Η επιστήμη του έρωτα είναι μια απ’ τις πιο δυσνόητες και περίπλοκες εφευρέσεις των ανθρώπων. Κάποιες φορές μπορεί να βασίζεται στα μαθηματικά, άλλες στην ψυχολογία, άλλες στη βιολογία κι άλλες στην απλή παρατήρηση και εμπειρία. Η αλήθεια, όμως, είναι πως καμία περίπτωση δεν μπορεί να είναι ολόιδια με μία άλλη, αφού ο κάθε διαφορετικός άνθρωπος και ο κάθε διαφορετικός συνδυασμός ανθρώπων αρκούν για να μεταβάλλουν το αποτέλεσμα σε τεράστιο βαθμό, αφαιρώντας μας το προνόμιο του να το υπολογίσουμε με ακρίβεια.
Πολλές θεωρίες, ωστόσο, υποστηρίζουν πως ο καθένας από εμάς ζει τον έρωτα μόνος του, είτε βρίσκεται σε σχέση και έχει ανταπόκριση είτε όχι. Ο έρωτας δεν παύει, άλλωστε, να είναι ένα συναίσθημα το οποίο, όσο κι αν νιώσεις πως μοιράζεσαι με κάποιον άλλο, στο τέλος της ημέρας βιώνεις μόνος σου, στο μυαλό σου. Και τελικά, όσο κι αν προσπαθήσεις να υπολογίσεις αν ο άνθρωπος που έχεις δίπλα σου νιώθει το ίδιο συναίσθημα στον ίδιο ή άλλο βαθμό από σένα, η απάντηση σε αυτό το ερώτημα δε θα μπορέσει ποτέ να είναι ακριβής και αληθινή.Παρ’ ολ’ αυτά, οι άνθρωποι έχουν καταφέρει να μαζέψουν ανά τα χρόνια ένα σωρό τρόπους για να προσεγγίζουν όσο το δυνατόν περισσότερο τη λύση αυτής της εξίσωσης. Mε άλλα λόγια, το αν ο άνθρωπος που τους ενδιαφέρει ενδιαφέρεται εξίσου γι’ αυτούς ή όχι.
Κι αυτοί οι τρόποι συνοψίζονται στους τρεις βασικούς άξονες που θα δούμε παρακάτω.
Πρώτος έρχεται αυτός της ασφάλειας. Ο άνθρωπος είναι γνωστό πως είναι ένα ον που δε λειτουργεί καλά απέναντι στο άγνωστο. Για αυτόν είναι πανεύκολο να υποθέσει πως καθετί που τον κάνει να νιώθει άβολα αποτελεί απειλή και οι μηχανισμοί άμυνας που έχει για αυτές τις περιπτώσεις είναι βέβαιο πως θα τον βγάλουν απ’ την εκάστοτε τέτοια κατάσταση χωρίς ιδιαίτερο κόπο.
Όταν μιλάμε για ρομαντικές σχέσεις, λοιπόν, το πρώτο πράγμα που φανερώνει το αν ο άλλος ενδιαφέρεται ή όχι -αλλά και το αν ενδιαφερόμαστε εμείς, σε περίπτωση που δεν είμαστε σίγουροι ακόμα για τα συναισθήματά μας- είναι το μέγεθος της ασφάλειας που παρέχεται και λαμβάνεται στη μεταξύ μας συνύπαρξη.
Το να μπορείς να μοιραστείς σημαντικά κομμάτια της ζωής σου με άνεση, το να μπορείς να αφήσεις τις όχι και τόσο κοσμικές πτυχές του εαυτού σου να φανερωθούν χωρίς δεύτερη σκέψη, το να μην ξεροσταλιάζεις πάνω απ’ το τηλέφωνο περιμένοντας ένα μήνυμα, επειδή στο μυαλό σου είναι δεδομένο πως αυτό θα έρθει – όλα αυτά είναι σημάδια πως έχεις ερωτευτεί για τα καλά.
Το να φτιάχνει χρόνο για σένα, το να ενδιαφέρεται για κάθε πλευρά της ζωής σου, το να προσπαθεί να μάθει και να πάρει μια -μικρή έστω- γεύση από όλα σου τα ενδιαφέροντα, το να νιώθει την ανάγκη να μοιραστεί μαζί σου τις έγνοιες και τις σκέψεις του – όλα αυτά είναι σημάδια πως ο άνθρωπος που έχεις απέναντί σου σε έχει ερωτευτεί για τα καλά.
Γιατί, αν το καλοσκεφτείς, τίποτα από τα παραπάνω δε συμβαίνει ανάμεσα σε μας και έναν άγνωστο ή κάποιον που αντιπαθούμε. Ο λόγος; Μαζί του δε νιώθουμε την απαραίτητη ασφάλεια για να γίνουμε ευάλωτοι, ενώ ταυτόχρονα εκπέμπουμε το σήμα πως δεν έχουμε καμία διάθεση να κερδίσουμε την εμπιστοσύνη του αδιάφορου συνομιλητή μας.
