Σε κατάσταση πανικού βρίσκεται η κυβέρνηση εξαιτίας των απανωτών χτυπημάτων που δέχεται και η διαχειριστική ανεπάρκεια σε κρίσιμους τομείς όπως η οικονομία ή τα εθνικά θέματα.

Παράλληλα, οι έντονες αντιπαραθέσεις και οι σιωπηρές αντιπαλότητες που έχουν δημιουργηθεί στο εσωτερικό του κυβερνητικού συνασπισμού, φτιάχνουν κλίμα ρήξης και ραγδαίων πολιτικών εξελίξεων.

Ο πανικός, ο φόβος της απώλειας εξουσίας είναι αυτός που φέρνει τις άκρως επικίνδυνες για τη δημοκρατία συμπεριφορές μέσω της προσπάθειας ποδηγέτησης των μέσων ενημέρωσης.

Τίποτε δεν πάει καλά στην κυβέρνηση παρά την προσπάθεια εξωραϊσμού της κατάστασης που επικρατεί στη χώρα. Ακόμη και η προσπάθεια να αποκρυβούν οι προτάσεις – σοκ που κατέθεσε το ΟΟΣΑ, απέτυχε παταγωδώς. Οι θερμοί εναγκαλισμοί του Αλέξη Τσίπρα με τον επικεφαλής του Οργανισμού, Ανχελ Γκουρία, δεν στάθηκαν αρκετές για να μην αποκαλυφθούν οι προτροπές προς την Ελλάδα να γίνουν μεταρρυθμίσεις.

Η πρόταση για αύξηση του ορίου συνταξιοδότησης στα… 71 έτη, η επέκταση του συντελεστή ΦΠΑ 24% παντού αντί για 13%, οι αλλαγές στην αγορά εργασίας και στη φορολογία, σε περίπτωση που δεν ελαφρύνει περαιτέρω το χρέος, έπεσαν σαν βόμβα στο Μέγαρο Μαξίμου.

Και ήρθαν να προστεθούν στα σκληρά μηνύματα που έστειλαν οι δανειστές για τον μηχανισμό που θα συνδέει τα μέτρα για το χρέος με τις μεταρρυθμίσεις που πρέπει να γίνουν.

Το αφήγημα του παραδείσου στη μεταμνημονιακή Ελλάδα έχει καταρρεύσει οριστικά, όσο κι αν ο κυβερνητικός εκπρόσωπος επανέλαβε χθες ότι η έξοδος από το μνημόνιο θα είναι «καθαρή». Ουδεμία εξήγηση, ωστόσο, για τους φόβους που εκφράζονται ακόμη και από κορυφαίους υπουργούς για τη ζημιά που μπορεί να υποστεί η οικονομία εξαιτίας της πρόχειρης εξόδου στις αγορές. Μιας ζημιάς που αναπόφευκτα θα οδηγήσει σε νέα προσφυγή στους δανειστές για περαιτέρω χρηματοδότηση με χαμηλά επιτόκια, αλλά με αυστηρές δεσμεύσεις.

Ο ΟΟΣΑ ήταν ουσιαστικά ο «λαγός» των αγορών σε περίπτωση που δεν υλοποιηθούν οι μεταρρυθμίσεις και δεν υπάρξει ελάφρυνση του χρέους η οποία θα έπειθε και τους πλέον δύσπιστους ότι η ελληνική οικονομία αξίζει μιας δεύτερης ευκαιρίας.

Οι εμμονές της κυβέρνησης και η διαχειριστική ανεπάρκεια στρώνουν το χαλί για ακόμη πιο δύσκολες ημέρες μετά τις 20 Αυγούστου.

Εκτός από την οικονομία, κακή είναι η κατάσταση και σε πολιτικό επίπεδο, με όλα τα μέτωπα να είναι ανοικτά. «Ο τραχανάς έχει απλωθεί επικίνδυνα και δεν μπορούμε να τον μαζέψουμε», λένε κυβερνητικά στελέχη που αγωνιούν κυρίως για τα εθνικά θέματα. Ούτε το Σκοπιανό μπορεί να λυθεί ούτε βεβαίως και τα ελληνοτουρκικά θα έχουν ευνοϊκή κατάληξη, δοκιμάζοντας τις αντοχές της κυβέρνησης.

Ακόμη και στο εσωτερικό της συγκυβέρνησης επικρατεί χάος. Ο Δημήτρης Καμμένος επιτίθεται στην Αυλωνίτου, ο Πάνος Καμμένος οργίζεται για τον βουλευτή του, αυτός συνεχίζει να είναι κόντρα στη γραμμή των ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ.

Ακόμη και η παρέμβαση Κοντονή για την αυτοάμυνα σε περίπτωση ληστείας, θεωρήθηκε ορθώς «άδειασμα» του συνάδελφού του Νίκου Τόσκα που είχε πει ότι αν μπουν ληστές σπίτι μας να κάνουμε πως κοιμόμαστε.

Το γαρ πολύ της θλίψεως γεννά παραφροσύνη στην κυβέρνηση, εξ’ ου και οι ανοίκειες κι άκρως αντιδημοκρατικές επιθέσεις σε μέσα ενημέρωσης που δεν ελέγχονται από την προπαγάνδα του Μαξίμου.

Η στοχοποίηση media και οι απειλές έρχονται σε πλήρη αντίθεση με τις εξαγγελίες του Μαξίμου για διαφάνεια. Την ίδια στιγμή που η υπόθεση της Novartis πήγε στη Βουλή για 10 πολιτικά πρόσωπα, αλλά η επιτροπή απέτυχε παταγωδώς, κανείς δεν απαντά σε καυτά ερωτήματα για την υπόθεση της καταγγελίας μίζας στο υπουργείο Οικονομικών.

Και κυρίως στο πιο κρίσιμο ερώτημα: Γιατί η υπόθεση αυτή δεν πήγε αμελλητί στη Βουλή; Οι δικαστές είχαν τις καταγγελίες αλλά προτίμησαν να μην κάνουν τίποτε. Γιατί λοιπόν ο φάκελος κρατήθηκε στα δικαστήρια; Ποια η σκοπιμότητα των πράξεων αυτών;

Η κυβέρνηση φοβάται, γι’ αυτό είναι σε κρίση πανικού.  Όμως, η Ελλάδα δεν έχει την πολυτέλεια για άλλο χαμένο χρόνο.

Πηγή: in.gr