H σημερινή κυβέρνηση έχει δώσει αναρίθμητα δείγματα γραφής για την εχθροπάθειά της. Στοχοποίησε πλήθος προσώπων. Και το σύνολο σχεδόν των πολιτικών αντιπάλων της. Τώρα στο ρεπερτόριο προστίθεται και η ανικανότητα.

Tου Θανάση Τσεκούρα

Πηγή: ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ

Απτό παράδειγμα η υπόθεση του C4I. Κυνήγησαν τον Κώστα Σημίτη και κατάφεραν να φέρουν στο κάδρο τον... Πρόεδρο της Δημοκρατίας Προκόπη Παυλόπουλο. Μαζί με κάποια άλλα αξιοσημείωτα «κατορθώματα». Οπως να ξαναβάλουν στο εκλογικό παιχνίδι το ΚΙΝ.ΑΛ. Να ξυπνήσουν τα αντανακλαστικά της Ν.Δ. Να τρομάξουν φίλιες επιχειρηματικές δυνάμεις.

Να επανεκκινήσουν ξεχασμένες αντιπαλότητες μεταξύ οικονομικών παραγόντων. Και κυρίως να πείσουν ακόμη και τους πιο αμέριμνους ότι η προεκλογική περίοδος ξεκίνησε. Και θα μοιάζει με χολιγουντιανό splatter, δηλαδή «Αίμα και Αμμος». Πολλαπλό τζακπότ με μια κίνηση. Καθόλου άσχημα για ξεκίνημα.

Πώς τα κατάφεραν και η κατάσταση έγινε μύλος; Καλύτερα… συριζόμυλος. Με την αιφνίδια ανακίνηση της υπόθεσης C4I, 14 χρόνια και κάτι μήνες μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004, από την Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες. Το αποτέλεσμα: ένας πρώην πρωθυπουργός, ο νυν Πρόεδρος της Δημοκρατίας και 5-6 πρώην υπουργοί εμφανίζονται σε μια νομική διαδικασία με άγνωστη προέλευση και αόρατο περιεχόμενο.

Μια αναγκαία παρένθεση. Η συγκεκριμένη αρχή είναι κυβερνητική, όχι δικαστική. Ολα τα μέλη της διορίζονται από την κυβέρνηση, πλην της προέδρου η οποία ορίζεται από τον Αρειο Πάγο. Εξ αντικειμένου, λοιπόν, η πρωτοβουλία των κινήσεων ανήκει στην κυβέρνηση. Υπάρχει όμως και η υποκειμενική διάσταση.

Για μεγάλο χρονικό διάστημα πολύς κόσμος (και αρκετός υπόκοσμος) που απηχεί συνήθως τις σκέψεις του Μαξίμου είχε προαναγγείλει την έναρξη της «Επιχείρηση: Σημίτης». Με ατζαμίδικα δημοσιεύματα, πρόχειρα διοχετευμένα, ο πρώην πρωθυπουργός μπαίνει στο κάδρο αμέσως μετά την προφυλάκιση του Γιάννου Παπαντωνίου. «Ερχεται η ώρα του Σημίτη». Και ήρθε.

Η «Επιχείρηση: Σημίτης»

Με έγγραφο της αρμόδιας αρχής (30 Οκτωβρίου) ζητήθηκε από τις συστημικές τράπεζες η έρευνα των τραπεζικών λογαριασμών του Κ. Σημίτη, της συζύγου του Δάφνης και του αδελφού του Σπύρου. Αξιον προσοχής ότι άφησαν στην ησυχία τους τις θυγατέρες του πρώην πρωθυπουργού. Πάλι καλά. Και μαζί με τους παραπάνω, και αυτούς του Μιχάλη Χρυσοχοΐδη, υπουργού Δημόσιας Τάξης την περίοδο 2001-2003, και του τότε υφυπουργού Βαγγέλη Μαλέσιου.

Εικάζεται από τα συμπαρομαρτούντα, αφού στα σχετικά έγγραφα δεν προσδιορίζεται η νομική διαδικασία, ότι η έρευνα των λογαριασμών έχει σχέση με την υπόθεση του συστήματος ασφαλείας των Ολυμπιακών του 2004 και τις «περίφημες» καταγγελίες του πρώην στελέχους της γαλλικής εταιρείας Thales, Μισέλ Ζοσεράν.

