Οι σημερινές γεωπολιτικές εξελίξεις απηχούν την πολυπολικότητα και όχι το διπολικό σύστημα που είχε προκύψει μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Για περίπου τέσσερα χρόνια, από τότε που η Ρωσία προσάρτησε την Κριμαία και η Κίνα ξεκίνησε την πρωτοβουλία Belt and Road, υπήρξαν πολλές εικασίες σχετικά με το αν έρχεται ένας άλλος Ψυχρός Πόλεμος μεταξύ Ανατολής και Δύσης.
Του Odd Arne Westad*
Μόνο τον τελευταίο μήνα, οι τίτλοι στις ειδήσεις έχουν διακηρύξει ότι «ο νέος Ψυχρός Πόλεμος είναι εδώ», διατυμπάνισαν τον «νέο Ψυχρό Πόλεμο του Πούτιν» και προειδοποίησαν ότι «ο Τραμπ προετοιμάζεται για έναν νέο Ψυχρό Πόλεμο». Αλλά επιστρέφουμε όντως στο παρελθόν; Η σύγχρονη πολιτική είναι γεμάτη από ψεύτικες αναλογίες και η επιστροφή του Ψυχρού Πολέμου φαίνεται να είναι μία από αυτές.
Στην κορύφωσή του, ο Ψυχρός Πόλεμος ήταν ένα παγκόσμιο σύστημα χωρών με επίκεντρο τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Σοβιετική Ένωση. Δεν καθόριζε όλα όσα συνέβαιναν στον κόσμο των διεθνών υποθέσεων, αλλά επηρέαζε τα περισσότερα πράγματα. Στον πυρήνα του υπήρχε ένας ιδεολογικός ανταγωνισμός μεταξύ του καπιταλισμού και του σοσιαλισμού που διεξαγόταν σε ολόκληρο τον 20ο αιώνα, με την κάθε πλευρά να είναι αφοσιωμένη με ζέση στο δικό της σύστημα οικονομικών και διακυβέρνησης. Ήταν ένα διπολικό σύστημα συνολικής νίκης ή συνολικής ήττας, όπου κανένας από τους κύριους πρωταγωνιστές δεν μπορούσε να οραματιστεί έναν βιώσιμο συμβιβασμό με τον άλλο.
Ο Ψυχρός Πόλεμος ήταν έντονος, κατηγορηματικός και εξαιρετικά επικίνδυνος: Τα στρατηγικά συστήματα πυρηνικών όπλων προορίζονταν να καταστρέψουν την αντίπαλη υπερδύναμη, ακόμη και με κόστος να καταστραφεί ο μισός κόσμος. Επρόκειτο για την αποκαλούμενη «ισορροπία του τρόμου», η οποία είχε διάρκεια πάνω από 44 χρόνια. Απανθίστηκε δε με «μικροπολέμους» όπως αυτοί της Κορέας, του Βιετνάμ και του Αφγανιστάν.
Οι σημερινές διεθνείς υποθέσεις είναι σε μεγάλο βαθμό σκοτεινές και προκλητικές, αλλά είναι μακριά από τις απολυτότητες του Ψυχρού Πολέμου. Το να αποκαλούνται οι εντάσεις των μεγάλων δυνάμεων του 21ου αιώνα ως ένας νέος Ψυχρός Πόλεμος, λοιπόν, αποκρύπτει περισσότερα από όσα αποκαλύπτει. Είναι ένα είδος ορολογικής τεμπελιάς που εξισώνει τις συγκρούσεις του παρελθόντος, τις οποίες οι περισσότεροι αναλυτές γνωρίζουν καλά, με αυτά που συμβαίνουν σήμερα. Αν και πολλές αντηχήσεις και απομεινάρια του Ψυχρού Πολέμου παραμένουν μαζί μας, οι καθοριστικοί παράγοντες και η διεξαγωγή των διεθνών υποθέσεων έχουν αλλάξει.
