Οι Βρετανοί ψηφοφόροι προσέρχονται σήμερα στις κάλπες για να αποφασίσουν αν το Ηνωμένο Βασίλειο θα συνεχίσει να αποτελεί μέρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, το οποίο θα αλλάξει την πορεία τόσο της χώρας, όσο και της ΕΕ για τις επόμενες δεκαετίες, δεν είναι βέβαιο, καθώς οι δημοσκοπήσεις έδιναν οριακό προβάδισμα πότε στη μία και πότε στην άλλη πλευρά.

Σύμφωνα με το Stratfor, η απόφαση για αποχώρηση από την Ευρωπαϊκή Ένωση θα είχε σαρωτικές πολιτικές και οικονομικές επιπτώσεις, τόσο για τη Βρετανία όσο και για την Ευρώπη. Ωστόσο, μια ψήφος υπέρ της παραμονής δεν θα βελτίωνε τις προοπτικές της ευρωπαϊκής ενοποίησης.

Σενάριο 1ο: Η Βρετανία αποχωρεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση

Αν κερδίσει στο δημοψήφισμα το «στρατόπεδο» της «αποχώρησης», ο αντίκτυπος της ψήφου θα αντηχήσει σε ολόκληρο τον κόσμο. Ακόμα και έτσι, όμως, υπάρχουν ορισμένα στοιχεία που θα πρέπει να έχουμε υπόψη για το Brexit:

-Δεν θα συμβεί άμεσα

Σύμφωνα με το Άρθρο 50 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα μέλη που θέλουν να αποχωρήσουν από το ευρωπαϊκό μπλοκ πρέπει πρώτα να διαπραγματευτούν τους όρους της εξόδου τους και να αναπτύξουν ένα πλαίσιο για τη μελλοντική τους σχέση με την Ευρώπη.

Αυτή η διαδικασία μπορεί να διαρκέσει έως και δύο χρόνια, αν και το Ηνωμένο Βασίλειο θα μπορέσει να ελέγξει το πότε θα ξεκινήσει αυτή η περίοδος, επιλέγοντας πότε να ενημερώσει την Ευρωπαϊκή Ένωση για τις προθέσεις του. Οι αξιωματούχοι της ΕΕ έχουν πει πως οι όροι της αποχώρησης της Βρετανίας θα μπορούσαν πιθανότατα να οριστικοποιηθούν εντός του χρονικού πλαισίου των δύο ετών, όμως ο καθορισμός των επακόλουθων δεσμών της με το μπλοκ θα χρειαστεί περισσότερο χρόνο. Βεβαίως, το Άρθρο 50 είναι μια σχετικά πρόσφατη τροποποίηση στην ευρωπαϊκή νομοθεσία, καθώς τέθηκε σε ισχύ μόλις τον Δεκέμβριο του 2009. Καθώς κανένας δεν το έχει επικαλεστεί μέχρι τώρα, είναι ασαφές το πόσο λεπτομερής θα πρέπει να είναι μια συμφωνία αποχώρησης, προκειμένου να γίνει αποδεκτή.

Μέχρι να ολοκληρωθούν οι διαπραγματεύσεις για την έξοδο, η Βρετανία θα συνεχίσει να θεωρείται πλήρες μέλος της ΕΕ που θα δεσμεύεται από τους κανόνες και τις Συνθήκες της ΕΕ. Αυτό σημαίνει πως θα συνεχίσει να είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης τουλάχιστον μέχρι τα τέλη του 2018.

Όταν το Λονδίνο και οι Βρυξέλλες καταλήξουν σε μια τελική συμφωνία, τότε θα πρέπει να τεθεί σε ψηφοφορία από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο καθώς και από τα Κοινοβούλια της Ευρώπης και της Βρετανίας. Αν και είναι ασαφές το τι θα συμβεί, αν οποιοδήποτε ευρωπαϊκό σώμα ψηφίσει κατά της συμφωνίας αποχώρησης, όλες οι πλευρές πιθανότατα θα επέστρεφαν στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης για να καταρτίσουν μια νέα συμφωνία.