Απορία πρώτη. Οι καταγγελίες Ζοσεράν έχουν γίνει το μακρινό 2005. Με αποδεικτικά στοιχεία υψηλού επιπέδου, του τύπου «κάποιος μου έλεγε ότι στην Ελλάδα ένας υπουργός και ο πρωθυπουργός τα παίρνουν». Η γαλλική δικαιοσύνη ερεύνησε τις καταγγελίες και το μόνο συγκεκριμένο αποτέλεσμα ήταν ο... καταγγέλλων να καταλήξει στη φυλακή, ενώ λίγο πριν είχε εκδιωχθεί από την εταιρεία όπου εργαζόταν. Τόσο λαμπρά!

Αυτό λοιπόν το «τιμώμενο» πρόσωπο ανακοινώνεται, με «ρίγη συγκίνησης», ότι θα συναντήσουν οι Ελληνες ανακριτές που διερευνούν την υπόθεση C4I. Δεκατρία χρόνια μετά, επιτέλους. Για να τους πει τι; Πιθανόν πού κρύβεται ο Ελβις Πρίσλεϊ και ποιος δολοφόνησε τον Κένεντι.

Τέλος πάντων, ας αφήσουμε το νομικό σκέλος της υπόθεσης παρά το πλήθος των ερωτημάτων που δημιουργούνται στον οποιονδήποτε νοήμονα παρατηρητή και ας επιστρέψουμε στις πολιτικές σκοπιμότητες. Είναι προφανές ότι κυβερνητικοί κύκλοι σάλπισαν εκλογικό συναγερμό.

Και επειδή η διαχείριση της σκανδαλολογίας θα αποτελέσει τον βασικό εκλογικό - προπαγανδιστικό μηχανισμό του ΣΥΡΙΖΑ ανεσύρθη από τα υπόγεια των δικαστικών γραφείων το ξεχασμένο C4I. Αλλωστε η υπόθεση έχει ένα «πλεονέκτημα».

Στο κεντρικό πρόσωπο της υπόθεσης, τον Κ. Σημίτη, συγκλίνουν άσβεστες εχθροπάθειες από το παρελθόν. Τόσο της ηγεσίας της σημερινής κυβέρνησης όσο και της καραμανλικής «λοξής φάλαγγας» της Ν.Δ.

Ποιος έθαψε το βούλευμα;

Δυστυχώς, όμως, στη βιασύνη τους, οι «σκηνοθέτες» ξέχασαν μια μικρή λεπτομέρεια που τώρα απειλεί να ξεχειλώσει την υπόθεση. Οτι εκτός από τις δικαστικές έρευνες για την ανάθεση του συστήματος ασφαλείας των Αγώνων, τρέχουν και αντίστοιχες έρευνες για την παραλαβή του. Η οποία -δυστυχώς για τους απρόσεκτους «σκηνοθέτες»- έγινε από την κυβέρνηση Καραμανλή.

Επιπλέον, ο δεύτερος κύκλος ερευνών έχει καταλήξει στο βούλευμα 1732/2017 του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών. Ο εισαγγελέας Εφετών Στυλιανός Κωσταρέλος διατυπώνει την εκτίμηση ότι για τους αρμόδιους υπουργούς παραλαβής του C4I (Προκόπης Παυλόπουλος, Βύρων Πολύδωρας και Χρήστος Μαρκογιαννάκης) προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις ότι τέλεσαν «κατά αντικειμενικά στοιχεία» πράξη «κακουργηματικής απιστίας περί την υπηρεσία».

Εκτοτε η υπόθεση από την πλευρά της κυβέρνησης κινείται μεταξύ γέλιου και θράσους. Γέλιο γιατί αποδείχτηκαν εκτός από εμπαθείς και ατζαμήδες και μόνοι τους, χωρίς καμία πίεση, κατάφεραν ένα θεαματικό αυτογκόλ. Τι έχει γίνει, λοιπόν, με το βούλευμα Κωσταρέλου, ποια ήταν η τύχη του, πού χάθηκε; Γιατί, κατά την πάγια διαδικασία, όφειλε να έχει αποσταλεί αμελλητί στη Βουλή από τη στιγμή που διαπιστώνονται ενδείξεις συμμετοχής πολιτικών προσώπων.

Σε ποια... κρύπτη (μάλλον όχι στη γνωστή του ΚΕΛΠΝΟ) ενταφιάστηκε;

Στα μαθήματα θράσους πρωταγωνίστησε ένας γνωστός «καρατερίστας», ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος, ο οποίος άρχισε τα κόλπα τα φακίρικα: βούλευμα Κωσταρέλου δεν υπάρχει! Πάλι καλά που δεν αμφισβήτησε και την ύπαρξη Κωσταρέλου!

Ομως η κωμωδία ήταν τόσο κακοστημένη που η παράσταση «πουλάω τρέλα» του Τζανακόπουλου πήρε γρήγορα την άγουσα για τα αποδυτήρια. Αλλά η ζημιά (για την κυβέρνηση) είχε ήδη γίνει.

Η «Επιχείρηση: Σημίτης» ξύπνησε τα κουρασμένα αντανακλαστικά του ΚΙΝ.ΑΛ. Η συνέχεια είναι γνωστή. Παρέμβαση στον Αρειο Πάγο, «ανάσταση» του βουλεύματος Κωσταρέλου, αίτημα για αποστολή στη Βουλή και τραγέλαφος. «Εκεί που ψάχναμε τον Σημίτη, μας προέκυψε Παυλόπουλος».

Και κάνα δυο υπουργοί της ‘‘φίλης’’ και ‘‘συμμάχου’’ κυβέρνησης Καραμανλή. Κανονικός συριζόμυλος». Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ψάχνει να βρει πώς τον έμπλεξαν. Και οι «γκαφατζήδες» της κυβέρνησης κατηγορούν την αντιπολίτευση για «παιχνίδια με τους θεσμούς». Αυτοί οι θεσμολάγνοι!

Πού είναι η Novartis;

Πρόσωπα που γνωρίζουν το παρασκήνιο των μεθοδεύσεων προβάλλουν μια ενδιαφέρουσα ερμηνεία για το φιάσκο με τον Κ. Σημίτη και τα υπόλοιπα παρατράγουδα. Ξεκινούν από το αυτονόητο: ότι η σημερινή κυβέρνηση σκοπεύει να μετατρέψει σε αχανή δικαστική αίθουσα την περίοδο έως τις εκλογές. Αν θεωρήσουν ότι τους βολεύει, ακόμη και τη δολοφονία του Καποδίστρια θα αποδώσουν στους πολιτικούς αντιπάλους τους.

Ενα το κρατούμενο λοιπόν.

Δεύτερον: Διερωτώνται γιατί καθυστερεί η υπόθεση Novartis, η «μητέρα των σκανδάλων», σύμφωνα τουλάχιστον με την κυβερνητική μυθολογία. Απορούν γιατί αργούν να έρθουν στην επιφάνεια τα «απτά» και «συγκλονιστικά» στοιχεία που άπειρες φορές έχουν προαναγγελθεί τόσο από τον πρωθυπουργό όσο και από αρμόδιους και αναρμόδιους υπουργούς.

Υποστηρίζουν λοιπόν τη θεωρία της υποκατάστασης. Οσο αργεί η Novartis, ρίξε στη σκηνή C4I. To αποτέλεσμα, λοιπόν, ήταν εξαρχής αναμενόμενο. Γιατί, συνήθως, το άγχος και η βιασύνη φέρνουν γκάφες.

Δυστυχώς, όμως, οι γκάφες έχουν παρενέργειες.Για παράδειγμα, η πίεση της κυβέρνησης προς τον Κ. Σημίτη ξύπνησε τα, όχι και ιδιαίτερα προπονημένα, αντανακλαστικά των εκπροσώπων του ΚΙΝ.ΑΛ. που συσπειρώθηκαν γύρω από τον πρώην πρωθυπουργό και έφεραν στο προσκήνιο το ξεχασμένο βούλευμα Κωσταρέλου.

Επιπλέον, όπως έδειξαν οι πρόσφατες δημοσκοπήσεις, η σκανδαλολογία μάλλον αφήνει παγερά αδιάφορη την κοινή γνώμη. Είτε γιατί το «πολύ το ‘‘Κύριε ελέησον’’ το βαριέται και ο Θεός», είτε γιατί οι υποθέσεις που ανασύρονται είναι πλέον πολιτικά προεξοφλημένες από τη συντριπτική πλειονότητα των πολιτών. Τα σκάνδαλα, λοιπόν, δεν κλείνουν την ψαλίδα μεταξύ Ν.Δ. και ΣΥΡΙΖΑ.

Στροφή της Ν.Δ.

Οι παρενέργειες από τους ατζαμίδικους ετεροχρονισμούς της κυβέρνησης έχουν και συνέχεια. Η Ν.Δ. για πρώτη φορά αποφασίζει να αμφισβητήσει με τα ίδια όπλα το «ηθικό πλεονέκτημα» της «πρώτης φοράς Αριστερά». Φέρνοντας στο προσκήνιο δύο υποθέσεις με έντονη οσμή μεθόδευσης και συνεργασίας κυβερνητικών κύκλων με επιχειρηματικά συμφέροντα.

Την υπόθεση της παράτασης της σύμβασης για τον αερολιμένα «Ελευθέριος Βενιζέλος» και την υπόθεση της χαριστικής διαχείρισης των χρεών της πρώην Βιομηχανίας Λιπασμάτων προς τη ΔΕΠΑ.

Μέχρι πρότινος η Ν.Δ. είχε αρνηθεί να παίξει δυναμικά στο γήπεδο των σκανδάλων και της σκανδαλολογίας. Λίγο από υπολογισμό, με τη σκέψη ότι το γήπεδο είναι προνομιακό έδαφος για τον Τσίπρα και τον ΣΥΡΙΖΑ, λίγο από φοβία για πιθανούς σκελετούς στο ντουλάπι της, απέφευγε τη σύγκρουση. Φαίνεται ότι αυτή η τακτική εγκαταλείπεται. Ο πρόεδρος της Ν.Δ. μοιάζει αποφασισμένος όλο και περισσότερο να σηκώνει το γάντι της σύγκρουσης που του ρίχνει η απέναντι πλευρά.

Προς το παρόν, την αλλαγή τακτικής από την πλευρά της Ν.Δ. τη νιώθουν πρώτοι απ’ όλους οι οικονομικοί παράγοντες. Με αποτέλεσμα σε πολλά επιχειρηματικά στρατηγεία οι θερμοκρασίες να είναι ανεβασμένες το τελευταίο διάστημα. Αρκετοί επιχειρηματίες αντιλαμβάνονται ότι η Ν.Δ. και η ηγεσία της τους έχουν θέσει σε κατάσταση «αυξημένης επιτήρησης».

Εδώ χρειάζεται μια μικρή παρένθεση. Για αρκετούς εκπροσώπους της επιχειρηματικής ελίτ, μόνο πέτρινα δεν ήταν τα χρόνια του ΣΥΡΙΖΑ. Μετά από μια σύντομη περίοδο αλληλογνωριμίας και παράδοσης διαπιστευτηρίων, κυβέρνηση και μεγάλο τμήμα της επιχειρηματικής ελίτ ανακάλυψαν κοινή γλώσσα και πειστικούς κώδικες επικοινωνίας.

Αρκετοί προβεβλημένοι υπουργοί έχουν γίνει πλέον κοινωνικές «περσόνες» της αστικής Αθήνας και αντίστροφα κορυφαίοι επιχειρηματίες δεν τσιγκουνεύονται την υμνωδία για τον «ρεαλιστή Αλέξη» και τα θερμά λόγια για τους αποτελεσματικούς υπουργούς του.

Κάποιοι μάλιστα πιο «προχωρημένοι» εμφανίζονται ως πιστοί μαθητές του «δάσκαλου Ανιέλι», ο οποίος συνήθιζε να λέει με κυνισμό ότι τα πράγματα που μπορεί να περάσει μια αριστερή κυβέρνηση ούτε τα ονειρεύονται οι δεξιοί.

Μπορεί, λοιπόν, αυτό που συνεχίζει να λέγεται επιχειρηματική ελίτ της χώρας να έμαθε ταχύρρυθμα τη «γλώσσα της αριστεράς», αλλά δεν έχασε και το μυαλό της. Διαισθάνεται ότι ο πολιτικός κύκλος πλησιάζει στο σημείο καμπής.

Επειδή οι περισσότεροι έχουν διαπρέψει στην τέχνη της «κωλοτούμπας» πολύ προτού εμφανιστεί στο προσκήνιο ο Τσίπρας ήδη ψάχνονται: πώς πηγαίνουν στο Μοσχάτο, όπου και τα κεντρικά γραφεία της Ν.Δ. Και ασφαλώς δεν χάνουν τις ώρες τους στα Google Maps.

Τα πράγματα όμως δεν είναι τόσο εύκολα. Ούτε η Ιστορία επαναλαμβάνεται. Τουλάχιστον πάντα.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης διακρίνεται από την εξής ιδιομορφία: προέρχεται από ένα από τα παραδοσιακά τζάκια της διαπλοκής. Κοινώς γνωρίζει από πρώτο χέρι πρόσωπα και παραδόσεις. Κυρίως όμως τις μεθόδους τους. Αρα είναι εξ ορισμού, εκτός από καινούριος, και δύσκολος παίκτης.

Επιπλέον, παρακολουθεί ενοχλημένος τα τρία τελευταία χρόνια εμβληματικές φυσιογνωμίες της επιχειρηματικής ελίτ να έχουν γίνει μια «ωραία ατμόσφαιρα» με κυβερνητικούς αξιωματούχους. Μαθαίνει από το παρασκήνιο για συναντήσεις, deals, μιντιακές διευκολύνσεις, ακόμη και για υπόγειες χρηματοδοτήσεις φιλοκυβερνητικών ΜΜΕ από επιχειρηματίες που -κατά τα λοιπά- διαφημίζουν το αστικό προφίλ τους.

Είναι εύλογο, λοιπόν, να αντιμετωπίζει με καχυποψία τα «αιτήματα φιλίας» που του μεταφέρονται την τελευταία περίοδο. Κυρίως γιατί καταλαβαίνει ότι ταυτίζονται με τον χρόνο των εκλογών. Γι’ αυτό κρατά αποστάσεις.

Παράδειγμα. Οι σχέσεις του προέδρου της Ν.Δ. με έναν από τους ισχυρούς επιχειρηματικούς ομίλους της χώρας παραμένουν σχεδόν εχθρικές. Τους κατηγορεί για ανοιχτή στήριξη προς τη σημερινή κυβέρνηση.

Ακόμη και για χρηματοδότηση φιλικών προς την κυβέρνηση ΜΜΕ. Με δεύτερο, επίσης κορυφαίο, επιχειρηματικό όμιλο οι σχέσεις είναι παγερές και αδιάφορες. Ούτε φίλοι, ούτε εχθροί. Εξίσου παγωμένες παραμένουν οι σχέσεις με παραδοσιακούς επιχειρηματίες που θεωρούνται «ιστορικοί φίλοι από τα παλιά» της οικογένειας Μητσοτάκη. Πρόσωπα ιδιαίτερα συνδεδεμένα με τον πατέρα του προέδρου της Ν.Δ. Κάποιοι μάλιστα από τον «ιστορικό κύκλο» είναι στο στόχαστρο και οι μπίζνες με τον ΣΥΡΙΖΑ στο μικροσκόπιο.

Τα παραδείγματα εύκολα μπορούν να πολλαπλασιαστούν. Το συμπέρασμα είναι ασφαλές. Η ατζαμοσύνη και η νευρικότητα της σημερινής κυβέρνησης ενισχύουν τη δυναμική του μετασχηματισμού στις σχέσεις της πολιτικής με την οικονομική πραγματικότητα της χώρας. Η περίοδος είναι μεταβατική. Και όπως έλεγε παλιότερα κάποιος, στις μεταβατικές περιόδους, εκεί όπου «το παλιό δεν έχει πεθάνει ακόμη» και «το καινούριο δεν έχει γεννηθεί», συνήθως εμφανίζονται τα τέρατα.