Οι πρωκτικές ραγάδες είναι επώδυνες, επιμήκεις εξελκώσεις στην είσοδο του πρωκτού, στην περιοχή του σφιγκτήρα προς τον πρωκτικό σωλήνα, που προκαλούνται συνήθως από το τέντωμα του πρωκτικού βλεννογόνου. Μπορεί να οφείλονται σε δυσκοιλιότητα ή παρατεταμένη διάρροια, μειωμένη ροή αίματος προς την περιοχή (όπως παρατηρείται περιστασιακά σε ενήλικες μεγαλύτερης ηλικίας), σε τοκετό και σε φλεγμονώδεις διαταραχές του εντέρου, όπως η νόσος του Crohn. Σε καμία περίπτωση όμως δεν προκαλούν καρκίνο. Ωστόσο, μπορεί να αποτελούν σύμπτωμά του, όπως και άλλων σπάνιων παθήσεων π.χ. AIDS, φυματίωσης και σύφιλης.

Η πάθηση μπορεί να επηρεάσει όλες τις ηλικιακές ομάδες, με ίση συχνότητα και στα δύο φύλα. Το 40% των πρωκτικών ραγάδων εμμένουν για μήνες ή ακόμα και για χρόνια. Στην εγκυμοσύνη, έως και το ένα τρίτο των γυναικών αναπτύσσουν πρωκτικές ραγάδες, όπως και εξωτερικές αιμορροΐδες, με τη δυσκοιλιότητα και τη δυσχεσία (συσσώρευση και διατήρηση των κοπράνων στο ορθό) να αποτελούν τους κύριους παράγοντες κινδύνου για την εμφάνισή τους.

Τα άτομα με σφιχτό σφιγκτήρα κινδυνεύουν περισσότερο να αναπτύξουν ραγάδες, καθώς η κατάσταση πιστεύεται ότι περιορίζει τη ροή του αίματος στη θέση του τραυματισμού, καθυστερώντας την επούλωση του τραύματος.

Σύμφωνα με τον Δρ. Αναστάσιο Ξιάρχο, Διευθυντή της χειρουργικής κλινικής του Ομίλου Ιατρικού Αθηνών - Ιατρικού Περιστερίου, Πρόεδρο της Επιστημονικής Εταιρείας Ορθοπρωκτικής Χειρουργικής (www.axiarchos.gr), οι πρωκτικές ραγάδες διακρίνονται σε οξείες, δηλαδή σε πρόσφατα εμφανιζόμενες, και χρόνιες. Τα συμπτώματα είναι κοινά και περιλαμβάνουν έντονο πόνο, ιδιαίτερα στην οξεία μορφή της πάθησης, που επιδεινώνεται με την αφόδευση. Μερικοί ασθενείς μπορεί να νοιώθουν ελάχιστο ή καθόλου πόνο κατά την κένωση, ενώ άλλοι τη φοβούνται και προσπαθούν να την αποφύγουν λόγω αυτού του συμπτώματος. Η αιμορραγία αποτελεί επίσης σύμπτωμα, η οποία ποικίλει σε ποσότητα. Επιπλέον, ο ασθενής μπορεί να νοιώθει κάψιμο και φαγούρα, που μπορεί να καταστεί επώδυνη, δυσφορία κατά την ούρηση, συχνουρία, ή ανικανότητα για ούρηση και δυσώδεις κενώσεις.

«Η κλινική εξέταση συχνά δεν αρκεί για τη διάγνωση της πρωκτικής ραγάδας, λόγω του μικρού μεγέθους της, αλλά υπάρχουν και περιπτώσεις που μπορεί να γίνει ορατή όταν το δέρμα είναι τεντωμένο. Στην πλειοψηφία τους όμως δεν χρειάζονται περαιτέρω εξετάσεις, παρά μόνο εάν ο γιατρός υποπτεύεται υποκείμενη φλεγμονώδη διαταραχή του παχέος εντέρου -οπότε διενεργεί κολονοσκόπηση ή σιγμοειδοσκόπηση- ή άλλες παθήσεις, οπότε κατευθύνει τον ασθενή αναλόγως», σημειώνει ο Δρ. Αναστάσιος Ξιάρχος.

Η πλειοψηφία των πρωκτικών ραγάδων δεν χρήζουν χειρουργικής αντιμετώπισης, αλλά θεραπεία του πιο συνηθισμένου λόγου πρόκλησής τους, τη δυσκοιλιότητα. Προς αυτή την κατεύθυνση οι γιατροί συστήνουν αλλαγή των διατροφικών συνηθειών, με ένταξη πολλών φυτικών ινών στο καθημερινό μενού και λήψη συμπληρωμάτων τους. Στην αντιμετώπιση της δυσκοιλιότητας συμβάλλει και η αύξηση της ποσότητας νερού που καταναλώνεται καθημερινά και της άσκησης.

Επειδή η πάθηση παρουσιάζεται συχνά σε βρέφη, η αντιμετώπιση της δυσκοιλιότητας και η συχνή αλλαγή πάνας αποτελούν τις ενδεδειγμένες λύσεις του προβλήματος.

Οι γιατροί μπορούν παράλληλα να συνταγογραφήσουν καταπραϋντικές αλοιφές ή φάρμακα που χαλαρώνουν τους πρωκτικούς μυς. Περαιτέρω, υπάρχουν φαρμακευτικά σκευάσματα που σύμφωνα με μελέτες μπορούν να θεραπεύσουν τουλάχιστον το 50% των περιστατικών. Η σχολαστική υγιεινή μετά την αφόδευση είναι καθοριστικός παράγοντας για τη θεραπεία της πάθησης. Όταν βέβαια το αίτιο πρόκλησής τους δεν είναι η δυσκοιλιότητα, η θεραπεία των πρωκτικών ραγάδων γίνεται σε συνδυασμό με την αντιμετώπιση του λόγου εμφάνισής τους.

Συχνά όμως οι πρωκτικές ραγάδες επανεμφανίζονται ακόμα κι όταν έχουν πλήρως επουλωθεί και αιτία είναι άλλο ένα περιστατικό δυσκοιλιότητας ή ένας νέος τραυματισμός. Είναι πολύ σημαντική η συνέχιση της πλούσιας σε φυτικές ίνες διατροφής ακόμα και μετά την υποχώρηση των συμπτωμάτων.

«Όταν καμία συντηρητική μέθοδος δεν αποδίδει», διευκρινίζει ο Δρ. Αναστάσιος Ξιάρχος, «η χειρουργική αντιμετώπιση είναι ο ενδεδειγμένος τρόπος θεραπείας των πρωκτικών ραγάδων. Η χρήση Laser ή R-F από εξειδικευμένο χειρουργό επιτρέπει την αναίμακτη αντιμετώπισή τους. Εκτός από τον καθαρισμό της ραγάδας, συχνά γίνεται και μερική πλάγια έσω σφιγκτηροτομή, η οποία καταργεί τον χρόνιο σπασμό και διευκολύνει την ταχεία επούλωση και την αποφυγή υποτροπής. Η επέμβαση διαρκεί 20-30 λεπτά και ο ασθενής επιστρέφει συνήθως στο σπίτι του την ίδια ημέρα».