Θεωρητικά, η Βρετανία θα είχε την επιλογή να φύγει μονομερώς από την Ευρωπαϊκή Ένωση, όμως αν το έκανε αυτό, οι μελλοντικές συζητήσεις μεταξύ του Λονδίνου και των Βρυξελλών θα γίνονταν πολύ πιο δύσκολες. Λαμβάνοντας υπόψη ότι η Βρετανία θα ήθελε μια συμφωνία ελεύθερου εμπορίου με την ΕΕ -το μεγαλύτερο εμπορικό μπλοκ του κόσμου-, έχοντας απαρνηθεί τη συμμετοχή της στην ΕΕ, το Λονδίνο είναι απίθανο ότι θα κλιμάκωνε περαιτέρω τις εντάσεις με τις Βρυξέλλες, αν μπορεί να το αποφύγει. Επίσης, το Άρθρο 50 δεν περιλαμβάνει προβλέψεις για χώρες που θέλουν να αντιστρέψουν την απόφασή τους να αποχωρήσουν ενόσω διαρκούν οι διαπραγματεύσεις, με αποτέλεσμα να είναι ασαφές το πώς θα προχωρήσει το μπλοκ, αν η βρετανική κυβέρνηση αλλάξει γνώμη.

Στο τέλος, η πορεία των διαπραγματεύσεων αποχώρησης της Βρετανίας θα καθοριστεί από πολιτικές διαπραγματεύσεις, ασχέτως του τι λένε οι Ευρωπαϊκές Συνθήκες. Πρόσφατες διαρροές σε διεθνή μέσα ενημέρωσης αφήνουν να εννοηθεί ότι η γερμανική κυβέρνηση θα ήθελε να καταλήξουν γρήγορα οι διαπραγματεύσεις με το Λονδίνο, προκειμένου να ελαχιστοποιηθεί η όποια χρηματοοικονομική αστάθεια τυχόν προκύψει λόγω ενός Brexit. Η Γαλλία, από την άλλη πλευρά, φέρεται να είναι πρόθυμη να κάνει την αποχώρηση της Βρετανίας ακόμα πιο δύσκολη, για να στείλει μήνυμα στα ευρωσκεπτικιστικά κόμματα στο εσωτερικό της χώρας. Αυτά τα αντικρουόμενα συμφέροντα θα μπορούσαν να κλιμακώσουν προσωρινά τις εντάσεις μεταξύ των μελών της ΕΕ, αν και το φάσμα μιας παρατεταμένης αβεβαιότητας πιθανότατα θα ενθάρρυνε το μεγαλύτερο μέρος του μπλοκ να καταλήξει συντομότερα, και όχι αργότερα, σε συμφωνία με το Λονδίνο.

-Θα δημιουργούσε δύσκολα ερωτήματα στο Λονδίνο

Όταν οριστικοποιηθεί η έξοδος της Βρετανίας, η βρετανική κυβέρνηση θα πιεζόταν να διευθετήσει τρία μεγάλα ζητήματα. Το μεγαλύτερο είναι το εμπόριο. Περίπου το 45% των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών της Βρετανίας κατευθύνεται προς τα μέλη της ΕΕ και το 53% των εισαγωγών της προέρχονται από την ΕΕ. Συνεπώς, η Βρετανία θα είχε ισχυρό κίνητρο να διατηρήσει την πρόσβασή της στην κοινή αγορά της Ευρώπης. Για να γίνει αυτό, θα πρέπει το Λονδίνο να διαπραγματευτεί νέες συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου με το μπλοκ και με τις χώρες εκτός ΕΕ με τις οποίες διαπραγματεύεται μέσω της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Με βάση την ιστορική εμπειρία, τέτοιες συμφωνίες μπορεί να χρειαστούν ως και μια δεκαετία για να ολοκληρωθούν.

Η νομοθεσία θα ήταν επίσης ένα σημαντικό πρόβλημα που θα πρέπει να επιλυθεί. Όταν δεν ισχύουν πλέον οι κανόνες της ΕΕ, τότε το Βρετανικό Κοινοβούλιο θα πρέπει να επαναφέρει, να τροποποιήσει ή να καταργήσει τους ισχύοντες νόμους. Οι επικριτές του Brexit έχουν προειδοποιήσει πως με την πάροδο του χρόνου, το χάσμα μεταξύ των βρετανικών και των ευρωπαϊκών κανονισμών θα διευρυνθεί, πλήττοντας τις βρετανικές εξαγωγές προς την ΕΕ και καθιστώντας τη Βρετανία λιγότερο ελκυστικό προορισμό για επενδύσεις.

