Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έδωσε στη δημοσιότητα σχέδιο για τη σταδιακή απεξάρτηση της ΕΕ από το ρωσικό φυσικό αέριο. Σύμφωνα με τη σχετική ανακοίνωση, στόχος είναι η μείωση της εξάρτησης κατά τα δύο τρίτα φέτος και η πλήρης απεξάρτηση από τις ρωσικές προμήθειες καυσίμου «πολύ πριν από το 2030».

Σύμφωνα με υψηλόβαθμο στέλεχος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αυτό θα γίνει με τη μετάβαση σε εναλλακτικές προμήθειες και επεκτείνοντας την καθαρή ενέργεια πιο γρήγορα στο πλαίσιο των σχεδίων, τα οποία θα εφαρμόζονται με κύρια ευθύνη των εθνικών κυβερνήσεων.

Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία προκάλεσε αναθεώρηση των ενεργειακών προτεραιοτήτων των 27 κρατών – μελών της ΕΕ, καθώς οι Βρυξέλλες επιδιώκουν να απαλλαγούν πλήρως από τη Ρωσία, η οποία προμηθεύει περίπου το 40% του φυσικού αερίου.

Τα νέα σχέδια προστίθενται στις πολιτικές για την κλιματική αλλαγή που διαπραγματεύεται επί του παρόντος η ΕΕ, οι οποίες έχουν σχεδιαστεί για να μειωθούν γρηγορότερα οι εκπομπές CO2.

Η Επιτροπή επεσήμανε ότι το φυσικό αέριο και το υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG) από χώρες όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες και το Κατάρ θα μπορούσαν φέτος να αντικαταστήσουν περισσότερο από το ένα τρίτο (60 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα) από τα 155 δισ. κ.μ. που λαμβάνει η Ευρώπη ετησίως από τη Ρωσία. Επίσης, μέχρι το 2030, η αυξημένη χρήση βιομεθανίου και υδρογόνου θα μπορούσε να βοηθήσει.

Νέα αιολικά και ηλιακά έργα θα μπορούσαν να αντικαταστήσουν 20 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα ζήτησης φυσικού αερίου φέτος, ενώ ο τριπλασιασμός της χωρητικότητας μέχρι το 2030 (480GW αιολικής και 420GW ηλιακής ενέργειας), θα μπορούσε να εξοικονομήσει 170 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα ετησίως.

Σύμφωνα με το σχέδιο, η μείωση κατά 1°C στους θερμοστάτες θα μπορούσε να εξοικονομήσει επιπλέον 10 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα φέτος, ενώ έως το 2030, η αντικατάσταση των λεβήτων αερίου με 30 εκατομμύρια αντλίες θερμότητας θα μπορούσε να εξοικονομήσει επιπλέον 35 δισ. κυβικά μέτρα.

Ορισμένες χώρες αναζητούν περισσότερη χρηματοδότηση από την ΕΕ για να προστατεύσουν τους καταναλωτές από την άνοδο των τιμών του φυσικού αερίου στην Ευρώπη, η οποία έφτασε σε νέα υψηλά αυτήν την εβδομάδα.

Οι ροές φυσικού αερίου προς την Ευρώπη είναι μέχρι στιγμής σταθερές μετά την εισβολή, ωστόσο η Μόσχα προειδοποίησε τη Δευτέρα ότι οι κυρώσεις της Δύσης στο ρωσικό πετρέλαιο -μια ιδέα που αναμένεται να ανακοινωθεί από τις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Βρετανία- μπορεί να την ωθήσουν να κλείσει έναν μεγάλο αγωγό φυσικού αερίου προς την Ευρώπη.

Η ΕΕ θα προτείνει επίσης κανόνες έως τον Απρίλιο που θα απαιτούν από τις χώρες της ΕΕ να γεμίζουν τα αποθέματα φυσικού αερίου κατά 90% έως την 1η Οκτωβρίου κάθε έτους.

Νωρίτερα το το ειδησεογραφικό δίκτυο euractiv, απεκάλυψε το προσχέδιο συμπερασμάτων των 27 αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων της ΕΕ, οι οποίοι θα συναντηθούν στις Βερσαλίες στις 10 και 11 Μαρτίου, για να συζητήσουν την «σταδιακή εξάλειψη της εξάρτησής της ΕΕ από τις εισαγωγές ρωσικού φυσικού αερίου, πετρελαίου και άνθρακα».

Όπως αναφέρεται στο προσχέδιο συμπερασμάτων, το οποίο εξακολουθεί να υπόκειται σε αλλαγές πριν εγκριθεί, υπάρχουν πέντε οδοί τις οποίες θα μπορέσει να χρησιμοποιήσει η ΕΕ για να απομακρυνθεί από τη Ρωσία η οποία προμηθευει το 40% του φυσικού αερίου που καταναλώνει η ΕΕ, παρόμοιες με αυτές που θα ανακοινώσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

Η πρώτη οδός είναι η εξεύρεση νέων προμηθευτών φυσικού, είτε με προμήθεια LNG που εισάγεται από κράτη όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες και το Κατάρ, «και η ανάπτυξη βιοαερίου και υδρογόνου».

Μια άλλη οδός είναι η επιτάχυνση της ανάπτυξης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας «και η παραγωγή των βασικών συστατικών τους», καθώς και ο «εξορθολογισμός των διαδικασιών αδειοδότησης για ενεργειακά έργα», όπως τα αιολικά πάρκα.

Μια τρίτη διαδρομή είναι η βελτίωση των διασυνδέσεων των ευρωπαϊκών δικτύων φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας, συμπεριλαμβανομένου του «πλήρους συγχρονισμού των δικτύων ηλεκτρικής ενέργειας».

Τέταρτη οδός διαφυγής από τα ρωσικά καύσιμα είναι η, «ενίσχυση του σχεδιασμού έκτακτης ανάγκης της ΕΕ για την ασφάλεια του εφοδιασμού».

Και πέμπτη, η «βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης και της διαχείρισης της κατανάλωσης ενέργειας και προώθηση μιας πιο κυκλικής προσέγγισης στα πρότυπα παραγωγής και κατανάλωσης».