Ο υπουργός Ανάπτυξης, Τάκης Θεοδωρικάκος, μιλώντας στον ΣΚΑΪ, έκανε δηλώσεις που αφορούν την οικονομική ανάπτυξη, τις προκλήσεις στον τομέα των ελέγχων αγοράς και τη σημασία της ανανέωσης του πολιτικού σκηνικού.
Αναφερόμενος στους ελέγχους που πραγματοποιεί η ΔΙΜΕΑ (Διυπηρεσιακή Μονάδα Ελέγχου Αγοράς), τόνισε ότι τα 100 μέλη της ομάδας δεν επαρκούν για την πλήρη κάλυψη της επικράτειας, επισημαίνοντας ότι είναι αδύνατον να διασφαλιστεί αποτελεσματικός έλεγχος σε όλη τη χώρα με τόσο περιορισμένο προσωπικό. Παρόλα αυτά, επισήμανε πως «ως πρόβλημα για το ελληνικό νοικοκυριό, το σούπερ μάρκετ έχει μειωθεί».
«Την προσπάθεια για να αποκλιμακωθούν οι τιμές στα σούπερ μάρκετ δεν πρόκειται να τις σταματήσουμε ποτέ. Έχουμε τον μισό πληθωρισμό διατροφής από αυτόν που έχει κατά μέσο όρο η Ευρωζώνη» σημείωσε.
«Αυτό που βιώσαμε τα προηγούμενα χρόνια λόγω και της πανδημίας και των δύο πολέμων που οδήγησαν στην αύξησή τιμών της τάξης άνω του 30% το τελευταίο εξάμηνο ,έχει φρενάρει», είπε ο υπουργός Ανάπτυξης προσθέτοντας ότι ο πληθωρισμός κινείται σε περιοχή πέριξ του μηδενός.
Ο υπουργός εστίασε, επίσης, στη σημασία της φαρμακοβιομηχανίας ως παράγοντα ανάπτυξης, υπογραμμίζοντας την καινοτομία και την έρευνα που χαρακτηρίζουν τον κλάδο, ιδιαίτερα στις εξαγωγικές δραστηριότητες. «Για να επιτύχουμε ανάπτυξη με γερά θεμέλια, χρειάζονται στρατηγικές αλλαγές και ιδιωτικές επενδύσεις ώστε τα προϊόντα μας να είναι ανταγωνιστικά στην παγκόσμια αγορά», τόνισε.
Ο κ. Θεοδωρικάκος αναφέρθηκε και σε κοινωνικές προκλήσεις, όπως η στήριξη των παραμεθόριων περιοχών, τονίζοντας τη σημασία συγκράτησης των νέων εκεί μέσω ενός προγράμματος αξίας 300 εκατ. ευρώ, που σκοπεύει στην ενίσχυση τοπικών κοινωνιών.
Στην πολιτική σκηνή, ο υπουργός χαρακτήρισε θετική την ύπαρξη μιας ισχυρής αντιπολίτευσης στη Βουλή, τονίζοντας πως το ΠΑΣΟΚ πλέον καλύπτει το κενό που αφήνει ο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος βρίσκεται, όπως δήλωσε, «σε φάση αποδρομής». Παράλληλα, σημείωσε ότι η ΝΔ, υπό την ηγεσία του Κυριάκου Μητσοτάκη, έχει αντιμετωπίσει σημαντικές προκλήσεις από το 2016, και υποστήριξε ότι η παρουσία ενός ισχυρού πολιτικού αντιπάλου είναι χρήσιμη και για τη βελτίωση του κυβερνητικού έργου.