Το άλλο ζήτημα που θα ερχόταν στο προσκήνιο θα ήταν η μετανάστευση. Μετά την αποχώρηση από την ΕΕ, το Λονδίνο θα πρέπει να αποφασίσει το status των Ευρωπαίων πολιτών που εργάζονται στη Βρετανία, όπως οι Βρυξέλλες θα πρέπει να καθορίσουν το status των Βρετανών εργαζομένων που διαμένουν σε όλη την Ευρώπη. Επιπλέον, η βρετανική κυβέρνηση θα πρέπει να καταρτίσει μια μεταναστευτική πολιτική, προκειμένου να προσελκύσει ειδικευμένο εργατικό δυναμικό και να αντιμετωπίσει τη δημογραφική πτώση της χώρας. Για τον σκοπό αυτό, πιθανότατα θα εφαρμόσει μια επιλεκτική μεταναστευτική πολιτική που θα μοιάζει με το point system που ισχύει στον Καναδά και στην Αυστραλία.

-Θα κόστιζε στη Βρετανία, πολιτικά και οικονομικά

Όλες αυτές οι αποφάσεις μπορεί να πρέπει να ληφθούν όμως από μια νέα κυβέρνηση. Μια ψήφος για αποχώρηση από την Ευρωπαϊκή Ένωση είναι σχεδόν βέβαιο πως θα οδηγούσε σε παραίτηση του Βρετανού πρωθυπουργού Ντέιβιντ Κάμερον, ο οποίος έχει ταχθεί υπέρ της παραμονής στην ΕΕ. Οι ομάδες του Συντηρητικού Κόμματος που στηρίζουν το Brexit θα έπρεπε στη συνέχεια να αποδείξουν ότι ελέγχουν αρκετές έδρες στη Βουλή για να διορίσουν τον διάδοχο του Κάμερον, χωρίς να προκαλέσουν νέες εκλογές. Όμως, δεδομένων των βαθύτατων διαχωρισμών εντός του κόμματος, η ικανότητά του να κάνει κάτι τέτοιο είναι αβέβαιη.

Εν τω μεταξύ, το Λονδίνο θα πρέπει επίσης να αντιμετωπίσει νέες απαιτήσεις για ανεξαρτησία από τη Σκοτία. Άλλωστε, οι Σκοτσέζοι ψηφοφόροι σε μεγάλο βαθμό στηρίζουν την Ευρωπαϊκή Ένωση και τα μέλη του κυβερνώντος Σκοτσέζικου Εθνικού Κόμματος έχουν ζητήσει τη διενέργεια δημοψηφίσματος στην περίπτωση αποχώρησης της Βρετανίας από την ΕΕ. Αν και σχεδόν το 55% των Σκοτσέζων αποφάσισε κατά της απόσχισης από το Ηνωμένο Βασίλειο το 2014, ωστόσο ένα Brexit θα αναβίωνε τη διαμάχη για το μέλλον της Σκοτίας.

Τα προβλήματα της Βρετανίας δεν θα περιορίζονταν στην πολιτική σφαίρα. Έχει ευρέως προβλεφθεί πως ένα Brexit θα προκαλούσε άμεσο οικονομικό σοκ καθώς η αβεβαιότητα για το μέλλον της Βρετανίας στην Ευρώπη προκαλεί αστάθεια σε όλες τις παγκόσμιες αγορές. Πράγματι, η οικονομική ανάπτυξη της Βρετανίας επιβραδύνθηκε το α' τρίμηνο του 2016, ως «αντίδραση» στην αμηχανία που προκάλεσε το δημοψήφισμα.

Η κατάσταση θα μπορούσε να επιδεινωθεί τις εβδομάδες μετά από μια ψήφο υπέρ του Brexit, καθώς θα αποσύρονται χρήματα από τη χώρα και η στερλίνα θα αποδυναμώνεται ακόμα περισσότερο. Ωστόσο, δεν υπάρχει κάποια κοινή άποψη ως προς το πόσο μεγάλη θα είναι η πτώση στη Βρετανία.

