα παιδιά τους, ο γενικός πρόξενος της Ελλάδας στην Σανγκάη υπογραμμίζει ότι «όταν τα παιδιά είναι θετικά και οι γονείς είναι αρνητικοί, οι αρχές επιτρέπουν σε έναν από τους δυο να συνοδεύει το ανήλικο υπό την προϋπόθεση ότι δέχεται όλες τις συνέπειες της επιλογής αυτής». Όμως, τα πράγματα είναι πιο περίπλοκα όταν οι γονείς είναι θετικοί και τα παιδιά αρνητικά γιατί θα πρέπει να ορίσουν κάποιον να ασκήσει την προσωρινή επιμέλεια και είναι δύσκολο.
Σε ό,τι αφορά στις καθημερινές ανάγκες των πολιτών, δεδομένου ότι κανείς δεν επιτρέπεται να κυκλοφορεί έξω, αναφέρει ότι υπάρχουν αρκετά προβλήματα, καθώς οι βασικές ανάγκες αγορών εξυπηρετούνται από ομαδικές παραγγελίες σε επίπεδο συγκροτήματος κατοικίας. «Αυτό δεν είναι εύκολο σε 26 εκατ. να παίρνουν κάθε μέρα μια σακούλα με τρόφιμα και να τη βλέπουν έξω από την πόρτα τους».
Ερωτηθείς για τις επιχειρήσεις που λειτουργούν στην Σανγκάη, τονίζει ότι «υπάρχουν επιχειρήσεις κομβικής σημασίας που συνεχίζουν να δουλεύουν, αλλά είναι λίγες. Σε αυτές, οι εργαζόμενοι ζουν, εργάζονται και κοιμούνται στον χώρο εργασίας τους».
Τέλος, ο κ. Κονιάκος βάζει τέλος στα σενάρια που κυκλοφορούν και θέλουν κάτι άλλο να συμβαίνει στη χώρα σημειώνοντας ότι όλα αυτά ανήκουν στη «σφαίρα της συνωμοσιολογίας».
Αρπάζουν πολίτες ακόμα και με... δαγκάνες και τους σέρνουν στα κέντρα καραντίνας
Στο μεταξύ, τελειωμό δεν έχουν τα βίντεο που αποτυπώνουν το θέατρο του παραλόγου που επικρατεί στη μεγαλύτερη πόλη της Κίνας, τη Σανγκάη.
Η αλλοτινή κοσμοπολίτικη και πλούσια πόλη παραμένει άδεια. Δεν κυκλοφορούν ούτε πεζοί, ούτε αυτοκίνητα, παρά μόνο ρομπότ, drones και άνδρες με τις ειδικές στολές. Όλα τα καταστήματα παραμένουν κλειστά και τα μέσα μαζικής μεταφοράς έχουν σταματήσει να λειτουργούν.
Οι άνθρωποι στις περισσότερες περιοχές της πόλης δεν επιτρέπεται να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους για κανένα λόγο. Ούτε ακόμα για να βγάλουν βόλτα τα κατοικίδιά τους ή να πάνε στο παντοπωλείο. Την ίδια στιγμή, πληθαίνουν οι πολίτες που απομακρύνονται δια της βίας από τα σπίτια τους για να μεταφερθούν στις ειδικές εγκαταστάσεις καραντίνας.
Εντύπωση, μάλιστα, προκαλεί ότι σε αυτές οδηγούνται και άνθρωποι που δεν έχουν παρουσιάσει ούτε συμπτώματα, ούτε θετικά τεστ. Μεγαλώνει η λίστα και εκείνων που αναγκάζονται να απαρνηθούν την οικεία τους, ώστε αυτή να αποτελέσει χώρο για τους νοσούντες. Οι αρχές της πόλης έχουν αρχίσει να μετατρέπουν σχολεία, νεόκτιστα κτήρια κατοικιών, όπως και εκθεσιακά κέντρα σε κέντρα καραντίνας και την προηγούμενη εβδομάδα ανακοίνωσαν ότι έχουν δημιουργήσει περισσότερες από 160.000 κλίνες σε περισσότερα από 100 νοσοκομεία εκστρατείας.
Μία γυναίκα τραβάει με το κινητό της την έφοδο των αρχών σε ένα γειτονικό της σπίτι, ενώ ακούγεται να αναρωτιέται κλαίγοντας «μα γιατί το κάνουν αυτό σε έναν ηλικιωμένο άνθρωπο;» Τεράστια κτίρια που φιλοξενούν χιλιάδες άτομα σφραγίζονται κυριολεκτικά. Στις εισόδους τοποθετούνται δοκάρια. Απενεργοποιούνται ασανσέρ σε ουρανοξύστες με τους κατοίκους να αναγκάζονται να κατεβαίνουν και να ανεβαίνουν με τα πόδια δεκάδες ορόφους για να παραλάβουν φαρμακευτικό υλικό και τροφή.
Παρά την προσπάθεια των αρχών να εμποδίσουν τη δημοσίευση ανάλογων βίντεο στο Διαδίκτυο, οι κάτοικοι της Σανγκάης εκτονώνουν την οργή τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Εκεί, καταγγέλουν άκρατη βία, καταπάτηση των δικαιωμάτων τους, τρομαχτικές ελλείψεις τροφίμων, ακόμα και δολοφονίες κατοικίδιων ζώων. Ο φόβος για την έλλειψη φαγητού εντείνεται όσο περνάνε οι ημέρες. Το πρόβλημα εντοπίζεται στη διανομή, δηλαδή στη μεταφορά τροφίμων από το σημείο διανομής στις κατοικίες. Τα ειδικά δελτία εισιτηρίων που απαιτούνται, πλέον, για να εισέλθουν οι υπηρεσίες παράδοσης σε συγκεκριμένες περιοχές και οι διαδικασίες απολύμανσης δυσχεραίνουν ακόμα περαιτέρω τη διαδικασία. Εκτός από αυτές τις προκλήσεις, το φαγητό από έξω από τη Σαγκάη δυσκολεύεται να μπει μέσα, λόγω των σημείων ελέγχου στους δρόμους. Όλοι παραμένουν εγκλωβισμένοι, επιχειρώντας να πληροφορηθούν μέσα Διαδικτύου πού μπορούν να προμηθευτούν τρόφιμα, πώς, αλλά και πόσο χρόνο θα διαρκέσει η παράδοση. Τα λαχανικά και το γάλα συνήθως πηγαίνουν στην κεντρική πύλη του συγκροτήματος πολυκατοικιών, όπου εθελοντές τα απολυμαίνουν, προτού κατέβουν διαφορετικοί εθελοντές από τους κάτοικους τα παραλάβουν. Οι περισσότεροι δεν πρόλαβαν πριν την καραντίνα να προμηθευτούν τα απαραίτητα και νιώθουν τυχεροί, όταν προμηθεύονται ένα σακουλάκι ρύζι για τέσσερα άτομα!
Ιδιαίτερη εντύπωση προκάλεσαν και οι ακινητοποιήσεις ανθρώπων ακόμα και με… δαγκάνες.\
Με τούτα και με εκείνα, οι αρχές φαίνεται να εφαρμόζουν την πολιτική «μηδενικής ανοχής στον COVID-19». Αναφερόμενοι στους λόγους που οδήγησαν σε τόσο αυστηρό lockdown, ειδικοί επικαλούνται τα χαμηλά ποσοστά εμβολιασμού και την εξάπλωση της Όμικρον 2. Όσο συνεχίζεται η κατάσταση αυτή, εντείνονται και οι ανησυχίες για καθυστερήσεις, στις παραδόσεις προϊόντων παγκοσμίως.