Πρώην φρουρός ασφαλείας της βρετανικής πρεσβείας στο Βερολίνο καταδικάστηκε σήμερα στο Λονδίνο σε κάθειρξη 13 ετών και 2 μηνών για διενέργεια κατασκοπείας για λογαριασμό της Ρωσίας.
Ο 58χρονος Ντέιβιντ Μπάλανταϊν Σμιθ, ο οποίος είχε ομολογήσει την ενοχή του, συνέλεγε απόρρητες πληροφορίες για περισσότερο από τρία χρόνια, συμπεριλαμβανομένων «απόρρητων» κυβερνητικών επικοινωνιών με τον τότε πρωθυπουργό Μπόρις Τζόνσον και άλλα ευαίσθητης σημασίας έγγραφα και συνελήφθη επ' αυτοφώρω να διαβιβάζει ευαίσθητα έγγραφα στην πρεσβεία της Ρωσίας στο Βερολίνο.
Ο δικαστής σημείωσε ότι οι κατηγορίες για τις οποίες καταδικάστηκε ο Σμιθ αφορούσαν πράξεις του μεταξύ του 2020 και του 2021, αλλά «οι υπονομευτικές του δραστηριότητες είχαν αρχίσει δύο χρόνια νωρίτερα»
Ο Σμιθ ομολόγησε ότι έστειλε δύο επιστολές που περιείχαν ευαίσθητες πληροφορίες σε άτομα στην ρωσική πρεσβεία στο Βερολίνο, ωστόσο ο δικαστής Γουόλ σημείωσε ότι «είμαι βέβαιος ότι κάποια στιγμή το 2020 δημιουργήσατε έναν μόνιμο σύνδεσμο με κάποιον στην πρεσβεία της Ρωσίας και αυτός ο σύνδεσμος σας επέτρεψε να διαβιβάσετε έγγραφα τα οποία εξασφαλίσατε παράνομα». «Πληρωθήκατε από τη Ρωσία για την προδοσία σας», τόνισε.
Ο Σμιθ ομολόγησε την ενοχή του τον Νοέμβριο όσον αφορά οκτώ κατηγορίες βάσει του Νόμου περί Κρατικών Απορρήτων, μεταξύ των οποίων κατηγορία που είχε σχέση με τη διαβίβαση πληροφοριών στον υποστράτηγο Σεργκέι Σουχρόφ, τον Ρώσο στρατιωτικό ακόλουθο στο Βερολίνο, τον Νοέμβριο του 2020.
Οι υπόλοιπες επτά κατηγορίες αφορούσαν τη συλλογή πληροφοριών που θα μπορούσαν να είναι χρήσιμες στη Ρωσία, τέσσερις από τις οποίες σχετίζονται με αξιωματικό της MI5 που παρουσιαζόταν ως "Ντμίτρι", Ρώσο υπήκοο που υποτίθεται ότι παρείχε βοήθεια στη Βρετανία.
Νωρίτερα αυτήν την εβδομάδα, ο Σμιθ δήλωσε στο δικαστήριο ότι ντρέπεται γι' αυτό που έκανε και ότι φωτογράφισε τα έγγραφα αφού είχε καταναλώσει πολλή μπίρα. Πρόσθεσε ότι «έδειχνε καλή ιδέα εκείνη τη στιγμή», αλλά σημείωσε ότι δεν διαβίβασε τα έγγραφα σε κανέναν ο οποίος «θα έβλαπτε εν γνώσει του την Βρετανία». Ωστόσο ο δικαστής απέρριψε την κατάθεση του Σμιθ ότι αισθανόταν τύψεις, λέγοντας πως «οι τύψεις σας δεν είναι παρά αυτολύπηση»
Επίσης σημείωσε ότι το κίνητρό του ήταν οι αντιβρετανικές και φιλορωσικές του απόψεις, οι οποίες ήταν «η άμεση αιτία της παράβασής σας». «Είμαι βέβαιος ότι διαπράξατε αυτά τα εγκλήματα αποσκοπώντας να βοηθήσετε τη Ρωσία, ένα κράτος το οποίο τότε, όπως και τώρα, θεωρείτο εχθρικό προς το Ηνωμένο Βασίλειο», δήλωσε ο δικαστής στον Σμιθ. «Το κίνητρό σας βοηθώντας τους ήταν να βλάψετε τα βρετανικά συμφέροντα», συμπλήρωσε. Επίσης απέρριψε τη μαρτυρία του Σμιθ ότι διέπραξε τα εγκλήματα αυτά ενώ πάλευε με προβλήματα ψυχικής υγείας που αντιμετώπιζε. «Δεν βλέπω καμία λογική σχέση αιτίας-αποτελέσματος ανάμεσα στην κατάθλιψη και την απόφαση να προδώσεις τη χώρα σου», υπογράμμισε.
Σήμερα ο Ντέιβιντ Σμιθ εμφανίζεται μετανιωμένος και ισχυρίστηκε ότι είχε θυμώσει με τον εργοδότη του. Παράλληλα είπε ότι είχε κατάθλιψη καθώς η σύζυγός του τον εγκατέλειψε και επέστρεψε στην πατρίδα της, την Ουκρανία. Ακόμη παραδέχθηκε ότι ενδιαφέρεται για θεωρίες συνωμοσίας αλλά αρνήθηκε ότι είναι φιλορώσος καθώς και το ότι βλέπει με θετικό μάτι την ακροδεξιά.
Σημειώνεται πως μετά την καταδίκη του Σμιθ, ο διοικητής της αντιτρομοκρατικής υπηρεσίας της Μητροπολιτικής αστυνομίας χαρακτήρισε τις ενέργειες του ως «απερίσκεπτες και επικίνδυνες».