Στην Κουμουνδούρου δεν έπεσαν από τα σύννεφα όταν διαπίστωσαν ότι οι διαβεβαιώσεις Κουτσούμπα από τις στήλες των «Νέων» ότι το ΚΚΕ δεν δίνει ούτε «ανοχή» σε «δήθεν προοδευτική κυβέρνηση» έτυχαν ευρύτατης προβολής από τα φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ.
Μόνο που σε ό,τι αφορά τις δυνητικές συμμαχίες της Ν.Δ. και του ΣΥΡΙΖΑ, όλα δείχνουν ότι το παιχνίδι είναι πλέον ανοιχτό και οι πιθανότητες 50-50.
Το ποιος μπορεί να βρει ευκολότερα συμμάχους και έχει περισσότερες πιθανότητες να δώσει λύση στο πολιτικό πρόβλημα της χώρας μετά τις εκλογές είναι ένα στοιχείο που σχεδόν πάντα αποτιμάται εκλογικά, για πολλούς και διάφορους λόγους: είτε επειδή υπάρχουν -ουκ ολίγοι- πολίτες που αποφασίζουν την τελευταία στιγμή να αποφασίσουν με το στοιχείο της «κυβερνησιμότητας» επειδή θέλουν να αισθάνονται ότι η ψήφος τους είναι καθοριστική, είτε διότι γενικώς η κοινωνία προτιμά την λεγόμενη «σταθερότητα» και την υιοθετεί ως κριτήριο εκλογικής συμπεριφοράς, σχεδόν πάντα έχει επιβεβαιωθεί ότι όποιος εκ των δύο βασικών διεκδικητών της εξουσίας μπορεί να πείσει πως θα λύσει το πολιτικό πρόβλημα, ανταμείβεται γι’ αυτό στην κάλπη.
Ανοίγει το παιχνίδι
Τούτου δοθέντος, είναι σαφές ότι αν κάποιος θέλει να υπονομεύσει την εκλογική προοπτική του ΣΥΡΙΖΑ, τότε δεν χρειάζεται μόνο να «λιβανίζει» την κυβέρνηση. Μπορεί ταυτοχρόνως να προβάλλει είτε την… τρομακτική για κάποιους, προοπτική να επανέλθει σε κυβερνητικό πόστο ο Γιάνης Βαρουφάκης, είτε το ξεκάθαρο «όχι» του Δημήτρη Κουτσούμπα σε μία «κυβέρνηση-μούφα», όπως χαρακτήρισε μέσω των «Νέων» το ενδεχόμενο κυβέρνησης από τις λεγόμενες προοδευτικές δυνάμεις.
Ώσπου να «σκάσει» το θέμα των υποκλοπών, άλλωστε, το «χαρτί» της «κυβερνησιμότητας» το διέθετε αναμφίβολα ο Κυριάκος Μητσοτάκης: τα ποσοστά της Ν.Δ. ήταν σε τέτοιο επίπεδο που ο ίδιος μπορούσε να λέει ότι διεκδικεί την αυτοδυναμία στην δεύτερη κάλπη, ενώ ταυτοχρόνως το ΠΑΣΟΚ είχε προεξοφληθεί ότι θα μπορούσε να δώσει λύση, αν η αυτοδυναμία δεν επιτυγχανόταν ούτε με την ενισχυμένη αναλογική.
Όμως, τώρα τα πράγματα είναι διαφορετικά: είναι ηλίου φαεινότερον ότι ο Νίκος Ανδρουλάκης δύσκολα θα μπορούσε να κάτσει στο ίδιο τραπέζι και να συζητήσει να διασφαλίσει την πρωθυπουργία στον άνθρωπο που ο ίδιος ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ τον κατηγορεί ως «εθνικό κοριό».
Επίσης, η προοπτική συγκυβέρνησης της Ν.Δ. με τον Κυριάκο Βελόπουλο είναι προβληματική από όλες τις απόψεις.
Όχι μόνο επειδή ο ιδρυτής της «Ελληνικής Λύσης» το απορρίπτε διαρρήδην, αλλά και διότι ένα τέτοιο σενάριο θα τίναζε στον αέρα το υποτιθέμενο «κεντρώο» προφίλ του Κυριάκου Μητσοτάκη, όπως και την πολιτική στρατηγικού του απηνούς διώκτη του Πούτιν και κάθε είδους ρωσικού αναθεωρητισμού.
Κατά συνέπεια, με καταλύτη τις υποκλοπές, πλέον όσο δύσκολο είναι για τον Αλέξη Τσίπρα να βρει συμμάχους και να «βγαίνουν τα νούμερα», τόσο δύσκολο είναι πια και για τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Η υποχώρηση της «κυβερνησιμότητας» αμφοτέρων, βεβαίως, μπορεί να τούς βγει στο τέλος σε καλό, αφού ήδη τα ποσοστά του λεγόμενου «δικομματισμού» ήδη ενισχύονται και στο τέλος της μέρας, τη λύση θα κληθεί να δώσει ο καθ’ ύλην αρμόδιος: ο κυρίαρχος λαός.
Ακολουθήστε το Lykavitos.gr στο Google News
και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις