Η εκλογή του Ντόναλτ Τραμπ δεν είναι ένα μεμονωμένο φαινόμενο. Ακολουθεί μια σειρά από μικρότερης σημασίας πολιτικές εκρήξεις στην Ευρώπη (Brexit, AfD στη Γερμανία, Λε Πεν, ευρωσκεπτικιστικά ή αντι-φιλελεύθερα κόμματα σε Ουγγαρία, Πολωνία, Αυστρία κ.λπ.), που στηρίχθηκαν σε παρόμοια ρητορική και αντίστοιχα τμήματα του εκλογικού σώματος. Οφείλουμε συνεπώς να αναζητήσουμε την κοινή και βαθύτερη αιτία τους.

Του Θόδωρου Σκυλακάκη

Μια σχεδόν αυτόματη απάντηση που θα ακούσετε αυτές τις μέρες από όλες τις πλευρές του πολιτικού φάσματος είναι ότι οφείλονται στην παγκοσμιοποίηση και στην αντίδραση μεγάλου μέρους του εκλογικού σώματος στην πίεση που συνεπάγεται η παγκοσμιοποίηση στην έννοια του έθνους-κράτους και την αμφισβήτηση των παραδοσιακών αξιών. Μια δεύτερη απάντηση είναι ότι οι πολιτικές και οικονομικές ελίτ στη Δύση έχουν αποκοπεί από τους λαούς, οι οποίοι επαναστατούν κατά της πολιτικής ορθότητας.

Αν ερμηνείες αυτές είναι ορθές σε σχέση με τα θεμελιώδη αίτια του φαινομένου, τότε η λύση είναι απλή. Επιστροφή στο έθνος-κράτος, στα κλειστά σύνορα, σταμάτημα των πολλών-πολλών ανταλλαγών και συναλλαγών. Ο καθένας μόνος του και η ζωή θα επιστρέψει στην χρυσή εποχή. Όπως λέει και η γνωστή διαφήμιση: «τότε που δεν είχαμε σου-πλα… που κάναμε ησυχία για να κινηθεί ο μπαμπάς το μεσημέρι κ.λπ….».



Φοβάμαι ότι οι αλλαγές που ζούμε είναι πολύ πιο ριζικές, θα διαρκέσουν περισσότερο και η «λύση» που προτείνεται δεν αφορά τα βαθύτερα αίτια του φαινομένου. Γιατί το φαινόμενο που ζούμε και θα ζούμε στην υπόλοιπη ζωή μας, δεν είναι η παγκοσμιοποίηση, αλλά η άνοδος του μη δυτικού κόσμου και η πίεση που αυτή ασκεί στο βιοτικό επίπεδο των δυτικών κοινωνιών και ιδιαίτερα των ομάδων του πληθυσμού που δεν διαθέτουν ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα στο νέο παγκόσμιο καταμερισμό της εργασίας.

Μέχρι το 1990 η Δύση -ένα ενάμιση δισεκατομμύριο άνθρωποι, στις ΗΠΑ, την Δυτική Ευρώπη, την Ιαπωνία και σε μερικές ακόμα διάσπαρτες χώρες- είχε πετύχει να κατακτήσει ένα αξιοζήλευτο επίπεδο ζωής και να καταναλώνει τη μερίδα του λέοντα των πλουτοπαραγωγικών πόρων του πλανήτη. Βάση της υπεροχής της ήταν δύο «αποκλειστικότητες». Η Δύση διέθετε μέχρι τότε το μονοπώλιο του καπιταλισμού (ένα ασύγκριτα αποτελεσματικότερο σε σχέση με τον κομμουνισμό και τον τριτοδρομικό σοσιαλισμό οικονομικό σύστημα) και το μονοπώλιο της γνώσης.

Η παγκόσμια υιοθέτηση του καπιταλισμού ως κυρίαρχου οικονομικού συστήματος και η ανάπτυξη του διαδικτύου στις δεκαετίες που ακολούθησαν ανέτρεψαν τα δύο αυτά βασικά ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα της Δύσης.

Σήμερα ένας εικοσάρης, με ερευνητικό πνεύμα και ένα κινητό τηλέφωνο με πρόσβαση στο internet, έχει πρόσβαση σε χιλιάδες φορές περισσότερες πληροφορίες απ’ ό,τι είχε στη δεκαετία του 80 ένας ερευνητής σε ένα κορυφαίο δυτικό πανεπιστήμιο.

Ταυτόχρονα στο ίδιο διάστημα έχουν εκπαιδευτεί με βάση τα δυτικά πρότυπα δεκάδες εκατομμύρια νέοι από τις χώρες που βρίσκονταν στον πάτο της πυραμίδας της παγκόσμιας ιεραρχίας, οι οποίες αναπτύσσουν ταυτόχρονα ταχύτατα με δικές τους δυνάμεις και τις αναγκαίες φυσικές υποδομές (μεταφορές, ενέργεια, τηλεπικοινωνίες κ.λπ.), για να είναι ανταγωνιστικές στον παγκόσμιο καταμερισμό εργασίας.

Οι εξελίξεις αυτές σημαίνουν ότι δεν υπάρχουν αντικειμενικοί λόγοι για τους οποίους πολλά δισεκατομμύρια άνθρωποι εκτός Δύσης (τρία με τέσσερα τουλάχιστον) να ζουν σε ένα επίπεδο ζωής δραματικά χαμηλότερο από αυτό που αποτελεί το ελάχιστο στις δυτικές κοινωνίες. Οι άνθρωποι αυτοί μπήκαν ή μπαίνουν σταδιακά στην παγκόσμια αγορά και δεν θα ξαναβγούν από αυτή.

Στη Δύση όσοι δεν είναι διεθνώς ανταγωνιστικοί, αλλά και οι ομάδες που δεν συμμετέχουν πλέον ενεργά στη δημιουργία του πλούτου, αισθάνονται αμείλικτη την πίεση από αυτές τις εξελίξεις. Και θα συνεχίσουν να την αισθάνονται για τουλάχιστον τρείς με τέσσερεις ακόμα δεκαετίες, μέχρι οι διαφορές στο επίπεδο ζωής μεταξύ Δύσης και υπόλοιπου πλανήτη οδηγηθούν σε μια νέα ισορροπία.

Αντίστοιχη πίεση δεν θα υπάρχει μόνο στους ανθρώπους αλλά και στο περιβάλλον. Για να το πούμε απλά σκεφθείτε τι πόροι (νερό, ενέργεια, πλαστικά, μέταλλα) είναι αναγκαίοι για να αποκτήσει η κάθε κινεζική οικογένεια ένα αυτοκίνητο και να τρώει κρέας όσο και η μέση αμερικανική.

Ποια είναι η λύση; Μπορούμε να χωρίσουμε τον πλανήτη στη μέση και να αποκλείσουμε τους μη έχοντες από τους κοινούς παγκόσμιους πόρους. Το νερό, τον αέρα, την ενέργεια; Προφανώς όχι. Η λογική λύση βασίζεται στην τεχνολογική και οικονομική αποτελεσματικότητα. Να βρούμε τρόπο να παράγουμε πολύ περισσότερα με πολύ μικρότερο περιβαλλοντικό κόστος, ώστε να υπάρξει χώρος και για εμάς και για τους «άλλους» στον ίδιο πλανήτη.

Και βέβαια να εξασφαλίσουμε ότι η διανομή του παραγόμενου πλούτου είναι πολύ δικαιότερη ώστε οι κοινωνίες να μην εκρήγνυνται από την πίεση της δραματικά ταχύτερης οικονομικής και τεχνολογικής αλλαγής, που συνεπάγεται αυτή η αναγκαία αύξηση της παραγωγής του πλούτου. Η λύση είναι περισσότερη έρευνα, περισσότερη γνώση, περισσότερες επενδύσεις, περισσότερο διεθνές εμπόριο και δικαιότερη αναδιανομή των ωφελειών τους, τόσο παγκόσμια όσο και στο εσωτερικό των κοινωνιών.

Το πρόβλημα όμως δεν είναι θεωρητικό, είναι πρακτικό. Γιατί η πρόοδος αυτή είναι σαν το ποδήλατο. Αν σταματήσεις πέφτεις. Αν οι ηγεσίες και οι ελίτ της Δύσης αποδεικνύονται ανάξιες της πρόκλησης, για λόγους εγωισμού και κυνισμού και ασχολούνται με την δική τους μόνο αναπαραγωγή και ευωχία το αποτέλεσμα είναι προφανές.

Δεν γίνονται ούτε οι αναγκαίες επενδύσεις στο μέλλον, ούτε η δίκαιη αναδιανομή των ωφελειών. Η πολιτική και κοινωνική πίεση αυξάνεται και οι πολιτικές της ελπίδας υποκαθίστανται από τις πολιτικές της οργής. Οι άνθρωποι -ιδίως οι ομάδες που είναι φτωχότερες και κοινωνικά και πολιτισμικά πιο απομονωμένες- βιώνουν τραυματικά την αβεβαιότητα, την οικονομική στασιμότητα, την ανάγκη για συνεχή προσαρμογή και αντιδρούν με τον μόνο τρόπο που διαθέτουν. Με την ψήφο τους.

Θα λύσουν τα προβλήματα οι πολιτικές της οργής και της απομόνωσης; Προφανώς όχι αφού το αίτιο είναι άλλο. Για αυτό και δεν πιστεύω καν ότι θα τις ακολουθήσουν μέχρι τέλους οι πολιτικές δυνάμεις που αναδεικνύονται, με υποσχέσεις για εμπορικούς πολέμους και για μεταναστευτικά τείχη. Όταν βρίσκεσαι στην κυβέρνηση οι εύκολες λύσεις στα προβλήματα κατά έναν παράδοξο τρόπο εξαφανίζονται.

Κι αν κάτι πρέπει να κρατήσουμε ως συμπέρασμα από την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ είναι ότι οι πολιτικές της αδράνειας και του κυνισμού, του business as usual και της αδιαφορίας για την επίλυση των πραγματικών προβλημάτων στο όνομα του πολιτικού κόστους δεν είναι σήμερα πολιτικά βιώσιμες.

Αν οι δυνάμεις που ειλικρινά πιστεύουν ότι υπάρχει λύση με βάση την πρόοδο και την ελπίδα θέλουν να υπάρχουν πολιτικά, καλά θα κάνουν να τολμούν και να φέρνουν με τις πράξεις τους πρόοδο και ελπίδα. Αλλιώς δεν θα υπάρχουν πολιτικά.