Η σκληρή και παρεμποδιστική εξωτερική πολιτική της Ρωσίας υπό τον πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν προέρχεται από την αίσθηση ότι έχασε τον Ψυχρό Πόλεμο στην δεκαετία τού 1980 και ότι υπέστη τις συνέπειες της ήττας την δεκαετία τού 1990. Πολλοί Ρώσοι θεωρούν την Δύση υπεύθυνη για το χάος και την παρακμή που έπληξε την χώρα τους υπό την προεδρία του Μπόρις Γιέλτσιν.
Νοστάλγησαν τον σεβασμό που λάμβανε η Σοβιετική Ένωση ως η άλλη υπερδύναμη –αν και λίγοι νοστάλγησαν την θλιβερότητα του ίδιου του σοβιετικού κράτους. Λατρεύουν έναν ισχυρό πρόεδρο που, όπως πιστεύουν, έδωσε πίσω στην Ρωσία τον αυτοσεβασμό της ενοχλώντας την Δύση όσο πιο συχνά γίνεται, ακριβώς όπως καλωσορίζουν την εσωτερική σταθερότητα που πιστεύουν ότι ο Πούτιν έχει προσδώσει στην Ρωσία.
Η Κίνα, από την άλλη πλευρά, πιστεύει ότι η άνευ προηγουμένου οικονομική ανάπτυξή της τής έχει δώσει το καθεστώς μίας επικρατούσας δύναμης στην περιοχή –δεν είναι πλέον ένα πιόνι για τους άλλους όπως ήταν κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Αν ο Ψυχρός Πόλεμος κρατούσε την Κίνα πίσω, τότε η μετα-ψυχροπολεμική εποχή απελευθέρωσε την Κίνα να ενεργήσει για λογαριασμό της, όπως πιστεύουν πολλοί Κινέζοι. Εν τω μεταξύ, οι ηγέτες του Κομμουνιστικού Κόμματος μελετούν μανιωδώς το πώς κατέρρευσε η Σοβιετική Ένωση, προκειμένου να αποφευχθεί παρόμοια μοίρα για την χώρα τους.
Η Κίνα (και όλοι οι άλλοι) έχει κληρονομήσει την Βόρεια Κορέα από τον Ψυχρό Πόλεμο, καθώς και μία βαθιά δυσαρέσκεια γι’ αυτό που βλέπουν οι περισσότεροι Κινέζοι ως παγκόσμια ηγεμονία των ΗΠΑ.
Από την πλευρά των ΗΠΑ, η κύρια ηχώ του Ψυχρού Πολέμου είναι μία αίσθηση (πολύ εξέχουσα μεταξύ των ψηφοφόρων του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, αλλά επίσης εμφανής και αλλού) ότι την Ουάσιγκτον την έχουν εκμεταλλευθεί άλλοι.
Όπως λέει το επιχείρημα, καθ’ όλη την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου οι Ηνωμένες Πολιτείες παρείχαν ασφάλεια στον υπόλοιπο καπιταλιστικό κόσμο φθηνά, ενώ οι σύμμαχοι των Αμερικανών επωφελήθηκαν με αμερικανικά χρήματα και δουλειές, δίνοντας λίγα σε αντάλλαγμα. Πολλοί ψηφοφόροι των ΗΠΑ θεωρούν ότι η χώρα τους, έχοντας κερδίσει τον Ψυχρό Πόλεμο, δεν ωφελήθηκε σχεδόν τίποτα ως αποτέλεσμα. Η σημερινή διοίκηση αποβάλλει, συνεπώς, τις συστημικές ευθύνες προς χάριν των πολύ στενότερων συμφερόντων των ΗΠΑ.
Αυτές είναι οι πτυχές τού πώς ο Ψυχρός Πόλεμος δημιούργησε τον κόσμο στον οποίο ζούμε τώρα. Αλλά οι σημερινές διεθνείς υποθέσεις έχουν κινηθεί πέρα από τον Ψυχρό Πόλεμο.
