Ο καθηγητής Σάμιουελ Χάντινγκτον και η περίφημη θεωρία του περί σύγκρουσης των πολιτισμών, ως φαίνεται, όχι μόνον επιβεβαιώνεται από τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν, αλλά είναι προφανώς και το κύριο διακύβευμα του άτυπου τρίτου Παγκόσμιου Πολέμου. Αυτού που ήδη εξελίσσεται με πεδίο του για μία ακόμη φορά την Ευρώπη.

Και τι δεν είπε έτσι κατά της Δύσης ο Βλαδίμηρος Πούτιν, μιλώντας με την ευκαιρία της προσάρτησης του 15% του Ουκρανικού εδάφους από τη Ρωσία. Έφτασε δε μέχρι το σημείο να την κατηγορήσει και για σατανισμό, σε μια προσπάθειά του να δώσει και θρησκευτικό περιεχόμενο στις κατηγορίες του. Επικυρώνοντας ετσι τον Σάμιουελ Χάντινγκτον.

Κατά τα άλλα, ο Ρώσος πρόεδρος σε μια πρωτόγνωρης λεκτικής βιαιότητας ομιλία του, κατηγόρησε τη Δύση για νεοαποικισμό, για καταλήστευση των φυσικών πόρων της Ρωσίας και άλλων αδύναμων χωρών, για την επιβολή ηθών και συμπεριφορών που δεν συνάδουν με τοπικές, εθνικές θρησκευτικές παραδόσεις, παράλληλα δε επωφελήθηκε από τη γελοιότητα του επελαύνοντος wokism στις ΗΠΑ και σε μέρος της Δύσης, για να υπογραμμίσει ότι στον μη δυτικό κόσμο κινδυνεύουν και παραδοσιακές βιολογικές και οικογενειακές αξίες, από την εξαγόμενη πολιτισμική δυτική παρακμή, ιδιαίτερα δε των ΗΠΑ.

Από την άλλη πλευρά, προτείνοντας διαπραγματεύσεις με την Ουκρανία αλλά χωρίς να τίθεται θέμα αμφισβήτησης των περιοχών που προσαρτήθηκαν, ο Πούτιν, στην ουσία, εκ προοιμίου προδικάζει την αποτυχία των όποιων συζητήσεων. Άρα ο πόλεμος θα συνεχιστεί και πολύ ειρωνικά είπε ότι τον χειμώνα που έρχεται οι Δυτικοί θα μάθουν να τρώνε λιγότερο και να φοράνε πιο χοντρά παλτά. Απέφυγε πάντως να αναφερθεί σε πυρηνικά όπλα, γεγονός κάθε άλλο παρά άνευ σημασίας.

Χωρίς καμία αμφιβολία έτσι, ο πόλεμος στην Ουκρανία εισέρχεται σε νέα φάση, γεμάτη δυσκολίες και αβεβαιότητες και με σαφέστατη πολιτισμική μορφή πλέον, γεγονός που από μόνο του δικαιώνει τα «οράματα» του συμβούλου του Πουτιν Αλεξάντερ Ντούνγκιν, Ρώσου εθνικιστή φιλοσόφου και θεωρητικού της ανάδυσης της Ευρασίας ως παγκόσμιας δύναμης με γεωπολιτική αλλά και πολιτιστική εμβέλεια.

Είναι σαφές, λοιπόν, όπως γράψαμε πριν λίγους μήνες, ότι το δραματικό από κάθε πλευρά γεγονός του πολέμου στην Ουκρανία, φέρνει στο προσκήνιο σοβαρά πολιτιστικά και γεωπολιτικά διακυβεύματα, τα οποία για πολύ καιρό βρίσκονταν κάτω από το χαλί, με τη Δύση περί άλλα να τυρβάζει.

Τώρα όμως είναι μπροστά μας και απαιτούν άμεσες, κρίσιμες και φωτισμένες επιλογές, υπό συνθήκες αναθεώρησης δεδομένων που και αυτά γρήγορα μεταλλάσσονται. Στο πλαίσιο αυτό έτσι, στον μεταψυχροπολεμικό κόσμο, το μεγαλύτερο στρατηγικό και όχι μόνον πρόβλημα είναι και θα είναι οι σχέσεις της Δύσης, με κυρίαρχη δύναμή της τις ΗΠΑ, με την μετακομμουνιστική Ρωσία και την οικονομικά και γεωπολιτικά ανερχόμενη Κίνα, που και αυτή όμως έχει ηγεμονικές φιλοδοξίες.

Συμπληρωματικά δε στο πεδίο των σχέσεων αυτών εισέρχονται και χώρες όπως η Ινδία, η Βραζιλία και η Νότια Αφρική, αλλά και ο ισλαμοαραβικός κόσμος, με μεγάλο ερωτηματικό το ρόλο και την περαιτέρω πορεία της Τουρκίας.

Στο επίπεδο αυτό, ο ευρασιατικός χώρος θα παίζει αποφασιστικό ρόλο στις υπό εκκόλαψη εξελίξεις. Κύριο δε διακύβευμα είναι αν στο χώρο αυτόν θα έχουν το πάνω χέρι οι διεθνείς δυνάμεις του αυταρχισμού και της ωμής βίας, ή οι αντίστοιχες του κράτους δικαίου.

Στο νέο και ολισθηρό περιβάλλον έτσι, ο πόλεμος της Ουκρανίας αναδεικνύει το ζωτικό πρόβλημα της Ευρασίας και της προσπάθειας της «Διεθνούς του Αυταρχισμού» να την θέσει υπό σινο-ρωσικό έλεγχο. Αναδύεται συνεπώς μια νέα διάσταση στα πολιτικά και γεωστρατηγικά δρώμενα, στα οποία θα γίνεται όλο και πιο εμφανής ο ρωσικός στόχος της οικοδόμησης ενός αντιδυτικού μετώπου, στο οποίο η Ρωσία θα έχει τον πρώτο πολιτιστικό ρόλο.

Το ερώτημα είναι τι λένε περί αυτού οι ισλαμιστές, οι Κινέζοι και οι Βουδιστές, οι πολιτιστικές ρίζες των οποίων, απέχουν αισθητά από τα οράματα αυτοκρατορικού τύπου των Πούτιν και Ντούνγκιν.