Ο Ντόναλντ Τραμπ, Ρεπουμπλικανός προεδρικός υποψήφιος, δήλωσε ότι το Ισραήλ θα πρέπει να πλήξει τις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν ως αντίποινα για την πρόσφατη επίθεση με βαλλιστικούς πυραύλους από την Τεχεράνη. Αυτή η τοποθέτηση έγινε κατά τη διάρκεια προεκλογικής του συγκέντρωσης στη Βόρεια Καρολίνα, περίπου ένα μήνα πριν από τις προεδρικές εκλογές της 5ης Νοεμβρίου. Η δήλωσή του απηχεί μια πιο επιθετική πολιτική στάση απέναντι στο Ιράν, σε αντίθεση με την προσέγγιση του απερχόμενου Δημοκρατικού προέδρου Τζο Μπάιντεν.

Ο Τραμπ αναφέρθηκε στην πρόσφατη ερώτηση που έγινε στον Μπάιντεν σχετικά με το ενδεχόμενο επίθεσης του Ισραήλ στις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν, επισημαίνοντας ότι το Ισραήλ πρέπει να λάβει αποφασιστικά μέτρα για την αντιμετώπιση της ιρανικής απειλής. Αυτή η δήλωση υπογραμμίζει τη δέσμευση του Τραμπ στην υποστήριξη του Ισραήλ και τη σκληρή του στάση απέναντι στο Ιράν, θέματα που ενδέχεται να επηρεάσουν τις εκλογικές εξελίξεις στις ΗΠΑ.

Τραμπ: Θα δούμε ποια είναι τα πραγματικά σχέδια του Ισραήλ

«Όταν του έκαναν αυτή την ερώτηση, η απάντηση θα έπρεπε να είναι "πλήξτε τα πυρηνικά πρώτα και ανησυχήστε για τα υπόλοιπα αργότερα"», πέταξε ο Τραμπ. «Αλλά θα δούμε ποια είναι πραγματικά τα σχέδιά τους», πρόσθεσε ο πρώην πρόεδρος.

Την Τετάρτη, ο Τζο Μπάιντεν δήλωσε ότι εναντιώνεται στην ιδέα το Ισραήλ να βομβαρδίσει πυρηνικές εγκαταστάσεις στο Ιράν, εν είδει αντιποίνων για την εκτόξευση κάπου 200 ιρανικών πυραύλων εναντίον της ισραηλινής επικράτειας. «Η απάντηση είναι ‘όχι’», είπε σε δημοσιογράφους ο κ. Μπάιντεν, ερωτηθείς εάν θα υποστήριζε τέτοια πλήγματα από πλευράς Ισραήλ.

«Είμαστε σύμφωνοι και οι επτά στο γεγονός ότι οι Ισραηλινοί έχουν δικαίωμα να ανταποδώσουν, όμως πρέπει να ανταποδώσουν με αναλογικό τρόπο», πρόσθεσε, αναφερόμενος στις συνομιλίες του με τους άλλους ηγέτες της G7.

Ως τώρα, ο Ντόναλντ Τραμπ μάλλον απέφευγε να αναφερθεί στη πρόσφατη κλιμάκωση της έντασης στην Εγγύς Ανατολή.

Στην αρχή της εβδομάδας ωστόσο η εκστρατεία του εξέδωσε ανακοίνωση στην οποία επέρριπτε την ευθύνη στον πρόεδρο Μπάιντεν και την αντιπρόεδρό του —κι αντίπαλό του στις προεδρικές εκλογές της 5ης Νοεμβρίου— για την περαιτέρω όξυνση στη Μέση Ανατολή.