Σύμφωνα με το υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών της Βρετανίας, η βρετανική οικονομία θα συρρικνωνόταν κατά 3-6% κατά τα δύο χρόνια μετά το Brexit, εκτίμηση που το «στρατόπεδο» του Brexit θεωρεί υπερβολική. Όμως στις 13 Μαΐου, η επικεφαλής του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ συμμερίστηκε τις ανησυχίες των Βρετανών αξιωματούχων, προειδοποιώντας πως ένα Brexit θα οδηγούσε σε ύφεση, καθώς και σε πιθανή κατάρρευση των χρηματιστηρίων και των τιμών κατοικιών στο Ηνωμένο Βασίλειο.

Πιο μακροπρόθεσμα, η επίπτωση του Brexit στη βρετανική οικονομία μετά τα πρώτα ένα-δυο χρόνια θα γίνει εντονότερη για διάφορους λόγους. Καταρχήν, η ελκυστικότητα της Βρετανίας ως «πύλης» ξένων επενδύσεων για την Ευρώπη θα εξαφανιζόταν αν η χώρα δεν αποτελούσε πλέον μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θέτοντας σε κίνδυνο τη θέση της ως της χώρας που δέχεται τις μεγαλύτερες ξένες άμεσες επενδύσεις.

Ομοίως, το ήμισυ των ευρωπαϊκών εδρών μη ευρωπαϊκών εταιρειών βρίσκονται στη Βρετανία, πολλές από τις οποίες θα επέλεγαν να μετεγκατασταθούν σε χώρες που εξακολουθούν να είναι μέλη του μπλοκ. Το ίδιο μπορεί να ισχύει για τις τράπεζες και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που δραστηριοποιούνται στο Λονδίνο, που ίσως θεωρήσουν το Παρίσι ή τη Φρανκφούρτη πιο ελκυστικά κέντρα και να μετεγκατασταθούν εκεί.

Τα τρία μοντέλα

Αν και πολλά από τα φυσικά πλεονεκτήματα της Βρετανίας -οι «χαλαρές» ρυθμίσεις, το φιλικό προς τις επιχειρήσεις περιβάλλον, οι ισχυρές κεφαλαιαγορές και η χρήση της αγγλικής γλώσσας για παράδειγμα- δεν θα επηρεαστούν από ένα Brexit, ωστόσο πολλές από τις επιπτώσεις της ψήφου θα εξαρτηθούν από το είδος της σχέσης που θα «χτίσει» η Βρετανία με την Ευρώπη αφού φύγει. Οι σχέσεις αυτές θα μπορούσαν να ακολουθήσουν ένα από τα κάτωθι τρία μοντέλα:

Το νορβηγικό μοντέλο: Η Βρετανία θα μπορούσε να συμμετέχει στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Περιοχή υπό όρους παρόμοιους με αυτούς της Νορβηγίας. Αν και η Νορβηγία δεν είναι μέλος της ΕΕ, συμμετέχει σε πολλές από τις δομές του μπλοκ. Αυτή η επιλογή θα διατηρούσε την πρόσβαση της Βρετανίας στην κοινή αγορά της ΕΕ, όμως θα απαιτούσε επίσης το Λονδίνο να υιοθετήσει ευρωπαϊκούς κανόνες και να συνεισφέρει στον προϋπολογισμό του μπλοκ, χωρίς να έχει λόγο στη λήψη αποφάσεων. Με απλά λόγια, η Βρετανία θα αναγκαζόταν να ακολουθήσει κανόνες που δεν θα όριζε, σενάριο που είναι μάλλον απίθανο.

Το ελβετικό μοντέλο: Εναλλακτικά, η Βρετανία θα μπορούσε να ακολουθήσει το παράδειγμα της Ελβετίας, διαπραγματευόμενη σειρά διμερών συμφωνιών με την Ευρωπαϊκή Ένωση που θα όριζαν την πρόσβασή της στην κοινή αγορά της Ευρώπης σε ορισμένους τομείς. Στο πλαίσιο της συμφωνίας αυτής, η Βρετανία θα πρέπει να τηρήσει τους κανονισμούς της ΕΕ μόνο στους τομείς που καλύπτουν οι συμφωνίες. Όμως οι συμφωνίες της Ελβετίας, που είναι περισσότερες από εκατό, χρειάστηκαν χρόνια σκληρών διαπραγματεύσεων με το μπλοκ για να δημιουργηθούν. Ετσι, αν και είναι πιο πιθανό αποτέλεσμα απ' ό,τι το νορβηγικό μοντέλο, εξακολουθεί να δημιουργεί σοβαρά προβλήματα για τη Βρετανία.

