Ο Γερμανός συνθέτης Λούντβιχ βαν Μπετόβεν πιστεύεται ότι πέθανε από σοβαρή υπατική και νεφρική νόσο, όμως η πλήρης κατανόηση των αιτιών που οδήγησαν στα πολλά και σοβαρά προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε αποτέλεσε στόχο και τους επιστήμονες.
Μία διεθνής ομάδα ερευνητών μελέτησε τούφες από τα μαλλιά του Μπετόβεν και με τη χρήση DNA, κατάφερε να αναλύσει το γονιδίωμά του, καθορίζοντας αρχικά ποιες από τις τρίχες ανήκαν πραγματικά στον συνθέτη και ποιες ήταν πλαστές.
Τα σημαντικότερα ευρήματα της δεκαετούς έρευνας δημοσιεύθηκαν το 2023 και αποκάλυψαν ότι ο διάσημος συνθέτης είχε σημαντικούς γενετικούς παράγοντες κινδύνου για ηπατική νόσο και λοίμωξη από ηπατίτιδα Β πριν τον θάνατό του. Ωστόσο, τα αποτελέσματα δεν έδιναν στοιχεία για τα προβλήματα γαστρεντερικής φύσης που αντιμετώπιζε αλλά και τα βαθύτερα αίτια της κώφωσής του, που εμφάνισε στα 20 του χρόνια.
Η μελέτη συνεχίζεται αποκαλύπτοντας συνεχώς νέα στοιχεία.
Σύμφωνα με νέα ευρήματα που δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό Clinical Chemistry εντοπίστηκαν υψηλές συγκεντρώσεις μολύβδου, αρσενικού και υδραργύρου «παγιδευμένων» στις τρίχες του Μπετόβεν. Τα παραπάνω υποδεικνύουν δηλητηρίαση από μολυβδο που μπορεί να επηρέασε αρνητικά τις παθήσεις από τις οποίες έπασχε.
Δηλητηρίαση
Στην τελευταία αυτή έρευνα διαπιστώθηκαν ιδιαίτερα υψηλές συγκεντρώσεις μολύβδου σε δύο πιστοποιημένες τούφες του Μπετόβεν. Συγκεκριμένα εντοπίστηκαν 64 φορές υψηλότερα επίπεδα από το φυσιολογικό στην τούφα Bermann (Bermann lock, που εκτιμάται πως αποκτήθηκε από τα τέλη του 1820 έως τον Μάρτιο του 1827) και 95πλάσια στην τούφα Halm-Thayer (Halm-Thayer lock, τρίχες που ο ίδιος ο Μπετόβεν είχε δώσει αυτοπροσώπως στον πιανίστα Άντον Χαλμ, τον Απρίλιο του 1826).
Κι αν τα παραπάνω ακούγονται περίεργα στα σύγχρονα αφτιά, θα πρέπει να ξέρετε ότι η ανταλλαγή και συλλογή μαλλιών από αγαπημένα πρόσωπα και διασήμους ήταν μία κοινή πρακτική εκείνα τα χρόνια.
«Αυτά τα επίπεδα θεωρούνται δηλητηρίαση από μόλυβδο», σημειώνει ο επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης Ναντέρ Ριφάι, καθηγητής παθολογίας στην Ιατρική Σχολή του Χάρβαρντ και διευθυντής κλινικής χημείας στο Νοσοκομείο Παίδων της Βοστώνης. «Αν πάτε σε οποιοδήποτε τμήμα επειγόντων περιστατικών στις ΗΠΑ με αυτά τα επίπεδα μολύβδου, θα εισαχθείτε αμέσως και θα υποβληθείτε σε θεραπεία χηλίωσης».
Τα αυξημένα επίπεδα μολύβδου, δεν συνδέονται μόνο με την κώφωση του Μπετόβεν αλλά και με άλλες παθήσεις από τις οποίες έπασχε ο συνθέτης.
«Συνδέονται συνήθως με γαστρεντερικές και νεφρικές παθήσεις και μειωμένη ακοή, αλλά δεν θεωρούνται αρκετά θψηλα ώστε να αποτελούν την αποκλειστική αιτία θανάτου» υποστηρίζουν οι μελετητές. Στις δύο προαναφερθείσες τούφες οι ερευνητές ανίχνευσαν αυξημένες συγκεντρώσεις αρσενικού και υδραργύρου, σε επίπεδα περίπου 13 έως 14 φορές υψηλότερα από τα κανονικά, σύμφωνα με τη μελέτη.
Μεγάλη ποσότητα βαρέων μετάλλων
Γιατί ο Μπετόβεν κατέληξε με τόσο μεγάλες ποσότητες μολύβδου, αρσενικού και υδραργύρου στον οργανισμό του;
Οι ουσίες πιθανότατα να συσσωρεύθηκαν καθ' όλη τη διάρκεια της ζωής του συνθέτη μέσω των τροφίμων και τον ποτών που κατανάλωνε, υποστηρίζει ο επικεφαλής της έρευνας Ναντέρ Ριφάι.
Ήταν γνωστό ότι ο Μπετόβεν αγαπούσε το κρασί, ωστόσο, μια συνήθης πρακτικής παρασκευής κρασιού εκείνη την εποχή ήταν η προσθήκη οξικού μολύβδου ως γλυκαντικού και συντηρητικού, εξηγεί ο Ριφάι, ενώ ο μόλυβδος χρησιμοποιούταν και στην υαλουργία για να δώσει στα γυάλινα σκεύη μια πιο διαυγή και ελκυστική εμφάνιση.
Ο Μπετόβεν, όμως, αγαπούσε και το ψάρι. Τότε, ο Δούναβης, όπου κατέληγαν τα απόβλητα της πόλης ήταν μία από τις βασικότερες πηγές αλιείας, επομένως τα ψάρια που αλιεύονταν προς κατανάλωση, πιθανότατα περιείχαν αρσενικό και υδράργυρο, λέει ο Ριφάι.
Πέραν των γονιδίων προδιάθεσης για ηπατική νόσο, τη μόλυνση από ηπατίτιδα Β και την τάση του για κατανάλωση αλκοόλ, η δηλητηρίαση από μόλυβδο φαίνεται να είναι ο τέταρτος παράγοντας που συνέβαλε στην ηπατική ανεπάρκεια του συνθέση.
Επιθυμία του ίδιου
Ο ίδιος ο Μπετόβεν είχε εκφράσει την επιθυμία του, η επιστήμη να καταφέρει να λύσει αυτό τον γρίφο, ζητώντας στη «διαθήκη» του οι παθήσεις του να μελετηθούν «ώστε τουλάχιστον ο κόσμος να μπορέσει να με καταλάβει και να συμφιλιωθεί μαζί μου μετά το θάνατό μου».