Το γεγονός ότι η Ν.Δ. έχει κάνει «σημαία» τη ρητορική ερώτηση «γι’ αυτά θα μιλάμε τώρα;», που εξέφρασε από βήματος Βουλής ο Αλέξης Τσίπρας όταν προκλήθηκε από τον πρωθυπουργό να κοστολογήσει τις προτάσεις του, καθιστούν σαφή για τον ΣΥΡΙΖΑ την ανάγκη να παρουσιάσει αναλυτικά, τεκμηριωμένα και κοστολογημένα σχέδια πριν τις εκλογές.
Εξάλλου, το πολιτικό και εκλογικό παιχνίδι θα καθοριστεί εν πολλοίς από την καθημερινότητα και από τις προτάσεις που έχει κάθε κόμμα για το μέλλον. Για το πώς φαντάζεται την Ελλάδα των επόμενων χρόνων, αλλά και για το τί θα έκανε τους τελευταίους μήνες, αν ήταν στην θέση του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Εκκρεμεί η τεκμηρίωση
Ασφαλώς, η Κουμουνδούρου δεν ξεκινάει από το μηδέν: ήδη από τον περασμένο Σεπτέμβριο, στην Θεσσαλονίκη, ο Αλέξης Τσίπρας παρουσίασε ορισμένους αριθμούς: κοστολόγησε τις προτάσεις για την μείωση του ΦΠΑ στα τρόφιμα και τα άλλα χρειώδη, όπως επίσης και την δημοσιονομική επιβάρυνση από την δραστική μείωση του Ειδικού Φόρου
Κατανάλωσης στα καύσιμα. Ταυτοχρόνως, εξήγησε αναλυτικά –με βάση τη μεθολογία και τις προβλέψεις της ΡΑΕ- πόσα χρήματα θα μπορούσε να πάρει μία κυβέρνηση από τα λεγόμενα «υπερκέρδη» των παραγωγών ενέργειας, αλλά και πόσο πολύ περισσότερο θα μπορούσε να έχει η κυβέρνηση φορολογήσει τα διυλιστήρια –που σπάνε το ένα ρεκόρ κερδοφορίας μετά το άλλο, παρεμπιπτόντως. Αυτά τα δύο τελευταία, ειδικά, είναι η έμμεση απάντηση του ΣΥΡΙΖΑ στο επίμονο ερώτημα που θέτει η κυβέρνηση διαρκώς ως προς το πώς θα χρηματοδοτηθούν όλα όσα εξαγγέλλει ο ΣΥΡΙΖΑ.
Όπλα και τρωτά σημεία
Εξάλλου, είναι σαφές ότι εφεξής το Μαξίμου έτσι θα πάει σε εκλογές και κάθε φορά που ο ΣΥΡΙΖΑ θα παρουσιάζει κάποιο μέτρο, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Γιάννης Οικονόμου θα υπονοεί ότι τα μέτρα του ΣΥΡΙΖΑ συνεπάγονται νέους φόρους –προσπαθώντας να κρατήσει ζωντανό το αφήγημα περί «υπερφορολόγησης της μεσαίας τάξης».
Άλλωστε, πέραν του τί θέλει να κρατήσει ζωντανό ο πορτ παρόλ της κυβέρνησης, η αλήθεια είναι ότι αφενός το γεγονός πως ο ΣΥΡΙΖΑ έχει κυβερνήσει, αφετέρου η «ανώμαλη προσγείωση» του 2015 έχουν ανεβάσει κατά πολύ τον βαθμό δυσκολίας για την Κουμουνδούρου να πείσει για όσα υπόσχεται. Να πείσει, δηλαδή, ότι υπάρχει εναλλακτική και πως τα νούμερα βγαίνουν. Πλέον, δηλαδή, διαβεβαιώσεις τύπου «λεφτά υπάρχουν» ή «θα τους πείσουμε γιατί δεν γίνεται αλλιώς» δεν «περνούν» στον κόσμο –και στην ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ είναι απολύτως πεπεισμένοι προς τούτο.
Βεβαίως, το ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει κυβερνήσει δεν αποτελεί μόνο παράγοντα βαρύτερης ευθύνης για τις προεκλογικές του δεσμεύσεις, αλλά και άσσο στο μανίκι του: πλέον, ο πρώην πρωθυπουργός και η ηγετική ομάδα του κόμματος και να κοστολογούν επακριβώς ξέρουν –αφού έχουν σχεδιάσει και εκτελέσει αρκετούς προϋπολογισμούς σε ταραγμένες εποχές...- αλλά και την αποτελεσματικότητα ορισμένων πρωτοβουλιών οικονομικού χαρακτήρα μπορούν να επικαλεστούν: για παράδειγμα, το γεγονός ότι η ρύθμιση των 120 δόσεων πέτυχε και «δούλεψε» τόσο για τα δημόσια ταμεία όσο και για τους υπερχρεωμένους δανειολήπτες είναι κάτι μη αμφισβητήσιμο.
Όπως, επίσης, και το ότι δεν ζήσαμε «σκηνές Ισπανίας» παρά τη βαριά κρίση και τη βαθιά ύφεση, είναι επίσης γεγονός. Το ίδιο ισχύει για τη μείωση των κοινωνικών ανισοτήτων και την αντιμετώπιση της ακραίας φτώχειας, όπως επίσης και για την δημιουργία του περίφημου «μαξιλαριού» των 37 δισεκατομμυρίων, που άφησε η κυβέρνηση Τσίπρα στην κυβέρνηση Μητσοτάκη.
Όλα τούτα αποτελούν αποδείξεις ότι η Αριστερά μπορεί να τα καταφέρει στους αριθμούς. Αν, μάλιστα, συνδυαστούν με λεπτομερή κοστολόγηση των μέτρων που ο ΣΥΡΙΖΑ προτείνει και του πλαισίου προστασίας της πρώτης κατοικίας που θέλει να φέρει, τότε ενδεχομένως τα όπλα στη φαρέτρα του να πολλαπλασιαστούν και να επηρεάσουν τους πολίτες που ανήκουν στους «αναποφάσιστους». Και οι οποίοι ουδόλως ελκύονται από τις διαβεβαιώσεις κάποιων ότι πάνε στις Εκλογές ζωσμένοι με... φυσεκλίκια.