Το μοντέλο της Νότιας Κορέας: Η τελική επιλογή της Βρετανίας θα ήταν να υπογράψει μια συμφωνία ελεύθερου εμπορίου με την Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως έκανε η Νότια Κορέα το 2009. Το Λονδίνο και οι Βρυξέλλες θα διαπραγματεύονταν το εύρος και το βάθος μιας τέτοιας συμφωνίας, και είναι πιθανό το μπλοκ να προσπαθήσει να περιορίσει την πρόσβαση της Βρετανίας σε συγκεκριμένους τομείς, όπως οι χρηματοοικονομικές υπηρεσίες. Οι διαπραγματεύσεις θα μπορούσαν να είναι χρονοβόρες: στην περίπτωση της Νότιας Κορέας χρειάστηκαν σχεδόν μια δεκαετία. Τα μέλη του βρετανικού «στρατοπέδου» που τάσσονται υπέρ της αποχώρησης έχουν πει τις τελευταίες εβδομάδες πως το μοντέλο της Νότιας Κορέας θα ήταν ο προτιμώμενος δρόμος τους στην περίπτωση Brexit.

-Θα έβλαπτε και τις οικονομίες της Ευρώπης

Η αποχώρηση της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση θα έβλαπτε τις οικονομίες της ΕΕ όσο και της Βρετανίας. Οι εξαγωγές θα μειώνονταν σε ορισμένους από τους βασικούς εμπορικούς εταίρους της Βρετανίας, περιλαμβανομένης της Ιρλανδίας, η οποία στέλνει περίπου το 14% των εξαγωγών της στη Βρετανία, και της Ολλανδίας και του Βελγίου, που στέλνουν περίπου το 9%. Δεν αποτελεί έκπληξη που οι χώρες αυτές είναι πιθανότατα οι μεγαλύτεροι υποστηρικτές μιας ταχείας ολοκλήρωσης των εμπορικών διαπραγματεύσεων με τη Βρετανία.

Χωρίς εμπορική συμφωνία, οι εξαγωγές της Βρετανίας προς την Ευρωπαϊκή Ένωση θα υπόκεινταν σε δασμούς, όπως και οι εξαγωγές της ΕΕ προς τη Βρετανία. Το Λονδίνο θα αναγκαζόταν να πληρώσει με τις χρεώσεις του «πλέον ευνοημένου κράτους», όπως ορίζει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου, που κυμαίνονται από 4,1% για το υγροποιημένο φυσικό αέριο μέχρι το 32% για το κρασί. Το εμπόριο υπηρεσιών θα γινόταν ακόμα πιο περίπλοκο από το γεγονός πως τα μέλη της ΕΕ έχουν δημιουργήσει διαφορετικά εμπόδια, όπως οι εγχώριοι κανονισμοί, στον τομέα των υπηρεσιών.

Εν τω μεταξύ, η πολιτική αβεβαιότητα που θα προέκυπτε από μια ψήφο υπέρ του Brexit θα έβλαπτε τις οικονομίες σε όλη την Ευρώπη, όπως και μια πτώση του εμπορίου στην περίπτωση που Λονδίνο και Βρυξέλλες δεν καταφέρουν να καταλήξουν σε συμφωνία.

Οι κεντρικές τράπεζες παγκοσμίως, περιλαμβανομένων των κεντρικών τραπεζών των ΗΠΑ, της Ινδίας και της Ιαπωνίας, έχουν ήδη εκδώσει προειδοποιήσεις αναφορικά με το τι θα μπορούσε να κάνει στις παγκόσμιες χρηματαγορές μια παρατεταμένη περίοδος αβεβαιότητας στην Ευρώπη. Ακόμα και αν οι διαπραγματεύσεις Βρετανίας-ΕΕ διαρκέσουν μόλις δύο χρόνια, οι αγορές αυτές δεν θα μπορέσουν να αποφύγουν τις επιπτώσεις.

