Αρνητικά σχολιάζουν οι «Financial Times» την απόφαση του Πρωθυπουργού της Βρετανίας, Ρίσι Σούνακ, να ακυρώσει τη συνάντηση με τον Έλληνα Πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη.
Το αμερικανικό μέσο ενημέρωσης χαρακτηρίζει «ακατανόητη» την απόφαση του Βρετανού Πρωθυπουργού να ακυρώσει τη συνάντηση με τον Έλληνα ομόλογό του.
Το κείμενο κάνει λόγο για ατόπημα της Κυβέρνησης Σούνακ και του ίδιου του Βρετανού Πρωθυπουργού, ο οποίος «αν και ξεκίνησε με πολλές ελπίδες, έχει φτάσει στο σημείο να μειώνει τη Βρετανία στα μάτια του κόσμου με τις ενέργειές του», αναφέρουν οι «Financial Times».
Σχετικά με την συνάντηση των δύο πρωθυπουργών η οποία δεν πραγματοποιήθηκε οι «Financial Times» γράφουν πως «η αποξένωση του Μητσοτάκη δεν είχε και πολύ νόημα. Είναι ένας συνάδελφος κεντροδεξιός ηγέτης μιας ευρωπαϊκής δημοκρατίας και μέλος του ΝΑΤΟ. Οι δύο πρωθυπουργοί θα μπορούσαν να έχουν κάνει πολύτιμες συζητήσεις για θέματα που κυμαίνονται από τον πόλεμο στην Ουκρανία και τη σύγκρουση Ισραήλ-Χαμάς μέχρι την κλιματική αλλαγή. Η Αθήνα έχει να μοιραστεί εκτεταμένη τεχνογνωσία, ιδίως όσον αφορά τον χειρισμό των αιτούντων άσυλο, και θα μπορούσε να είναι ένας χρήσιμος σύμμαχος σε ένα ζήτημα τεράστιας πολιτικής σημασίας για τους Συντηρητικούς της Βρετανίας. Αντ' αυτού, ένα κοινό σχέδιο δράσης για τη μετανάστευση δεν συζητήθηκε».
Παράλληλα, οι Financial Times τονίζουν πως «δεν ήταν ρεαλιστικό να σκεφτεί κανείς ότι ένας Έλληνας πρωθυπουργός θα μπορούσε να επισκεφθεί το Λονδίνο χωρίς να επαναλάβει την έκκληση για την επιστροφή τους (σ.σ. των Γλυπτών)».
Όπως επισημαίνεται, το διπλωματικό ατόπημα ήρθε μόλις δύο εβδομάδες αφότου ο Σουνάκ επανέφερε τον πρώην πρωθυπουργό Ντέιβιντ Κάμερον στη θέση του υπουργού Εξωτερικών, σε μια κίνηση που είχε ως στόχο να δώσει μεγαλύτερο βάρος στο υπουργικό συμβούλιο.
Αναφορικά με το πώς προτείνουν οι FT πως έπρεπε να αντιδράσει, γράφουν «είτε έτσι είτε αλλιώς, η ενήλικη αντίδραση θα ήταν ο Ρίσι Σούνιακ να εκφράσει την ενόχλησή του, σταθερά αλλά ευγενικά, κατά τη συνάντησή του με τον Μητσοτάκη, να επαναδιατυπώσει τη θέση της κυβέρνησής του και να προχωρήσει».