Το οριακό προβάδισμα των σοσιαλδημοκρατών (SPD) στα πρώτα exit polls φέρνει πιο κοντά το σενάριο της σύμπραξης με τους Πράσινους και τους Ελεύθερους Δημοκράτες με καγκελάριο τον σημερινό υπουργό Οικονομικών Ολαφ Σολτς στο σχήμα του «Φαναριού» ή «Φωτεινού σηματοδότη» (κόκκινο-πράσινο-κίτρινο).
Θα πρέπει ωστόσο σε αυτές τις εκλογές-θρίλερ να κρατήσουμε μια επιφύλαξη μέχρι την τελευταία στιγμή, γιατί η ψαλίδα μεταξύ των δυο πρώτων θα μπορούσε να κλείσει όσο ενσωματώνεται στο αποτέλεσμα η επιστολική ψήφος, που παραδοσιακά ευνοεί τους Χριστιανοδημοκράτες (CDU).
Όποια κι αν είναι η εξέλιξη της βραδιάς το σημερινό αποτέλεσμα αποτελεί ιστορικό χαμηλό για την Ένωση Χριστιανοδημοκρατών και Χριστιανοκοινωνιστων (CDU/CSU) κι ο μεγάλος χαμένος έχει ονοματεπώνυμο: Αρμιν Λάσετ. Στον αντίποδα ο σοσιαλδημοκράτης υποψήφιος Ολαφ Σολτς απέδειξε την ανθεκτικότητα του.
Το ερώτημα είναι κατά πόσον η Ένωση CDU/CSU θα επιχειρήσει να πραγματοποιήσει κι εκείνη με τη σειρά της συζητήσεις με τα άλλα δυο κόμματα, αποτολμώντας μια δεύτερη προσπάθεια για έναν συνασπισμό με τα χρώματα της Τζαμάικα (μαύρο, πράσινο και κίτρινο), ακόμη κι αν τερματίσει δεύτερη. Με δεδομένο ότι στην Γερμανία δεν υπάρχουν διερευνητικές εντολές, δεν θα πρέπει να αποκλειστεί τίποτα προς το παρόν.
Με βάση το επικρατέστερο σενάριο όμως, από απόψε το βράδυ ξεκινάει μια περίοδος διαπραγματεύσεων και ισορροπιών μεταξύ τριών κομμάτων με διαφορετικές ευαισθησίες και προτεραιότητες στην ατζέντα για το σχηματισμό της νέας κυβέρνησης. Κατώτατος μισθός, φορολογία των υψηλών εισοδημάτων και μέτρα για φτηνή στέγη ενώνουν τους σοσιαλδημοκράτες και τους Πράσινους, κλιματική αλλαγή τους χωρίζει, ενώ το FDP αποκαλεί απαξιωτικά το οικολογικό κόμμα «κόμμα των απαγορεύσεων» και απορρίπτει κατηγορηματικά αύξηση των φόρων. Παρ’ όλα αυτά θεωρείται βέβαιο ότι τα τρία κόμματα θα προβούν σε αμοιβαίες υποχωρήσεις για να συγκυβερνήσουν.
Ποιοι θα μπορούσαν να είναι υπουργοί στο «Φωτεινό σηματοδότη»; Οι Ελεύθεροι Δημοκράτες (FDP) διεκδικούν ήδη το υπουργείο Οικονομικών κι οι Πράσινοι το υπουργείο Εξωτερικών, μια εξέλιξη που θα είναι μάλλον θετική για τη χώρα μας λόγω της σκληρής στάσης του κόμματος έναντι της Τουρκίας και της προεκλογικής του πρότασης για μια γενναιόδωρη χειρονομία προς την Αθήνα στο ζήτημα των επανορθώσεων.
Στον αντίποδα διορισμός του ηγέτη του FDP Κρίστιαν Λίντνερ, υπέρμαχου της δημοσιονομικής ορθοδοξίας, στο τιμόνι του υπουργείου Οικονομικών θα αποτελούσε δυσάρεστη είδηση για την Ελλάδα και την Ευρώπη σε μια στιγμή που η χαλάρωση συνιστά προϋπόθεση για την ανάκαμψη μετά την πανδημία.
Ενδιαφέρουσες αναμένονται οι εξελίξεις στους κόλπους των χαμένων και ειδικά στο συντηρητικό στρατόπεδο. Οι Βαυαροί Χριστιανοκοινωνιστές (CSU) είχαν σπεύσει εδώ και αρκετές εβδομάδες να επιρρίψουν όλες τις ευθύνες για τη διαφαινόμενη ήττα στον Λάσετ. Αλλα στελέχη της Ένωσης CDU/CSU κατηγόρησαν προεκλογικά τα ΜΜΕ και τους δημοσιογράφους, «που ψηφίζουν SPD ή Πράσινους» για τα θετικά προφίλ του Σολτς στον Τύπο τα οποία δημιούργησαν την αίσθηση ότι ο σοσιαλδημοκράτης πολιτικός είναι ταυτόχρονα φορέας της συνέχειας αλλά και της ανανέωσης.
Δεν λείπουν ωστόσο οι φωνές που στρέφονται όχι τόσο εναντίον του Λάσετ όσο κατά της Μέρκελ για την ανεπαρκή προετοιμασία του εσωκομματικού εδάφους για την περίοδο μετά την απόσυρση της.
Το Κόμμα της Αριστεράς (Die Linke) φαίνεται να χαροπαλεύει με το εκλογικό όριο του 5%, καθώς η προοπτική μιας κεντροαριστερής κυβέρνησης ώθησε πολλούς να ψηφίσουν SPD, με αποτέλεσμα η πόλωση να συνθλίψει τους πρώην κομμουνιστές, υποδιπλασιάζοντας το ποσοστό τους. Το κόμμα πάντως θα εισέλθει πιθανότατα στο Bundestag, χάρη στην εξασφάλιση τριών τουλάχιστον βουλευτών μέσω της απευθείας ψήφου, όπως προβλέπει ο εκλογικός νόμος.
Χαμένη είναι και η «Εναλλακτική για τη Γερμανία» (AfD) που απέτυχε να κεφαλαιοποιήσει τη δυσαρέσκεια των αρνητών των εμβολίων και των μέτρων κατά της πανδημίας. Παρά την οίηση του ίδιου του Κρίστιαν Λίντνερ που άρχισε να συμπεριφέρεται σαν ρυθμιστής προτού καν διεξαχθούν οι εκλογές, οι Ελεύθεροι Δημοκράτες δεν βελτίωσαν θεαματικά τα ποσοστά τους, σε αντίθεση με τους Πρασινους.