Η διπολικότητα έχει εξαφανιστεί. Αν υπάρχει κάποια κατεύθυνση στην διεθνή πολιτική σήμερα, είναι προς την πολυπολικότητα. Οι ΗΠΑ γίνονται λιγότερο ισχυρές στις διεθνείς υποθέσεις. Η Κίνα γίνεται όλο και πιο ισχυρή. Η Ευρώπη είναι στάσιμη. Η Ρωσία είναι ένας δυσαρεστημένος ρακοσυλλέκτης στα περιθώρια της τρέχουσας τάξης. Αλλά άλλες μεγάλες χώρες, όπως η Ινδία και η Βραζιλία, αποκτούν όλο και περισσότερη επιρροή στις περιοχές τους.
Η ιδεολογία δεν είναι πλέον ο κύριος καθοριστικός παράγοντας. Η Κίνα, η Ευρώπη, η Ινδία, η Ρωσία και οι ΗΠΑ διαφωνούν για πολλά πράγματα, όχι όμως για την αξία του καπιταλισμού και των αγορών. Η Κίνα και η Ρωσία είναι αμφότερα αυταρχικά κράτη που προσποιούνται ότι έχουν αντιπροσωπευτικές κυβερνήσεις. Αλλά καμμία από τις δύο δεν επιδιώκει να προωθήσει το σύστημά της σε μακρινούς τόπους, όπως έκαναν κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Ακόμα και οι ΗΠΑ, ο κύριος υποστηρικτής των πολιτικών αξιών, φαίνεται λιγότερο πιθανό να το κάνουν υπό την ατζέντα του Trump «Πρώτα η Αμερική».
Ο εθνικισμός είναι επίσης σε άνοδο. Έχοντας δυσκολευθεί να επαναβεβαιώσει τον εαυτό του μετά από τις καταστροφές δύο Παγκοσμίων Πολέμων που τροφοδοτήθηκαν από τον εθνικισμό και ενός Ψυχρού Πολέμου που υπογράμμισε τις μη εθνικές ιδεολογίες, όλες οι μεγάλες δυνάμεις τονίζουν τώρα την ταυτότητα και το εθνικό συμφέρον ως βασικά χαρακτηριστικά των διεθνών υποθέσεων. Οι διεθνιστές του Ψυχρού Πολέμου ισχυρίστηκαν ότι η εθνική τάξη θα είχε όλο και λιγότερη σημασία. Η εποχή μετά τον Ψυχρό Πόλεμο έχει αποδείξει ότι έκαναν λάθος. Οι εθνικιστές έχουν ευδοκιμήσει στα συντρίμμια μεγάλων ιδεολογικών σχημάτων για την βελτίωση της ανθρωπότητας.
Ό,τι διεθνές σύστημα και αν δημιουργείται αυτή την στιγμή, δεν είναι ένας Ψυχρός Πόλεμος. Μπορεί να αποδειχθεί ότι είναι καθοδηγούμενο από συγκρούσεις και αντιπαραθέσεις, αλλά η χρήση του όρου «Ψυχρός Πόλεμος» ως κοινού παρονομαστή για ό,τι δεν μάς αρέσει, δεν έχει νόημα. Αντ’ αυτού, θα πρέπει να προσπαθήσουμε να καταλάβουμε το πώς τα αντιληπτά μαθήματα από το παρελθόν επηρεάζουν την σκέψη μας για το παρόν. Αν θέλουμε να εφαρμόσουμε την ιστορία στην χάραξη πολιτικής, πρέπει να μάθουμε να είμαστε τόσο προσεκτικοί στις διαφορές, όσο είμαστε και στις αναλογίες.
* Καθηγητής αμερικανο-ασιατικών σχέσεων στην έδρα S.T.Lee του πανεπιστημίου Harvard. Το άρθρο του είναι από την επιθεώρηση «Foreign Affairs, Hellas Edition».
Ακολουθήστε το Lykavitos.gr στο Google News
και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις