H επικράτηση του Evet (ΝΑΙ) στο Δημοψήφισμα (έστω και με μία διαφορά που δεν ικανοποιεί τον Erdoğan) το οποίο τονίζεται ότι έγινε σε καθεστώς έκτακτης ανάγκης και συνεπώς η νίκη του Τούρκου Προέδρου, θα σηματοδοτήσει από πολλές απόψεις το «πέρασμα» της Τουρκίας σε μία νέα εποχή απαλλαγμένη από το κοσμικό κεμαλικό παρελθόν της αλλά αναντίρρητα βαθιά διχασμένη.
Ο 63χρονος Ερντογάν αναζητούσε μια ηχηρή νίκη. Όμως, σύμφωνα με τα στοιχεία που μετέδιδε στη διάρκεια της περασμένης νύκτας το φιλοκυβερνητικό πρακτορείο ειδήσεων Ανατολή, δεν έλαβε χθες Κυριακή παρά το 51,4%, με καταμετρημένο το 99,9% των ψηφοδελτίων.
Ο επικεφαλής της Ανώτατης Εκλογικής Επιτροπής (YSK) επιβεβαίωσε ωστόσο τη νίκη του «ναι», διευκρινίζοντας ότι υπερβαίνει το «όχι» κατά περίπου 1,25 εκατ. ψήφους, ενώ απέμεναν να καταμετρηθούν μόνο 600.000 ψηφοδέλτια.
«Ελάχιστος θρίαμβος» για την El Pais στην Ισπανία, «Ο Ερντογάν κέρδισε παρά τρίχα» για την Repubblica στη Ρώμη, «Οριακή νίκη» για τους New York Times, «Ο Ερντογάν διεκδικεί μια οριακή νίκη» σύμφωνα με τη Le Figaro στη Γαλλία: οι τίτλοι του παγκόσμιου Τύπου είναι συνολικά σήμερα αυστηροί με τον αρχηγό του τουρκικού κράτους στις ψηφιακές εκδόσεις τους, με την Die Welt στη Γερμανία να μιλάει μάλιστα για μια νίκη που ισοδυναμεί με «μια ήττα».
Συνολικά περίπου 55,3 εκατ. Τούρκοι καλούνταν να ψηφίσουν χθες Κυριακή και το ποσοστό της συμμετοχής έφθασε το 85%, σύμφωνα με την YSK.
Σε τηλεοπτική ομιλία του, ο αρχηγός του κράτους χαιρέτισε μια «ιστορική απόφαση» του τουρκικού λαού και κάλεσε τις ξένες χώρες να «σεβαστούν» το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας. Λίγο μετά, αναφέρθηκε στο ενδεχόμενο να οργανώσει ένα νέο δημοψήφισμα, αυτή τη φορά για την επαναφορά της θανατικής ποινής, μια πρωτοβουλία που θα σήμαινε το τέλος της διαδικασίας για την ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Αντιδρώντας σ' αυτή τη μικρή νίκη του ναι, η ΕΕ πίεσε αμέσως την Τουρκία να αναζητήσει μια «εθνική συναίνεση».
Μια διπλωματική κρίση είχε φέρει σε αντιπαράθεση την Άγκυρα με πολλές χώρες της ΕΕ, ιδιαίτερα με τη Γερμανία και την Ολλανδία, μετά την απαγόρευση συγκεντρώσεων υποστήριξης του Ερντογάν στο έδαφός τους στη διάρκεια της πολιτικής εκστρατείας για το δημοψήφισμα. «Δεδομένου του οριακού αποτελέσματος», το Συμβούλιο της Ευρώπης κάλεσε τους τούρκους ηγέτες να «εξετάσουν τα επόμενα στάδια με σύνεση».
Όσο για τα δύο κύρια κόμματα της αντιπολίτευσης, το CHP και το HDP (φιλοκουρδικό), κατήγγειλαν «χειραγωγήσεις» στη διάρκεια του δημοψηφίσματος και ανακοίνωσαν ότι θα προσφύγουν κατά του αποτελέσματος. Επικρίνουν ιδιαίτερα ένα μέτρο που ανακοινώθηκε την τελευταία στιγμή από την Ανώτατη Εκλογική Επιτροπή και βάσει του οποίου θεωρούνται έγκυρα τα ψηφοδέλτια που δεν φέρουν τη σφραγίδα του εκλογικού τμήματος, στην κάλπη του οποίου βρέθηκαν.
Το μέτρο αυτό «καθιστά θέμα συζήτησης τη νομιμότητα του δημοψηφίσματος» και «ρίχνει μια σκιά στην απόφαση του έθνους», υποστήριξε το επικεφαλής του CHP Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου.
Μερικές χιλιάδες διαδηλωτές που αμφισβητούσαν τη νίκη του «ναι» φώναξαν συνθήματα κατά του Ερντογάν στις συνοικίες Μπεσίκτας και Καντίκιοϊ της Κωνσταντινούπολης, σύμφωνα με φωτογράφους του Γαλλικού Πρακτορείου. Κανένα επεισόδιο δεν σημειώθηκε ωστόσο στη διάρκεια των διαδηλώσεων αυτών.
«Όχι» από τις μεγάλες πόλεις της Τουρκίας
Παρά την ανακοινωθείσα νίκη του ναι στο σύνολο της χώρας, το στρατόπεδο του όχι κέρδισε στις τρείς κύριες πόλεις, την Κωνσταντινούπολη, την Άγκυρα και τη Σμύρνη.
Οι νοτιοανατολικές περιφέρειες, στις οποίες κατοικούν κυρίως Κούρδοι, ψήφισαν επίσης μαζικά κατά της ενίσχυσης των εξουσιών του αρχηγού του κράτους.
«Είναι μια νίκη για τον Ερντογάν, αλλά είναι επίσης μια ήττα. Έχασε την Κωνσταντινούπολη, εκεί όπου άρχισε την πολιτική σταδιοδρομία του εκλεγόμενος δήμαρχος το 1994, έγραψε στο Twitter ο Σονέρ Τσαγκαπτάι, αναλυτής του Washington Institute εξειδικευμένος στην Τουρκία.
Νίκησαν οι «αληθινοί Ανατολίτες»
«Το αποτέλεσμα αυτό δείχνει πως ένα μέρος της χώρας δεν θέλει να καταστήσει τη χώρα ισχυρότερη και έχει μια ευρωπαϊκή νοοτροπία, το άλλο μέρος είναι αληθινοί Ανατολίτες», έλεγε ο Μουσταφά Ουμίτ Ουνσάλ, οπαδός του AKP, στην Άγκυρα.
Η συνταγματική αναθεώρηση προβλέπει ιδιαίτερα την κατάργηση της θέσης του πρωθυπουργού προς όφελος ενός υπερπροέδρου, τη στιγμή που ο Ερντογάν κατηγορείται ήδη από τους επικριτές του για αυταρχισμό.
«Ο Ερντογάν έλαβε τη στήριξη (του λαού του) για να ενισχύσει την αυταρχική εξουσία του στην Τουρκία», συνόψιζε σήμερα η βρετανική εφημερίδα Guardian στην ψηφιακή έκδοσή της.
Με τη νίκη αυτή, ο Ερντογάν, ο οποίος διέφυγε στις 15 Ιουλίου μιας απόπειρας πραξικοπήματος, θα διαθέτει όχι μόνο σημαντικά ενισχυμένες εξουσίες, αλλά θα μπορούσε θεωρητικά να παραμείνει επικεφαλής του κράτους μέχρι το 2029. Ήταν επικεφαλής της κυβέρνησης από το 2003 έως το 2014, πριν εκλεγεί πρόεδρος.
Η κυβέρνηση εμφάνιζε αυτή την συνταγματική αναθεώρηση ως απαραίτητη για να εξασφαλισθεί η σταθερότητα της Τουρκίας και για να μπορέσει η χώρα να αντιμετωπίσει προκλήσεις στην ασφάλεια και την οικονομία.
Όμως η αντιπολίτευση και οι μκο επισήμαναν πως η εκστρατεία ενόψει του δημοψηφίσματος δεν ήταν δίκαιη, καθώς στους δρόμους και τα μέσα ενημέρωσης υπήρξε σαφής κυριαρχία του ναι.