Δεύτερος άξονας, εκείνος του θαυμασμού. Ο σεβασμός κι ο θαυμασμός αποτελούν δύο έννοιες αλληλένδετες και πέρα για πέρα σημαντικές σε μία σχέση. Αν ο άνθρωπός μας δε μας σέβεται και δε μας θαυμάζει ή αν, αντίστοιχα, δεν τρέφουμε ανάλογα αισθήματα για αυτόν κι εμείς, η σχέση είναι πέρα για πέρα καταδικασμένη.
Όταν, απ’ την άλλη, νιώθουμε μαγεμένοι από το πλάσμα που έχουμε μπροστά μας, όταν μέσα στο κεφάλι μας οποιοσδήποτε κι αν συγκριθεί μαζί του θα βγει σίγουρα χαμένος, τα πράγματα στο κομμάτι του έρωτα είναι ολοφάνερα. Ο τρόπος να καταλάβει κανείς αν υπάρχει θαυμασμός απ’ την άλλη πλευρά, βέβαια, είναι το να εστιάσει στα κομπλιμέντα που δέχεται από εκεί. Προσοχή, όμως, γιατί εδώ είναι πανεύκολο να μπερδευτούμε και να υποθέσουμε πως μια απλή κολακεία πρόκειται για ένα βαθύτερο νοιάξιμο.
Στην ταινία “He’s just not that into you”, η Scarlett Johansson μας λέει πως κάθε γυναίκα θέλει να ακούσει ένα κομπλιμέντο για τον εξωτερικό και ένα για τον εσωτερικό της κόσμο. Αυτό που ακούμε εμείς είναι πως κάθε άνθρωπος χρειάζεται μια επιβεβαίωση για το κομμάτι του εαυτού του που δείχνει σε όλους και για τα στοιχεία της προσωπικότητάς του που γίνονται φανερά μονάχα σε όποιον τον μαθαίνει καλύτερα.
Ηθικό δίδαγμα: όσο πιο προσωπικό, στοχευμένο, συγκεκριμένο, πρωτότυπο και ειλικρινές το κομπλιμέντο που δίνουμε και λαμβάνουμε, τόσο μεγαλύτερος ο θαυμασμός -και ο σεβασμός- που νιώθουμε και εκπέμπουμε.
Κα φυσικά δε θα μπορούσε να είναι άλλος ο τρίτος, από την επικοινωνία. Κάθε ανθρώπινη σχέση, για να μπορέσει να λειτουργήσει καλά, χρειάζεται έναν στοιχειώδη βαθμό επικοινωνίας. Είτε μιλάμε για δουλειά, είτε μιλάμε για έρωτα, είτε μιλάμε για φιλία, είτε για οικογένεια, αν τα ενδιαφερόμενα άτομα δε βρίσκονται στο «ίδιο μήκος κύματος» το γλυκό δε δένει– κι αυτό βγαίνει προς τα έξω. Πιο συγκεκριμένα στις σχέσεις, τώρα, πολλοί μπερδεύουν την πολλή επικοινωνία με την καλή επικοινωνία. Κι όμως, υπάρχουν άνθρωποι που ανταλλάσσουν δύο μηνύματα τη μέρα και βρίσκονται σε πολύ καλύτερη μοίρα από εκείνους που ξημεροβραδιάζονται στο τηλέφωνο.
Δε λέω, όταν κάποιος είναι ερωτευμένος θέλει να βρίσκεται με το έτερον ήμισυ όσο το δυνατόν περισσότερο κι όταν η φυσική συνύπαρξη εμποδίζεται απ’ την καθημερινότητα, η τεχνολογία πάσης φύσεως αποτελεί εξαίρετο αγωγό για τη γεφύρωση του όποιου χάσματος. Αυτό, όμως, δε σημαίνει πως όταν μπαίνει κανείς σε μία σχέση πρέπει να ασχολείται μονάχα με αυτήν.
Η ουσιαστική επικοινωνία, λοιπόν, έχει δύο -βασικά- θετικά στοιχεία να προσφέρει. Πρώτον, αποτελεί κρίσιμο δείκτη της πραγματικής χημείας μεταξύ δύο ατόμων. Δεύτερον, διατηρεί ζωντανό το σασπένς που τρέφει τον έρωτα για μεγαλύτερο διάστημα, παρατείνοντας αισθητά την περίοδο χάριτος ενός νέου ζευγαριού.
Αντί, λοιπόν, να πέφτουμε στην παγίδα του «ποιος έδειξε και τι πρώτος», ένας έξυπνος τρόπος για να υπολογίσουμε τα επίπεδα έρωτα στον εαυτό μας και τον σύντροφό μας είναι το να παρατηρήσουμε το πόσο καλά συνεννοούμαστε, το πόσο αποζητάμε τη διά ζώσης επαφή και το πόσο δύσκολο μας είναι όταν περνάνε αρκετές ώρες χωρίς να συνομιλήσουμε με τον άλλον.
tip: Έρευνες έχουν δείξει πως αυτοί που ερωτεύονται τείνουν να ξεσηκώνουν λέξεις, φράσεις ή τόνους του αντικειμένου του πόθου τους ασυνείδητα. Παρατήρησέ το στον εαυτό σου και στον σύντροφό σου και θα καταλάβεις πολλά!