Η κοινή γνώμη έχει αντιληφθεί ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν βιάζεται να πάει σε εθνικές εκλογές. Αφήνει προς το παρόν τα σχετικά σενάρια στην άκρη και δίνει έμφαση στην αντιμετώπιση του θέματος της ακρίβειας, στην προώθηση των μεγάλων έργων, στην περαιτέρω μείωση της ανεργίας και στην υλοποίηση των υποσχέσεων της Νέας Δημοκρατίας τον Ιούλιο του 2019 για λιγότερους φόρους.
Στην παρούσα φάση, αν και η κυβερνητική παράταξη αντιμετωπίζει μια ομολογουμένως βαριά ατζέντα, εντούτοις δείχνει υψηλές αντοχές τουλάχιστον σε επίπεδο μετρήσεων. Τα ανώτερα κλιμάκια της Νέας Δημοκρατίας δίνουν έμφαση όχι μόνο στην ανθεκτικότητα του κόμματος, αλλά στην ικανότητα να πείσουν ένα σημαντικό κομμάτι των αναποφάσιστων να δώσουν μια δεύτερη ευκαιρία στη σημερινή Κυβέρνηση.
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως καταγράφεται ένα εξίσου σημαντικό ποσοστό που εκφράζει τη δυσαρέσκεια του για την κατάσταση που βιώνει σήμερα και κυρίως για την αβεβαιότητα του αύριο. Όμως, όπως συμβαίνει σε όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις έτσι και στην επερχόμενη οι ψηφοφόροι θα κληθούν να επιλέξουν ανάμεσα στα ψηφοδέλτια που θα λάβουν πριν μπουν στο παραβάν, κάνοντας παράλληλα την απαραίτητη σύγκριση.
Είναι ένα σημείο στο οποίο ποντάρουν στο κυβερνητικό στρατόπεδο, γνωρίζοντας πως ένα ποσοστό των συμμετεχόντων στις εθνικές εκλογές δεν δίνει απαραίτητα θετική ψήφο, αλλά ακολουθεί μια «γραμμή» του «λιγότερου κακού», καθώς πρέπει η χώρα να κυβερνηθεί και εξασφαλίσει σταθερότητα την επόμενη μέρα. Από εδώ και στο εξής και μέχρι να τοιχοκολληθεί το Προεδρικό Διάταγμα διάλυσης της Βουλής, το κυβερνών κόμμα θα αντιπαραβάλει διαρκώς το έργο του με εκείνο της περιόδου 2015-2019.
Το «μπροστά» ή «πίσω» συνιστά ένα σκληρό δίλημμα που θα πρωταγωνιστήσει τις επόμενες εβδομάδες. Το τι επιρροή θα ασκήσει στο εκλογικό σώμα, θα φανεί το βράδυ της Κυριακής των εκλογών. Πάντως στη Νέα Δημοκρατία εκτιμούν ότι θα λειτουργήσει σε μεγάλο βαθμό.