Είναι δεδομένο! Την πολιτική ηγεσία του κινήματος των αντιεμβολιαστών ορέγεται ο Αλέξης Τσίπρας, ανεξάρτητα με όσα επισήμως καταθέτει για την αναγκαιότητα του εμβολιασμού.

Του Χρήστου Υφαντή

Η τακτική του να πατάει σε δύο βάρκες, να διατηρεί ανέπαφες τις σχέσεις του με τις πλατείες και το πλήθος που τις χρησιμοποιεί πολιτικά, να σπεκουλάρει πάνω στην υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού σε συγκεκριμένες κατηγορίες εργαζομένων και να αποθεώνει την «προαιρετική υποχρεωτικότητα» (μόνο στο μικροκλίμα της Κουμουνδούρου επιβιώνει ο όρος) εξελίσσεται σύμφωνα με το πρόγραμμα και δεν γνωρίζει τι θα πει «κοινωνική ευθύνη» και πολιτική υπευθυνότητα.

Ο Τσίπρας θέλει να ελέγξει το πλήθος, ουδόλως ασχολείται με τους σταυρούς, τα πετραχήλια, τις εικόνες, και τις βυζαντινές αγιογραφίες, δεν τον ενδιαφέρουν οι εισπηδήσεις από το κόμμα του Κασιδιάρη, δεν τον απασχολούν οι συνομωσιολογικές διαδόσεις και οι ψεκασμένες θεωρίες.

Για τον ίδιο και την ηγετική του ομάδα οι πλατείες εκφράζουν μια γνήσια λαϊκή δράση, μια αυθεντική λαϊκή έκφραση, είναι δυναμικές παρεμβάσεις από ένα σημαντικό κομμάτι της κοινωνίας που αναζητάει μανιωδώς πολιτική έκφραση, αυτή πρέπει να την προσφέρει, έστω και καμουφλαρισμένα, ο ΣΥΡΙΖΑ κι ας λένε οι Μητσοτακικοί ό,τι θέλουν.

«Τα έντιμα εθνίκια και οι θρησκευόμενοι» του Τόσκα μπορεί να προκαλούν αναφυλαξία στους ηγέτες της «Ομπρέλας» και να συσπειρώνουν « σε αριστερή οδό» τους φανατικούς κομματικούς, αλλά επικοινωνούν, την ίδια ώρα, τις μύχιες προθέσεις της ομάδας Τσίπρα να παίξει δυνατά στο παιχνίδι της πλατείας, να προσφέρει την διακριτική του πολιτική κάλυψη δια της τεθλασμένης ( εκεί εντάσσεται η «προαιρετική υποχρεωτικότητα») και να περιμένει να εισπράξει δημοσκοπικά, όντας ο μόνος πολιτικός χώρος δια του οποίου το κίνημα των αντιεμβολιστών μπορεί να ελπίζει ότι θα αποκτήσει πολιτική έκφραση.

Όλα αυτά πρέπει να γίνουν έγκαιρα, να γίνουν τώρα, να μην χαθεί πολύτιμος χρόνος και αποσυντεθεί η δυναμική των παπαδο-ψεκασμένων. Ο κίνδυνος και η «επένδυση» αυτή να καταλήξει σαν τον διάδρομο της Ακρόπολης, σαν τα αρχαία της Βενιζέλου, σαντην Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής, σαν την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών και να γελάει ο κόσμος με τον Τσίπρα και τις εμπνεύσεις του επιβάλλει ταχύτατες αντιδράσεις.

Ότι αυτές μπορεί να καταλήξουν σαν τις τοποθετήσεις του Ξανθού και της Μαριλίζας στη Βουλή, οι οποίοι ανακάλυψαν πως ο ΣΥΡΙΖΑ είναι υπέρ της προαιρετικής υποχρεωτικότητας του εμβολιασμού σε συγκεκριμένες κατηγορίες εργαζομένων « επειδή δεν εξαντλήθηκαν τα περιθώρια εφαρμογής συνεκτικών μέτρων που προάγουν την ηθική της ευθύνης και της κοινωνικής αλληλεγγύης» και γέλασε και το παρδαλό κατσίκι κανένα δεν απασχολούν.

Ο Τσίπρας αποφάσισε το αφήγημα που εκτιμά πως τον συμφέρει και ξεκίνησε να το απλώνει στην κοινωνία. Προσβλέπει να χαϊδέψει τα αυτιά των «μικροτσιπάδων», να διαχειριστεί εξέδρες και οπαδούς, να επενδύσει σε αυτό το 20%-25% που εξακολουθεί να κοιτάζει το δάχτυλο την ώρα που το δάχτυλο δείχνει το φεγγάρι για να καταφέρει, επιτέλους, να αποκτήσει ακροατήριο και να ξεφύγει από τη μέγγενη του « πέριξ του 20% με πτωτική τάση» που καταγράφει ( σε κανονική ανάλυση) σε όλες τις δημοσκοπήσεις.

Στην ουσία, ο Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ αναζητεί μανιωδώς τη συνταγή για να μετατρέψει το εξαιρετικά επικίνδυνο τέταρτο κύμα της πανδημίας σε «Κούγκι» για την οικονομία και την κυβέρνηση, ώστε να την αναγκάσει να υιοθετήσει τη σκληρή γραμμή, να προχωρήσει σε επώδυνες επιλογές και να διαμορφώσει η ίδια το γήπεδο που θα παίξει μπάλα ο κ. Τσίπρας.

«Καλό το παραμύθι σου Αλέξη μου, αλλά δεν έχει δράκο» θα έλεγε κάποιος από τους αισιόδοξους του Μαξίμου για την κυβερνητική πορεία, αλλά δεν είναι καθόλου έτσι τα πράγματα.

Ο Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ επενδύει «όλα τα λεφτά» στην απόφαση (;) της κυβέρνησης να οδηγήσει τη χώρα στην επόμενη μέρα με όλες τις δυνάμεις της ακμαίες και ακέραιες, προσβλέπει σε μελλοντικές κοινωνικές αντιδράσεις που είναι λογικό να εμφανιστούν και διαμορφώνει εξαρχής το βασικό του δίλημμα « εμείς ή αυτοί», χωρίς να υπολογίζει που μπορεί να οδηγήσει τη χώρα ο διχασμός. Η κυβέρνηση απέναντι στην τακτική αυτή εμφανίζεται από αμήχανη έως απροετοίμαστη.

Ο Τσίπρας έχει ένα «σύμμαχο» στην επιχείρηση γοητείας των ψεκασμένων. Την κυβερνητική μαλθακότητα απέναντι στις μνημειώδεις γκάφες του, την κυβερνητική ανικανότητα να δει γρήγορα και αποτελεσματικά τι κρύβεται πίσω από τις συνεχείς παλινωδίες του και να τις καταγγείλει, την αστική ευγένεια της Κυβέρνησης να επιθυμεί να συνεννοηθεί με τους απέναντι με την έννοια πως κανένας δεν περισσεύει σε αυτή τη μάχη.

Μέχρι σήμερα όλες οι προσπάθειες του βρίσκουν σε τοίχο, αλλά αυτό δεν αποτελεί κριτήριο για το αύριο. Η πολιτική αντιπαράθεση είναι μια δυναμική υπόθεση κι ο Τσίπρας «δεν έχει τίποτε να χάσει εκτός από τις αλυσίδες του» στην κόντρα αυτή.