Μάλιστα, η Νότια Ευρώπη μπορεί να υποφέρει διπλά. Η Ισπανία διενεργεί γενικές εκλογές την Κυριακή 26 Ιουνίου, που πιθανότατα θα οδηγήσουν σε κατακερματισμένη βουλή, ενώ ο Ιταλός πρωθυπουργός Ματέο Ρέντσι έχει συνδέσει το μέλλον της κυβέρνησής του με το δημοψήφισμα για το Σύνταγμα, που θα πραγματοποιηθεί τον Οκτώβριο.

Αν αυτά συνδυαστούν με την αβεβαιότητα που θα προκαλούσε ένα Brexit, η πολιτική αστάθεια στην τρίτη και τέταρτη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης θα δημιουργούσε ερωτήματα για την οικονομική ευρωστία ολόκληρης της Νότιας Ευρώπης, οδηγώντας σε αναταράξεις στις διεθνείς αγορές ομολόγων.

 

 

-Θα άλλαζε η ισορροπία δυνάμεων στην Ευρώπη

Όσο για την ενότητα της Ευρώπης, ένα Brexit θα είχε πολύ διαφορετικές επιπτώσεις βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα. Αμέσως μετά την ψήφο, το σοκ της αποχώρησης ενός μέλους της ΕΕ θα πυροδοτούσε διαδηλώσεις υπέρ της ενότητας σε όλη την Ευρώπη. Η Γερμανία και η Γαλλία, οι μεγαλύτερες δυνάμεις της Ευρώπης, θα άρπαζαν την ευκαιρία να προωθήσουν τη συνεργασία, καταρτίζοντας προτάσεις για εμβάθυνση της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Τα νέα μέτρα πιθανότατα θα απέφευγαν αμφιλεγόμενα ζητήματα όπως η δημοσιονομική ενοποίηση, και η προσοχή θα επικεντρωνόταν σε τομείς όπου ήδη υπάρχει συναίνεση, όπως η ασφάλεια και η άμυνα.

Όμως ο ξαφνικός ενθουσιασμός για την ευρωπαϊκή ενότητα θα ήταν βραχύβιος. Καταρχήν, οι εκλογικοί υπολογισμοί των ηγετών της Γαλλίας και της Γερμανίας θα καθιστούσαν εξαιρετικά δύσκολο το Παρίσι και το Βερολίνο να καταλήξουν σε οποιαδήποτε ουσιαστική συμφωνία πριν το τέλος του 2017. Επιπλέον, αν και η Γαλλία και η Γερμανία έχουν κοινό συμφέρον στη δημιουργία μιας πιο ομόσπονδης Ευρώπης, έχουν διαφορετική άποψη ως προς το πώς θα πρέπει να είναι αυτή η ομόσπονδη Ευρώπη. Και αν και χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης σε γενικές γραμμές στηρίζουν το μπλοκ, ωστόσο γίνονται όλο και πιο επιφυλακτικές ως προς αποφάσεις που θα ενίσχυαν την εποπτεία των Βρυξελλών επί των κρατών-μελών της ΕΕ.

Εν τω μεταξύ, τα ευρωσκεπτικιστικά κόμματα σε όλη την Ευρώπη θα ερμήνευαν μια ψήφο υπέρ του Brexit ως στήριξη για τις δικές τους προτάσεις να αποχωρήσουν από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αφού «κατακάτσει η σκόνη» του δημοψηφίσματος, η εθνικιστική «φλέβα» της ΕΕ πιθανότατα θα επανεμφανιζόταν. Αν η Βρετανία αποδείξει ότι μπορεί να αντέξει μετά την αποχώρησή της από την Ευρωπαϊκή Ένωση, οι ευρωσκεπτικιστές θα άρχιζαν να τη χρησιμοποιούν ως παράδειγμα προς μίμηση.

Τα ευρωσκεπτικιστικά κόμματα μπορούν να εμφανίσουν τα μεγαλύτερα κέρδη σε χώρες με μεγάλες οικονομίες όπως η Γαλλία και η Ιταλία, όπου οι πολίτες είναι ιδιαίτερα επιφυλακτικοί ως προς την ΕΕ και αισιόδοξοι για τη μελλοντική επιτυχία της χώρας τους εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης ή ευρωζώνης.

Η σημαντικότερη ίσως επίπτωση από ένα Brexit μακροπρόθεσμα αφορά στην ισορροπία δυνάμεων στην Ευρώπη. Χωρίς τη Βρετανία, η Ευρωπαϊκή Ένωση θα έχανε ένα φιλελεύθερο μέλος που είναι φιλικό προς τις αγορές, δίνοντας σε παρεμβατικές χώρες όπως η Γαλλία, η Ιταλία και η Ισπανία το «πάνω χέρι» στο μπλοκ. Η Γερμανία ιστορικά βλέπει τη Βρετανία ως αντίβαρο στη Γαλλία εντός της ΕΕ, και χωρίς την ψήφο της στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, η Γερμανία, η Ολλανδία και οι Σκανδιναβικές χώρες θα έχαναν έναν βασικό υποστηρικτή στις διαπραγματεύσεις με τα μεσογειακά κράτη της Ευρώπης.

Η αποδυναμωμένη θέση της Γερμανίας θα μπορούσε ακόμα και να ενθαρρύνει τη Γαλλία να προσπαθήσει να πάρει τα ηνία του μπλοκ, κλιμακώνοντας τις εντάσεις μεταξύ των δύο ηγετών της ΕΕ. Αν οι χώρες της Βόρειας Ευρώπης αρχίσουν να φοβούνται «κατάληψη» από το μεσογειακό μπλοκ της Ευρώπης, τότε πιθανότατα θα αυξανόταν ο ευρωσκεπτικισμός στον Βορρά.

Το χάσμα μεταξύ Δυτικής και Ανατολικής Ευρώπης θα μπορούσε να μεγαλώσει λόγω της αποχώρησης της Βρετανίας. Η Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη θεωρεί τη Βρετανία ως τον βασικό υπερασπιστή των συμφερόντων των μελών της ΕΕ που δεν ανήκουν στην ευρωζώνη. Το Λονδίνο ήταν ένας από τους θερμότερους υποστηρικτές των κυρώσεων κατά της Ρωσίας, που ευθυγραμμίζεται με τις πολιτικές της Πολωνίας και των χωρών της Βαλτικής. Αν η Βρετανία φύγει από το μπλοκ, οι χώρες της περιφέρειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα απομονώνονταν περισσότερο από το υπόλοιπο μπλοκ και, με την πάροδο του χρόνου, θα γίνονταν πιο ευρωσκεπτικιστικές.

Καθώς περίπου το 12% του προϋπολογισμού της ΕΕ αντιστοιχεί στη Βρετανία, τα χάσματα Βορρά-Νότου και Ανατολής-Δύσης θα μπορούσαν να μεγαλώσουν ακόμα περισσότερο καθώς το μπλοκ θα προσαρμόζεται σε έναν πιο «σφιχτό» προϋπολογισμό. Οι Βρυξέλλες, που θα αναγκαστούν είτε να μειώσουν τις δαπάνες, είτε να ζητήσουν από τα εναπομένοντα κράτη-μέλη να συνεισφέρουν περισσότερα χρήματα, ίσως βρεθούν αποκομμένες από τις περιοχές της Ευρώπης (οι χώρες στη Νότια και Ανατολική Ευρώπη τείνουν να υπερασπίζονται τις αυξημένες αγροτικές επιδοτήσεις και τους πόρους συνοχής για τα κράτη-μέλη, ενώ η Βόρεια Ευρώπη συνήθως πιέζει για περικοπές δαπανών ή για «πάγωμα» στους δύο προαναφερθέντες τομείς).

Επιπροσθέτως της αυξανόμενης εσωτερικής αδυναμίας της, η Ευρωπαϊκή Ένωση θα έβλεπε να μειώνεται η «βαρύτητά» της και στο εξωτερικό. Λόγω της στρατιωτικής ισχύος της και των πρώην αποικιακών δικτύων της, η Βρετανία έχει έναν ρόλο στις διεθνείς σχέσεις που δεν μπορεί εύκολα να αντικατασταθεί, παρά μόνον -ίσως- από τη Γαλλία. Απουσία της Βρετανίας, η Γερμανία θα δεχόταν όλο και ισχυρότερες πιέσεις να παίξει μεγαλύτερο ρόλο στην εκτίμηση της εξωτερικής πολιτικής του μπλοκ -έναν ρόλο που το Βερολίνο θέλει να αποφύγει και αρκετές χώρες της ΕΕ έχουν προσπαθήσει να αποτρέψουν. Αφού η Βρετανία δεν θα μπορούσε πλέον να βασιστεί στη συμμετοχή της στην ΕΕ για επιπλέον στήριξη, και αυτή δεν θα μπορούσε να διατηρήσει την επιρροή της στη διεθνή κοινότητα.

