Με δύο στόχους, έναν αμυντικό και έναν επιθετικό, έχει προσέλθει η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ στη συζήτηση στη Βουλή επί της πρότασης δυσπιστίας που κατέθεσε ο Αλέξης Τσίπρας κατά του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Ο αμυντικός αφορά την αυτονόητη πολιτική προστασία που θέλει να διασφαλίσει ο ΣΥΡΙΖΑ έναντι της επιχειρούμενης προσπάθειας συμψηφισμού της δυσώδους υπόθεσης των υποκλοπών με άλλες υποθέσεις που ήδη επιχειρεί να «σηκώσει» το Μέγαρο Μαξίμου, όπως τα τεκταινόμενα στο Ειδικό Δικαστήριο, αλλά και η σύλληψη του «Μάξιμου Σαράφη» για οικονομικές απάτες.
Απαντήσεις
Όταν η συζήτηση στη Βουλή ξεκινούσε, ο Κυριάκος Μητσοτάκης, με την φράση «δεν επιδιώκω την σύγκρουση, επιδιώκω την σύγκριση», προϊδέαζε ότι ήθελε να επαναφέρει τη δημόσια συζήτηση στα θέματα οικονομίας –να συνεχίσει, δηλαδή, αυτό που προσπάθησε να κάνει διοργανώνοντας την συνέντευξη Τύπου της περασμένης Δευτέρας και που «κάηκε» μετά τις αποκαλύψεις της ΑΔΑΕ και το διάβημα του Αλέξη Τσίπρα να καταθέσει πρόταση μομφής.
Ωστόσο, όσο περνούσαν οι ώρες, κατέστη σαφές ότι η ΝΔ δεν «κατεβαίνει» στη συζήτηση με «ασπίδα» την οικονομία, αλλά με... πολιορκητικό κριό τα τεκταινόμενα στο Ειδικό Δικαστήριο, τα «SMS Παππά προς Καλογρίτσα», τις καταγγελίες του άλλοτε... «κόκκινου εργολάβου» για «μαύρες σακούλες» προς τα γραφεία του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και την σύλληψη ενός προστατευόμενου μάρτυρα της υπόθεσης Novartis.
Όπως φαίνεται ήδη από τον φιλοκυβερνητικό Τύπο, η ΝΔ επιχειρεί να συμψηφίσει τα ως άνω με την συζήτηση περί τις υποκλοπές, ώστε οι αποκαλύψεις μετά την έρευνα της ΑΔΑΕ να «χαθούν» κάτω από τους τόνους... τοξικότητας και λάσπης που ήδη διασπείρονται στο Κοινοβούλιο και εν γένει στο πολιτικό σκηνικό.
Ως προς αυτά, λοιπόν, η Κουμουνδούρου έχει ήδη «προβάρει» τις απαντήσεις, επιδιώκοντας, πάντως, να μη χαθεί η «μεγάλη εικόνα» της συζήτησης: δηλαδή, το πόρισμα της ΑΔΑΕ και η ανάδειξη του Κυριάκου Μητσοτάκη σε... «εθνικό κοριό». Ασφαλώς, επιτελικά στελέχη της Κουμουνδούρου διαμηνύουν ότι τίποτα δε θα μείνει αναπάντητο: οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ ήδη υπενθυμίζουν ότι το σκάνδαλο Novartis προέκυψε από αναφορές του FBI και όχι από έναν... αμφίβολης αξιοπιστίας προστατευόμενο μάρτυρα, όπως και ότι το Δημόσιο στις ΗΠΑ πήρε θηριώδη αποζημίωση από την φαρμακευτική εταιρεία για τις... μίζες που εκείνη είχε δώσει στην Ελλάδα.
Παραλλήλως, η πρωτοβουλία του Νίκου Παππά να μηνύσει την γραμματέα του Χρήστου Καλογρίτσα για όσα «θυμήθηκε» στο Ειδικό Δικαστήριο να πει, όπως και η αγανάκτηση της προέδρου του σώματος που ρώτησε τους μάρτυρες γιατί θυμήθηκαν τώρα τα... SMS, τις σακούλες και άλλα ηχηρά παρόμοια, προσφέρουν ικανοποιητική «προστασία» στον ΣΥΡΙΖΑ από τον επιχειρούμενο συμψηφισμό.
Στόχος ο Πρωθυπουργός
Κατά συνέπεια, όλα τα παραπάνω επιτρέπουν στον ΣΥΡΙΖΑ να διαπιστώσει κατά πόσον μπορεί με όλη αυτή την ιστορία να πλήξει τον βασικό του στόχο: τον ίδιο τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Άλλωστε, πλέον το παιχνίδι έχει περάσει σε άλλη διάσταση: το ίδιο το Μαξίμου, ενεργοποιώντας την ύστατη γραμμή άμυνας σε τέτοιες περιπτώσεις, ότι δηλαδή «ο πρωθυπουργός δεν ήξερε», αναδεικνύει την δύσκολη θέση στην οποία έχει περιέλθει η κυβέρνηση.
Επιπροσθέτως, όσο κι αν οι «γαλάζιες» επιθέσεις στην ΑΔΑΕ και τον πρόεδρό της έχουν ενταθεί, είναι προφανές ότι μετά την αποκάλυψη των στοιχείων που έχουν τη «βούλα» και το κύρος της Ανεξάρτητης Αρχής, το σκάνδαλο «αγγίζει» προσωπικά τον Κυριάκο Μητσοτάκη.
Τις επόμενες ημέρες και εβδομάδες, λοιπόν, στην Κουμουνδούρου θα περιμένουν πώς και πώς να «μετρηθεί» δημοσκοπικά το πώς ξετυλίχθηκε το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων μέσα σε αυτή την εβδομάδα.
Θα περιμένουν να διαπιστώσουν κατά πόσον πλέον ανεβαίνουν οι υποκλοπές στα κριτήρια των πολιτών με τα οποία διαμορφώνουν την τελική τους ψήφο.
Όπως θα περιμένουν και κάτι άλλο: κατά πόσον οι υποκλοπές και το «πόρισμα Ράμμου» αγγίζουν προσωπικά τον Κυριάκο Μητσοτάκη και καταρρακώνουν το προφίλ του. Κι αυτό γιατί είναι γνωστό τοις πάσι πως όταν αρχίζει να παίρνει την κάτω βόλτα το πρόσωπο του πρωθυπουργού, τότε ξεκινά η αρχή του τέλους για την Κυβέρνηση.