Σενάριο 2ο: Η Βρετανία παραμένει στην Ευρωπαϊκή Ένωση

Αν οι Βρετανοί ψηφοφόροι επιλέξουν να παραμείνουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η ανακούφιση θα είναι φανερή σε όλο το μπλοκ και στις παγκόσμιες χρηματαγορές. Όμως, παρά το ότι οι επιπτώσεις μιας ψήφου υπέρ της «παραμονής» θα ήταν λιγότερο δραματικές από αυτές ενός Brexit, θα γίνουν αισθητές τόσο στη Βρετανία, όσο και στο εξωτερικό.

Στη Βρετανία, ο Κάμερον και οι υποστηρικτές του θα ενισχυθούν, αν και προσωρινά. Το Συντηρητικό Κόμμα του θα συνεχίσει να μαστίζεται από τις πολιτικές διαφωνίες, αφού σχεδόν το ήμισυ των Βρετανών βουλευτών θέλουν να φύγουν από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Παρά τη νίκη που θα συνιστούσε για τον πρωθυπουργό μια ψήφος υπέρ της «παραμονής», ο ίδιος μπορεί να εκτιμήσει πως είναι αγεφύρωτες οι διαφορές εντός του κόμματός του και δεν μπορεί να αποκλειστεί ένας ανασχηματισμός ή πρόωρες εκλογές.

Η Ευρώπη, από την πλευρά της, θα απέφευγε την άμεση κρίση ενός Brexit, όμως τα υποβόσκοντα προβλήματά της δεν έχουν ξεπεραστεί. Η Βρετανία θα αποδείκνυε πως οι κυβερνήσεις μπορούν με επιτυχία να εξασφαλίζουν υποχωρήσεις από τις Βρυξέλλες, όπως έκανε ο Κάμερον, και στη συνέχεια να επιβεβαιώνουν τη στήριξη που έχουν στο εσωτερικό των χωρών τους.

Αν και λίγα κράτη της ΕΕ έχουν τόση επιρροή όσο η Βρετανία, ωστόσο τα ευρωσκεπτικιστικά κόμματα και οι μετριοπαθείς κυβερνήσεις σε άλλες χώρες του μπλοκ μπορεί να αρχίσουν να σχεδιάζουν να υποβάλουν τις δικές τους απαιτήσεις στο μπλοκ, και οι Βρυξέλλες δεν μπορούν να κάνουν και πολλά για να σταματήσουν τη διενέργεια παρόμοιων δημοψηφισμάτων.

Οι ψηφοφορίες αυτές αφορούν διάφορα θέματα, όπως οι απαιτήσεις για πιο ευέλικτους δημοσιονομικούς στόχους στη Νότια Ευρώπη, ή οι επιπλέον εγγυήσεις προς τη Βόρεια Ευρώπη για την προστασία έναντι της μετάστασης οικονομικών προβλημάτων. Εν τω μεταξύ, χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης ίσως ζητήσουν τη μεταφορά περισσότερων εξουσιών από τις Βρυξέλλες προς τα κράτη-μέλη.

Κανένα αποτέλεσμα δεν θα ενώσει την Ευρώπη

Από τα δύο πιθανά αποτελέσματα του δημοψηφίσματος, οι συνέπειες μιας ψήφου υπέρ της αποχώρησης θα ήταν πολύ πιο δραματικές απ' όσο αυτές μιας απόφασης για «παραμονή», αν και ίσως χρειαστούν πολλά χρόνια μέχρι να γίνουν γνωστές. Για πρώτη φορά μετά από έξι δεκαετίες, η Ευρωπαϊκή Ένωση θα χάσει ένα μέλος -ένα γεγονός που θα μπορούσε να είναι το πρώτο σε μια αλυσίδα εξελίξεων που θα αλλάξει τον τρόπο με τον οποίον λειτουργεί η Ευρωπαϊκή Ένωση. Μπορεί μάλιστα να σηματοδοτήσει ακόμα και την αρχή του τέλους του μπλοκ, ανοίγοντας τον δρόμο για τη μελλοντική διάλυσή του.

Πηγή: Euro2day.gr